Η δράση των πρώτων εκκλησιών στον χώρο της οικονομίας…

on .

-  Του ΝΙΚΗΤΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ

Η Ανάσταση του Χριστού, σηματοδοτεί την μεγαλύτερη ανατροπή στην παγκόσμια Ιστορία. Η ανατροπή αυτή συνίσταται στην απελευθέρωση του ανθρώπου από τα πάσης φύσεως δεσμά, που θεωρούνταν ανίκητα στην αρχαία μας θρησκεία και εξακολουθούν να θεωρούνται πανίσχυρα και σήμερα από τις σύγχρονες εκδοχές του φιλοσοφικού και κοινωνικού υλισμού. Σύμφωνα με τον Φώτη Κόντογλου, «Ο Χριστός τα άλλαξε όλα και τα έκανε ανάποδα απ’ ό,τι συνηθίζανε οι άνθρωποι». Ασυμβίβαστη ήταν η σύγκρουσή Του με τους εκφραστές των λογικών της απαξίωσης της προσωπικότητας του κάθεανθρώπου, της τυραννίας, της αδικίας και της εκμετάλλευσης. 

Έχοντας τις ανωτέρω σκέψεις, θεωρώ πως είναι σημαντικό, να δούμε πώς οι πρώτοι Χριστιανοί, όταν έφτιαξαν τις πρώτες Εκκλησίες τους, λειτούργησαν στο χώρο της ανθρώπινης δραστηριότητας που ονομάζεται οικονομία, χώρο όπου και σήμερα η αδικία και η εκμετάλλευση βασιλεύουν.
Για να μην υπάρχει παρανόηση των όσων κατωτέρω θα εκθέσω και σύμφωνα και με το αρχαίο γνωμικό «αρχή σοφίας ονομάτων επίσκεψις», χρειάζεται πρωτίστως να παραθέσω τους ορισμούς των εννοιών της Οικονομίας και της Εκκλησίας του Χριστού, επειδή στον δημόσιο λόγο υπάρχει μεγάλη σύγχυση, γύρω από τις έννοιες αυτές.
Οικονομία είναι η δραστηριότητα των ανθρώπων μιας κοινωνίας, στο πλαίσιο σχέσεων νομικά δομημένων, παραγωγής και διανομής των αγαθών και υπηρεσιών, που είναι αναγκαία για την βιωσυντήρηση των ανθρώπων της. Επομένως η δραστηριότητα αυτή εξαρτάται και διενεργείται σύμφωνα με ανθρώπινες αποφάσεις και όχι σύμφωνα με κάποιους φυσικούς νόμους.
Η Εκκλησία, η ομολογούμενη στο σύμβολο της πίστεως, είναι έργο του Ενσαρκωθέντος Χριστού. Είναι δόγμα Χριστιανικό, ότι η Εκκλησία υπάρχει και θα υπάρχει στους αιώνες των αιώνων. «Πύλαι άδου ου κατισχύσουσι αυτής» (Ματθ. κεφ.16 :18). Οι 20 αιώνες ζωής της, επιβεβαιώνουν ήδη την ορθότητά του δόγματος αυτού. Όταν λέμε Εκκλησία πρέπει να εννοούμε όλο το σύνολο των μελών της (λαϊκούς και κληρικούς), που είναι βαπτισμένα και ζουν συνειδητά και ελεύθερα μέσα σ’ αυτήν, καθώς επίσης και τις συλλογικές οντότητές της, όπως είναι, οι Ενορίες, οι Μονές κ.λ.π..
Στην ενορία ο Χριστιανός βιώνει, ως μέλος ευρύτερης πνευματικής οικογένειας της Εκκλησίας τους άλλους Χριστιανούς, ως πνευματικούς του αδελφούς. H Εκκλησία συνιστά στα μέλη της συγκεκριμένο τρόπο ζωής, σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, που αναφέρεται στις σχέσεις με τον Θεό, τον «πλησίον», και τον εαυτό τους. Ο συγκεκριμένος αυτός τρόπος ζωής είναι ουσιώδης και καθοριστικής σημασίας, γιατί, εάν μερικώς παραμεληθεί, έχει ως συνέπεια να καταργείται η ιδιότητα του «ζωντανού» μέλους της Εκκλησίας.
Ας δούμε πώς ιδρύθηκε και πως λειτούργησε η πρώτη Εκκλησία του Χριστού στα Ιεροσόλυμα στον τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας της Οικονομίας. Οδηγός μας σε αυτήν την προσέγγιση το βιβλίο «Πράξεις των Αποστόλων». Η πρώτη Εκκλησία στα Ιεροσόλυμα των 3.000 πιστών ιδρύθηκε με δημόσιες ομιλίες του Αποστόλου Πέτρου και των άλλων Αποστόλων μαθητών του Χριστού.
Ορθοτομώντας τον λόγο του Κυρίου, επέτυχαν οι Απόστολοι, οι πρώτοι αυτοί Χριστιανοί με "πολλή χαρά" να βαπτιστούν και να γίνουν μέλη της Εκκλησίας. Στη συνέχεια, πήραν τον λόγο του Ευαγγελίου στα χέρια τους και τον κάνανε πράξη της ζωής τους. Οργάνωσαν την νέα τους ζωή στην Εκκλησία, με νέες κοινωνικές σχέσεις εισάγοντας την κοινοκτημοσύνη ως θεσμό. «Όλοι οι πιστοί ήτανε σαν μία οικογένεια και τάχανε όλα κοινά. Πουλούσαν τα υπάρχοντά τους κινητά και ακίνητα και τα μοίραζαν μεταξύ τους ανάλογα με τις ανάγκες του καθενός». Συνεχίζοντας την "διακονία του λόγου" οι Απόστολοι πέτυχαν να μεγαλώσει η Εκκλησία και να φτάσει τους 5.000 πιστούς. Τότε το "κατεστημένο" διαβλέποντας ότι απειλούνταν οι δικοί τους θεσμοί, από το μήνυμα του Ευαγγελίου και τους νέους θεσμούς που υλοποιούσαν με τις πράξεις τους οι Χριστιανοί, άρχισαν να λαμβάνουν μέτρα καταστολής (συλλήψεις, φυλακίσεις, ανακρίσεις των Αποστόλων) όμως τίποτε δεν πετύχαιναν αντίθετα η Εκκλησία των Ιεροσολύμων μεγάλωνε και δυνάμωνε και «Όλο το πλήθος των πιστών είχανε μια ψυχή και μια καρδιά και κανένας δεν έλεγε πως κάτι από τα υπάρχοντά του είναι ατομική του ιδιοκτησία αλλά τα είχανε όλα μαζί κοινά. Με μεγάλη δύναμη οι Απόστολοι κηρύττανε την Ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και σε όλους ήταν απλωμένη πλούσια η χάρη του Θεού. Κανένας φτωχός δεν υπήρχε ανάμεσά τους». «Και δίνανε στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του».
Με την ευλογία του Θεού το πλήθος των πιστών αυξανόταν και όταν τότε παρουσιάστηκαν κάποια παράπονα από τους Ελληνιστές κατά των Εβραίων, ότι παραμελούνται στην καθημερινή διανομή οι χήρες τους, καλέσανε οι δώδεκα Απόστολοι σε γενική συνέλευση τους πιστούς και τους είπανε: «Δεν είναι σωστό εμείς ν’ αφήσουμε τον λόγο του Θεού και να υπηρετούμε σε τραπέζια. Γι’ αυτό αδελφοί κυττάχτε να βρείτε από ανάμεσά σας εφτά άτομα, με καλό όνομα, με πνεύμα Άγιο και σοφία, στους οποίους εμείς θ’ αναθέσουμε το έργο αυτό. Κι εμείς θα αφοσιωθούμε στην προσευχή και στην διάδοση της Χριστιανικής διδασκαλίας. Η πρόταση έγινε με χαρά δεκτή από το πλήθος κι εξέλεξαν τον Στέφανο. κλπ...». Έτσι έγινε η πρώτη διάκριση των διακονημάτων στη "διακονία του λόγου" και στην "διακονία των τραπεζών".
Από τα παραπάνω διαπιστώνουμε τα εξής, ως προς την λειτουργία της πρώτης Χριστιανικής Εκκλησίας στον χώρο της Οικονομίας. Η δραστηριότητά της εξελίσσεται στο τμήμα της διανομής των αγαθών και υπηρεσιών με αυτονομημένους δικούς τους νέους θεσμούς και δεν εκτείνεται στον τομέα της παραγωγής των. Αυτό σημαίνει ότι, στον τομέα της παραγωγής των αγαθών, ο κάθε Χριστιανός μέλος της Εκκλησίας λειτουργούσε ατομικά, στα πλαίσια των θεσμών της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Δηλαδή είχε επικεντρώσει την δραστηριότητά της η Εκκλησία, ως συλλογική κοινωνική οντότητα, μόνο στο τμήμα της διανομής του συνόλου των προσφερομένων από τα μέλη της αγαθών, που αυτά τα ίδια είχαν παράξει. Στόχος της ήταν, να επιτύχει δια της διανομής των, σύμφωνα με τις ανάγκες των μελών της, την υλοποίηση της εντολής του Κυρίου, "αγαπήσεις τον πλησίον σου ως εαυτόν". Επιτύγχανε έτσι λειτουργώντας, δια της διανομής των αγαθών, η Εκκλησία, την "αδελφοποίηση" των πιστών μελών της.
Βεβαίως, με την ασκούμενη "διακονία του λόγου", η Εκκλησία συνιστούσε στα μέλη της "με τον ιδρώτα του προσώπου τους" (Γενεσ. 3, 19) να αποκτούν τα αγαθά που συνεισέφεραν. Ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος έδινε το παράδειγμα έμπρακτα, αφού όπως αναφέρεται στις Πράξεις των Αποστόλων (κεφ. Κ. 34) "ταις χρείαις του και τοις ούσι μετ΄αυτού διηκόνησαν αι χείρες του".
Όταν άρχισαν οι διωγμοί εναντίον της πρώτης Εκκλησίας της Ιερουσαλήμ, τότε υλοποιήθηκε ενδοεκκλησιαστική αλληλεγγύη με συνεισφορές "λογίες" μεγάλης κλίμακας, που διοργάνωσε ο Απόστολος Παύλος από τις Ελλαδικές κυρίως Εκκλησίες. Συνιστούσε σε κάθε πιστό, κάθε πρώτη ημέρα της Εβδομάδος, ο καθένας τους να βάζει κάτι στην άκρη, ανάλογα με το εισόδημά του που θα αποστέλλονταν στους διωκόμενους Χριστιανούς. (Προς Κορινθίους Α΄ επιστολή κεφ. 16, 1-4)
Σε αυτό το πνεύμα λειτούργησαν τους τρεις πρώτους αιώνες οι πρώτοι Χριστιανοί και όταν είχε καθιερωθεί ο θεσμός των Επισκοπών. Οι πόροι των τοπικών Εκκλησιών προέρχονταν από εκούσιες εισφορές των πιστών των και μεταξύ των Εκκλησιών υπήρχε αλληλοβοήθεια για να αντιμετωπιστούν οι ανάγκες των πτωχών μελών των.
Συμπέρασμα: Η συλλογική δραστηριότητα των πρωτοϊδρυομένων Εκκλησιών στο χώρο της Οικονομίας περιορίζονταν μόνο στον τομέα της "διανομής των αγαθών και υπηρεσιών" και όχι και στον τομέα της παραγωγής των (Πράξεις των Αποστόλων Κεφ. ΙΑ 28-30, ΛΗ΄ Αποστολικός Κανόνας). Μπορούν οι σημερινές μας εκκλησίες, οι ενορίες μας να ακολουθήσουν αυτό το παράδειγμα. Δεν είναι ουτοπία θα πει ο σημερινός "ρεαλιστής" Χριστιανός;
Απαντώ: Αφού αυτό επιτεύχθηκε εκείνη την ιστορική περίοδο, σημαίνει ότι είναι δυνατό να επιτευχθεί και στην εποχή μας. Προσωπικά πιστεύω ότι ως στόχους πρέπει να βάζουμε προοδευτικές ουτοπίες, γιατί έτσι αγωνιζόμενοι θα επιτύχουμε να προχωρήσουμε έστω και μερικά βήματα προς την σωστή κατεύθυνση. Ο ρεαλισμός στην ανάλυση και εκτίμηση των καταστάσεων και των μέσων είναι αναγκαίος για να γίνουν αυτά τα βήματα πραγματικότητα, όμως ο αγώνας για την επίτευξη των στόχων πρέπει να είναι ασυμβίβαστος.

* Ο Νικήτας Αποστόλου είναι πτυχιούχος ΠΑΣΠΕ - Συνταξιούχος Δημοσίου.