Ας γίνουμε καλύτεροι!
Όλο και πιο συχνά τα δελτία ειδήσεων μας πληροφορούν για προσβλητικές ή βίαιες συμπεριφορές ανηλίκων έναντι συνομηλίκων τους. Και η κοινωνία γι’ άλλη μια φορά εμφανίζεται σε μεγάλο μέρος της έκπληκτη, λες και ζει ερήμην των εξελίξεων που σ’ αυτή συμβαίνουν. Διότι τα συγκεκριμένα φαινόμενα υπήρχαν, αν και παρουσιάζονταν με μικρότερη συχνότητα κατά το παρελθόν. Κι αυτό που στις μέρες μας παρατηρούμε να συμβαίνει με ένταση ετοιμαζόταν ή, αν θέλετε, προοιωνιζόταν από καιρό. Όσοι, μάλιστα, κινούμασταν στον χώρο των σχολείων βλέπαμε πως έβαινε αυξανόμενο, με αρκετούς μαθητές να ξεπερνούν συχνά τα όρια και να μην σέβονται τους στοιχειώδεις κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς.
Οι αιτίες πολλές, αλλά στις σημαντικές μπορούμε να κατατάξουμε τον τρόπο, με τον οποίο η κοινωνία διαπαιδαγωγεί τα νέα μέλη της, με την οικογένεια να παίζει σε τούτο καθοριστικότατο ρόλο.
Με αφορμή, λοιπόν, το θέμα μας, ήρθε στη σκέψη ένα περιστατικό από τα μακρινά φοιτητικά χρόνια. Συγκεκριμένα, σε μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που πήρα ταξί, για να μην καθυστερήσω σε εξεταζόμενο μάθημα, επέβαινε σ’ αυτό και κάποια άλλη κυρία. Όταν ενημέρωσα τον ταξιτζή πως θέλω να μ’ αφήσει έξω από τη φιλοσοφική σχολή, εκείνη πήρε τον λόγο· «Ώστε καθηγήτρια! Να τελειώσετε με το καλό και να βάζετε σε τάξη τα παιδιά, γιατί εμείς στο σπίτι δεν μπορούμε να τα βάλουμε! Να τους ρίχνετε και καμία!»
Δεν είναι αναγκαίο ν’ αναφέρω εδώ τον διάλογο που ακολούθησε μεταξύ εμού, του οδηγού και της κυρίας. Εκείνο όμως, που τότε μου έκανε εντύπωση, ήταν πως η κυρία βεβαίωνε ότι δεν είχε καταφέρει να βάλει κάποια αναγκαία όρια στα τρία της παιδιά και, παραιτημένη, είχε αποφασίσει να εναποθέσει αυτό τον ρόλο στους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι ως γνωστόν δεν έχουν στην τάξη τρεις μαθητές, αλλά περισσότερους, ενώ διέκρινα στα λεγόμενά της μιας μορφής ανωριμότητα σχετικά με την ανατροφή των παιδιών.
Όταν πλέον άρχισα να εργάζομαι, διαπίστωσα πως δεν ήταν η μόνη που είχε όμοια αντίληψη, ενώ βίωνα άμεσα ή μάθαινα από συναδέλφους, τόσο της πρωτοβάθμιας όσο και της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, πως αρκετοί γονείς αντί να είναι υποστηρικτικοί στο έργο των εκπαιδευτικών το υπέσκαπταν απροκάλυπτα, συχνά μπροστά στα παιδιά τους, τα οποία βέβαια ήταν πάντα αμέμπτου συμπεριφοράς! Δεκτό αυτό ως ένα σημείο, αν θυμηθούμε τον μύθο της κουκουβάγιας και της πέρδικας που η καθεμιά θεωρούσε το παιδί της ομορφότερο, αλλά η πραγματική ζωή άλλα υπαγορεύει.
Επίσης, δεν είναι λίγες οι φορές που ακούμε γονιούς να λένε ότι μιλούν για όλα τα ζητήματα μπροστά στα τέκνα τους, ότι είναι φίλοι τους και άλλα τέτοια. Μόνο που αυτά ούτε να επεξεργαστούν κάθε φορά τα λεγόμενα, όπως οι μεγάλοι, μπορούν, ούτε έχουν ανάγκη να είναι φίλοι με τους γονείς τους! Φίλους, άλλωστε, αναζητούν μεταξύ των συνομηλίκων τους, γονείς χρειάζονται που, πέραν πολλών αυτονόητων, οφείλουν ν’ αναπτύξουν την κοινωνική νοημοσύνη τους, η οποία συμβάλλει αποφασιστικά στην ομαλή ένταξή τους στην κοινωνία. Διότι καλό είναι ν’ αποκτούν πνευματικές δεξιότητες -στην εποχή μας συμβαίνει κατά κόρον-, αλλά χωρίς την ανάπτυξη των αντίστοιχων κοινωνικών, το παιδί, και μετέπειτα ο ενήλικας, δυσκολεύεται ν’ ανταποκριθεί σε ρόλους που καλείται να υπηρετήσει.
Άλλωστε, για να διαπαιδαγωγηθούν σωστά τα παιδιά χρειάζονται κατ’ αρχάς όρια, διότι χωρίς αυτά η σκέψη και η προσωπικότητά τους, αδιαμόρφωτες καθώς είναι, παραπαίουν. Και ναι, στα παιδιά οφείλουμε να τους μαθαίνουμε να σέβονται, να μην τους ικανοποιούμε κάθε επιθυμία, να φροντίζουμε για την πνευματική και την ψυχοκοινωνική τους προαγωγή, να μην εμπιστευόμαστε την εκπαίδευσή τους στις οθόνες, να μιλούμε ευγενικά στους δασκάλους τους και να μην τους απομυθοποιούμε στα μάτια τους, να μην τα κάνουμε φιλοχρήματα και καλούς καταναλωτές, να τους διδάσκουμε αναγκαίες για τη ζωή δεξιότητες και, κυρίως, να διδάσκουμε με το παράδειγμά μας, διότι ό,τι και να τους λέμε οι πράξεις μας είναι που μετράνε. Πολύ περισσότερο, που οι γονείς οφείλουν να δείχνουν τον ορθό δρόμο, τον κακό θα φροντίσει να τους τον δείξει η κοινωνία! Αν όμως τα παιδιά δεν θα έχουν δημιουργήσει συγκροτημένο, ανθεκτικό ψυχικό κόσμο, πώς θα τον αντιπαλέψουν;
Συμπερασματικά, αν είχαμε τη δυνατότητα να επικοινωνήσουμε με πολλά από τα παιδιά που εκδηλώνουν βίαιη συμπεριφορά, θα διαπιστώναμε πως, ασχέτως κοινωνικής προέλευσης, είναι παιδιά που η ψυχή τους έχει πολύ πονέσει, που έχουν εθιστεί στην πρόκληση βίας θεωρώντας τη κάτι φυσιολογικό ή που απλά για να γελάσουν την προκαλούνε, που… Και, όχι σπάνια, τέτοιου είδους συμπεριφορές κραυγάζουν για τη βιωμένη, παρά τα υπάρχοντα υλικά αγαθά, ψυχική και πνευματική μοναξιά, αλλά και για την ανάγκη επικοινωνίας και ουσιαστικής, όχι επίπλαστης αγάπης. Ας τ’ αφουγκραστούμε αυτά τα παιδιά, όλα τα παιδιά, ως γονείς, ως δάσκαλοι, ως κοινωνία, για να μάθουμε απ’ αυτά και να γίνουμε καλύτεροι, μη λησμονώντας πως δεν ανήκουν στους γονείς τους, αλλά στον εαυτό τους. Εν κατακλείδι, μόνη οφειλή των γονιών είναι να τους δώσουν φτερά, για να πετάνε, και σταθερές ρίζες, για να γνωρίζουν πού ανήκουν κι όποτε θέλουν, να επιστρέφουν!