Ζητείται ικανότητα, τόλμη και όραμα!
Ο χρόνος τρέχει και η κυβέρνηση, εκτός από επιτάχυνση στο έργο της, χρειάζεται να θέσει νέους στόχους που θα εμπνεύσουν την κοινωνία και να βαδίσει μαζί της στην ολοκλήρωση της δεύτερης θητείας και, γιατί όχι, στη διεκδίκηση μιας τρίτης. Πολύ συχνά δίνεται η εντύπωση ότι η κυβερνητική παράταξη έχει ξεμείνει από νέες ιδέες, έχει βαλτώσει πολιτικά και διαχειριστικά με φανερά τα σημάδια της μεταρρυθμιστικής κόπωσης.
Ορισμένοι υπουργοί μοιάζουν να έχουν ολοκληρώσει το έργο τους, να μην αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες, να έχουν ξεχάσει την ατζέντα τους και να περιορίζουν τη δραστηριότητά τους σε ανούσιες επικοινωνιακές παρεμβάσεις για την προσωπική τους προβολή. Είναι γνωστή και σε μεγάλο βαθμό δικαιολογημένη η απέχθεια του πρωθυπουργού στους ανασχηματισμούς. Ίσως όμως να πλησιάζει ο καιρός για πραγματικές αλλαγές στην κυβέρνηση, αφού πρώτα διαμηνύσει στους υπουργούς ότι μόνο τρεις στους δέκα θα συνεχίσουν. Η οκνηρία, η στασιμότητα, η αναποτελεσματικότητα, η απουσία νέων υψηλών στόχων οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια στο τέλος.
Από την άλλη όσοι ευαγγελίζονται μετά τον Ιούλιο 2027, που λήγει η θητεία της Κυβέρνησης, αλλαγή πολιτικής και αριστερόστροφα μοντέλα που δήθεν θα λυτρώσουν τον ελληνικό λαό ή κοροϊδεύουν συνειδητά την εκλογική πελατεία τους ή δεν έχουν επαφή με την πραγματικότητα. Η χώρα, ιδιαίτερα από το 2027 και μετά δεν έχει περιθώρια πολιτικών πειραματισμών, χωρίς να μπει σε νέες περιπέτειες, καθώς έχουμε εμπρός μας ένα δημόσιο χρέος 356,6 δισ. ευρώ (161,9% του ΑΕΠ). Ένα χρέος το οποίο πρέπει να διαχειριστούμε με σοβαρότητα, για τον απλό λόγο ότι από το 2025 και τα μετέπειτα χρόνια οι υποχρεώσεις μας για την εξυπηρέτησή του εκτοξεύονται.
Φέτος, μόνο οι υποχρεώσεις για την εξυπηρέτηση του χρέους ήταν 8,8 δισ. και το 2025 ανέρχονται σε 9 δισ. Το 2026 ανεβαίνουν στα 13 δισ. το 2027 στα 12,1 δισ. το 2028 στα 12,1 δισ. το 2029 στα 10,4 δισ. το 2030 στα 10,9, το 2031 στα 11 δισ. Προφανώς και τα περισσότερα από αυτά δεν θα εξοφληθούν, αλλά θα αναχρηματοδοτηθούν με νέα δάνεια από τις αγορές. Χοντρικά, από το 2027 και για τα επόμενα χρόνια η Ελλάδα θα πρέπει να βγαίνει στις αγορές και να δανείζεται 1 δισ. ευρώ κάθε μήνα.
Το χειρότερο έρχεται στη συνέχεια και συγκεκριμένα το 2032 όπου η Ελλάδα θα πρέπει να πληρώσει τους τόκους για τα δάνεια του 2013 από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας. Συμφωνήσαμε τότε να μην πληρώνουμε τόκους για να μειωθεί το κόστος αναχρηματοδότησης του χρέους, αλλά το 2032 η περίοδος χάριτος λήγει οπότε πρέπει να τους πληρώσουμε όλους μαζί.
Με όλα αυτά τα οικονομικά δεδομένα αλλά και με τις αδυναμίες της κυβέρνησης να εστιάζονται κυρίως στην αναποτελεσματικότητα και την έλλειψη στόχων για την επόμενη μέρα η ατμόσφαιρα θα βαρύνει επικίνδυνα στη χώρα. Παρά τις προσπάθειες που γίνονται σε όλους τους τομείς, υπάρχει έντονη η εντύπωση ότι οι λύσεις καθυστερούν επί μακρόν και χωρίς σοβαρό λόγο. Προβλήματα τα οποία επισημάνθηκαν από την αρχή εξακολουθούν να βρίσκονται ορθάνοιχτα πάνω στο τραπέζι, ενώ άλλα που προέκυψαν στην πορεία δεν βρήκαν τη λύση τους. Η ακρίβεια είναι ένα σύνθετο ζήτημα που δεν αντιμετωπίστηκε ακόμη. Το ομολόγησε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός με τις απαράδεκτες αυξήσεις στο ρεύμα.
Το δημόσιο σύστημα υγείας, όπως όλοι ξέρουν, εξακολουθεί να αντιμετωπίζει σύνθετα προβλήματα οργάνωσης και ορθής αξιοποίησης των πόρων. Η στήριξη στις οικογένειες, με τα μέτρα που ανακοινώθηκαν, αποδεικνύεται ανεπαρκής. Το Δημογραφικό είναι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα της χώρας και θα έπρεπε να έχει τεθεί συγκεκριμένος στόχος ώστε τα επόμενα χρόνια οι γεννήσεις να είναι περισσότερες από τους θανάτους.
Μόνον οι μεταρρυθμίσεις, οι γρήγορες και τολμηρές αποφάσεις κι η πιστή τήρηση των δημοσιονομικών κανόνων μπορούν να φέρουν κάποια αχτίδα αισιοδοξίας και να διατηρήσουν ελεύθερη την πρόσβαση της Ελλάδας στις διεθνείς αγορές με καλούς όρους που θα επιτρέψουν να υπάρξει ποιότητα και στην καθημερινότητα των πολιτών.