Ευάγγελος Αβέρωφ – Τοσίτσας Ο θρησκευόμενος πολιτικός

on .

ABEROF PAPA THANASHS DEKAETIA 80

 Ὁ Εὐάγγελος Ἀβέρωφ – Τοσίτσας, ὁ ὁποῖος κάνοντας τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ ἔφυγε ἀπό τό μάταιο τοῦτο κόσμο πριν 30 χρόνια (2 Ιανουαρίου 1990), δέν ἦταν  μόνο ὁ διεθνοῦς ἀκτινοβολίας πολιτικός οὔτε μόνο ὁ καταξιωμένος πνευματικός

ἄνθρωπος πού ἀντιπροσωπεύει ἕνα ἐκτεταμένο καί  πολύμορφο συγγραφικό ἔργο ἐντελῶς προσωπικοῦ χρώματος. Ἦταν μιά προσωπικότητα μέ ὀρθό κοσμοθεωριακό προσανατολισμό, πού στηριζόταν σέ μιά σωστή καί γνήσια θρησκευτικότητα, ἀπό τήν ὁποία ἦταν διαποτισμένη τόσο ἡ ἀξιοθαύμαστη πνευματική του παραγωγή, ὅσο γενικότερα καί ἡ ζωή του.
Γόνος βαθύτατα θρησκευόμενης οἰκογένειας ὑπῆρξε ὑπόδειγμα θρησκευόμενου πολιτικοῦ. Ἐκκλησιαζόταν τακτικά καί πάντοτε τοῦ ἄρεσε νά ἀπαγγέλλει τό σύμβολο της πίστεως. Βοηθοῦσε μέ κάθε τρόπο στήν ἀνέγερση καί τόν ἐξωραϊσμό ἱερῶν ναῶν καί μονῶν. Σεβόταν τούς ἐκπροσώπους τῆς Ἐκκλησίας. Τιμοῦσε τήν Ἑλληνορθόδοξη κληρονομιά.
Μέ συγκίνηση καί νοσταλγία ἀναπολῶ τίς ἀτέλειωτες πνευματικές μας συζητήσεις στούς περιπάτους  στούς δρόμους τῆς Κηφισιᾶς καί στίς ἐξοχές τοῦ Μετσόβου. Ἀπόλυτα ἐνημερωμένος στά ἐκκλησιαστικά θέματα μέ ἔκανε κοινωνό τῶν ἀνησυχιῶν του γιά τό μέλλον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Πόλη, γιά τή θρησκευτική ἀδιαφορία τῶν νέων μας, γιά τήν κρίση τοῦ πολιτισμοῦ καί γιά τήν πνευματική προκοπή τοῦ ἀγαπημένου μας Μετσόβου. Στίς συζητήσεις του ἀναδεικνυόταν ἐπίκαιρος  καί αἰώνιος, ρεαλιστής καί ἰδεαλιστής, ἱστορικός ἀλλά καί μεταφυσικός. Ἦταν ὁ ἄνθρωπος μέ τά πλατειά ἐνδιαφέροντα καί τή συνείδηση τοῦ χρέους πρός τήν  ἑλληνορθόδοξη κληρονομιά, τόν τόπο καί τόν καιρό μας.
Ἡ θρησκευτικότητα τοῦ Εὐαγγέλου Ἀβέρωφ δέν ἦταν τυποποιημένη, ἐπιφανειακή καί ὑποκριτική, ὅπως συμβαίνει μέ πολλούς πολιτικούς, πού τήν ἐκδηλώνουν ἐντελῶς τυπικά στίς ἐπίσημες δοξολογίες καί ἐκκλησιαστικές τελετές εἴτε γιά λόγους κοινωνικῆς προβολῆς καί ψηφοθηρίας τοῦ θρησκευόμενου ἑλληνικοῦ λαοῦ εἴτε γιατί οἱ ἐθιμοτυπικοί κανόνες τό ἐπιβάλλουν. Ἐμφορούμενος ἀπό ὑγιή θρησκευτικά βιώματα ὁ Εὐάγγελος Ἀβέρωφ μέ θαυμαστή παρρησία τά ἐξωτερίκευε, ὅπου καί ὅταν χρειαζόταν.
Μαρτυρία θρησκευτικῆς ὁμολογίας ἀποτελοῦν τά κείμενά του, ἀπό τά ὁποῖα παραθέτουμε μερικά ἀντιπροσωπευτικά ἀποσπάσματα, ὅπου διαφαίνεται ἔντονα ὁ ἑλληνορθόδοξος πνευματικός του προσανατολισμός.
• Στή Ζωσιμαία Παιδαγωγική Ἀκαδημία Ἰωαννίνων σέ ὁμιλία του τό 1962 πρός τή σπουδάζουσα νεολαία τῆς Ἠπείρου εἶπε μεταξύ ἄλλων καί τά ἑξῆς: «Εὔχομαι νά μή λησμονήσετε ποτέ τήν μεγάλην ἀλήθειαν ὅτι ἡ πίστις εἰς τόν Θεόν ἀποτελεῖ τό μόνον ἀσφαλές θεμέλιον τῆς ζωῆς σας. Αἱ σημεριναί ἐκτυφλωτικαί ἐπιτυχίαι τῆς ἐπιστήμης δέν ἀποτελοῦν συνηγορίαν ὑπέρ τοῦ ἀθεϊσμοῦ, ἀλλά ἀντιθέτως φέρουν τόν ἀνθρωπον ἐγγύτερον πρός τήν ἰδέαν τοῦ Θεοῦ. Οἱ μεγάλοι σκαπανεῖς τῆς ἐπιστημονικῆς προόδου ἐξέρχονται ἀπό τά ἐργαστήριά των μέ ἐνισχυμένην τήν πίστιν εἰς τόν Θεόν… Εἶναι τοὐλάχιστον ἀφελές ἡμεῖς, μέ τά περιωρισμένα ὀπτικά πεδία, ν’ ἀμφισβητοῦμεν τήν ὕπαρξιν μιᾶς ὑπερκοσμίου δυνάμεως, τῆς ὑπερκοσμίου δυνάμεως ἡ ὁποῖα ἀποτελεῖ τό καταφύγιον τῆς ἀσθενοῦς ἀνθρωπίνης ψυχῆς μας, εἰς πάντα πόνον καί ἰδίᾳ ὅταν ἀντιμετωπίζωμεν τό ἀγχώδες κενόν τοῦ θανάτου. Προσωπικῶς δέν διστάζω, καθ’ἥν στιγμήν καθίσταται εἰς πολλούς τῆς μόδας ν’ ἀμφισβητοῦν τήν ὕπαρξιν τοῦ Θεοῦ καί νά χλευάζουν τήν θρησκείαν, νά δηλώσω ὅτι καί εἰς τόν Θεόν πιστεύω καί βαθύτατα θρησκεύομαι». (Εὐαγ. Ἀβέρωφ, Μερικά κείμενα, Ἀθῆναι 1963, σ.14).

• Σέ ἔρευνα τῆς ἐφημερίδας «Ἀπογευματινή» μέ θέμα «Πότε καί ποῦ πιστεύετε» ὁ Εὐάγγελος Ἀβέρωφ ἀπάντησε μέ καθαρότητα καί σαφήνεια στίς ἐρωτήσεις πού τοῦ τέθηκαν. Στήν πρώτη ἐρώτηση, ἄν ὁ Χριστιανισμός ἀνταποκρίνεται στήν πνευματική ὑποδομή πού ἔχει ἀνάγκη σήμερα ὁ κόσμος, ἡ ἀπάντησή του ἦταν: «Νομίζω πώς ὁ Χριστιανισμός ἀνταποκρίνεται  πλήρως στήν πνευματική ὑποδομή τοῦ σημερινοῦ κόσμου. Γιατί τό κήρυγμά του εἶναι πρίν ἀπ’ ὅλα κήρυγμα ἀγάπης καί δικαιοσύνης, πού εἶναι σήμερα πολυτιμότερο ἀπό κάθε ἐποχή». Στό δεύτερο ἐρώτημα, ἄν ἡ κατάκτηση τοῦ διαστήματος ἐπηρέασε τό θρησκευτικό συναίσθημα τοῦ κόσμου, ἀπάντησε ὡς ἑξῆς: «Ἡ κατάκτηση τοῦ διαστήματος δέν πιστεύω νά ἐπηρεάζει σοβαρά τό θρησκευτικό συναίσθημα. Ἄλλωστε ποῦ μᾶς ὁδηγεῖ ἡ κατάσταση αὐτή; Στό νά συνειδητοποιοῦμε πληρέστερα πώς ΄΄φεγγάρι΄΄ δέν σημαίνει ΄΄Διάστημα΄΄ καί ὅτι τό τελευταῖο εἶναι ἀχανές, δίχως τέλος…Πιστεύω ὅτι ἡ πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων ἀγαπᾶ τήν Ἐκκλησία. Τό θέμα εἶναι πόσοι τήν ἀγαποῦν ἀπό πίστι καί πόσοι ἀπό συνήθεια΄΄ (Ἀπογευματινή, 6-3-73, σ.7).

• Στό ὑπέροχο βιβλίο του «Στό μοναστήρι τοῦ Ἅϊ-Νικόλα», πού μεταφράστηκε καί στά γαλλικά μέ πολύ κολακευτικά γιά τό συγγραφέα σχόλια, ἐξωτερικεύει μέ λογοτεχνικές γραμμές καί αἰσθητικές εἰκόνες τά γνήσια καί εἰλικρινή πληθωρικά θρησκευτικά του βιώματα. Στό βιβλίο αὐτό,  ὅπου συναντῶνται ἡ ἱστορία καί ὁ θρησκευτικός στοχασμός, φαίνονται καθαρά οἱ θρησκευτικές ἀνατάσεις καί πτήσεις τοῦ Εὐαγγέλου Ἀβέρωφ, ἡ δοξολογική του ἀναφορά καί ὁ ἀπεριόριστος σεβασμός του πρός τό Θεό καθώς καί ἡ ἀγάπη του γιά τόν ἄνθρωπο.
Μιά «ἐκ βαθέων» δοξολογική καί εὐχαριστιακή ἀναφορά τοῦ συγγραφέα πρός τήν πηγή κάθε ἀγαθοῦ, τό Θεό, εἶναι τό γραφόμενο:
«Ὕμνους ἀναπέμπομέν Σοι, Κύριε!
Ἀνέστη ὁ Ἅη Νικόλας τοῦ Μετσόβου!
Εὐχαριστοῦμεν Σε, Κύριε!» (σελ. 39).
Στό ἴδιο βιβλίο (σ.40) ὁ συγγραφέας μιλάει γιά τήν ἐσωτερική πληρότητα καί γαλήνη, πού χαρίζει στόν ἄνθρωπο ἡ ζωντανή ἐπαφή μέ τήν ἀπόλυτη ἀρχή τοῦ κόσμου, τό Θεό, ὅταν τόν πλησιάζει κανείς ὄχι νοησιαρχικά, ἀλλά βιωματικά.
«…Πῆγα καί κάθησα στά βορινά στασίδια. Εἶχα ἀπέναντί μου τούς πολεμιστές ἁγίους, λεβέντες, παρθενικούς, ζωντανούς μέ τή ζωή τους τῶν αἰώνων. Κοίταξα ἐκεῖ ὅπου, πρίν ἀπό χρόνια, εἶχα πρωτοξύσει λίγη, τόση-δά, ἀπό τήν πηχτή μαυρίλα, καί ὅπου εἶχε ξεσκεπαστεῖ κάτι σά μάτι.
Ἦταν ὁ Ἅγιος Νέστορας.
Οἱ πίκρες, οἱ σιχασιές, εἶχαν ξεχαστεῖ.
Ναι. Εἶχαν ἐξαφανιστεῖ. Δέν ὑπῆρχαν.
Ἕνα βαθύτατο μυστήριο μέ πλημμύριζε… Μιά γαλήνη πού ἐρχόταν ἀπό πολύ μακριά καί πήγαινε πολύ πιό πέρα ἀπό τό θάνατο. Δέν μποροῦσα νά πῶ τήν ἀρχή καί τό τέλος αὐτῆς τῆς γαλήνης…
Τά ταξίδια μου σέ μακρινές χῶρες φαίνονταν μικρά. Οἱ τόσες πολύβουες πολιτεῖες πού εἶχα ἰδεῖ μίκραιναν κι’ αὐτές. Γνωριμίες μέ μεγάλα πρόσωπα, ἀγῶνες κι’ ὁμιλίες στά τρίστατα τοῦ κόσμου, φαίνονταν γεγονότα ξεθωριασμένα, σύντομα καί ἀσήμαντα. Τοῦτο τό ταξίδι τῆς γαλήνης φαινόταν πολυσήμαντο καί δίχως τελειωμό….
… Ἐγώ μιά φορά ἤμουν χαρούμενος, ζεστός, γαλήνιος.
Οἱ φωνές τῶν ἀνθρώπων πού ἔκαναν τό μικρό τους ταξίδι πλησίαζαν. Πρόφθασα νά σταθῶ στό κέντρο τῆς ἐκκλησιᾶς καί νά κοιτάξω ψηλά, κατά τή θολωτή ὀροφή της. Εἶδα ἐπιβλητικό τόν Παντοκράτωρα, κοίταξα τά αὐστηρά του μάτια, ἔκαμα πάλι τό σταυρό μου καί εἶπα:
-Σ’ εὐχαριστῶ, Θεέ μου. Δέν τ’ ἄξιζα! Γιατί ἤσουν τόσο καλός μαζί μου;» (Εὐαγγέλου Ἀβέρωφ –Τοσίτσα, Στό μοναστήρι τοῦ ἅη Νικόλα, Ἀθήνα 1978, σ.4).

• Στό βιβλίο του «Ἡ ἁγία Παρασκευή τοῦ Μετσόβου», ὅπου περιγράφει μέ λογοτεχνική χάρη καί ἐπιστημονική ἀκρίβεια τόν ἱστορικό καί ἐνδιαφέροντα ναό, γράφει τά ἑξῆς πού θυμίζουν εὐσεβεῖς βυζαντινούς ἄρχοντες, ἐπιβεβαιώνοντας γιά ἄλλη μιά φορά τή θρησκεύουσα κοσμοθεωριακή του τοποθέτηση.
«Ἡ παροῦσα
τρίγλωσσος πλήν ἀτελής βίβλος
διά χειρός τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ Εὐαγγέλου
πόνημά τε καί ἀφιέρωμα τούτου
ἔστω τῷ πανσέπτῳ Ἱερῷ Ναῷ
Ἁγίας Παρασκευῆς
Μετζόβου
ἐπ’ εὐκαιρία τῆς ἐν ἔτει σωτηρίῳ ᾳϡοβ’
ἡμέρα τῆς Παναγίας
- Αὐγούστου ιε’ –
βαπτίσεως
ἐν τῷ περικαλλεῖ τούτῳ Ναῷ
τοῦ νεοφωτίστου
Εὐαγγέλου
ἐγγόνου τοῦ προσφιλεστάτου 
ἀδελφοῦ
Μιχαήλ
υἱοῦ τε ἅμα τῶν πεφιλημένων ἀνεψιῶν αὐτοῦ
Ἰωάννου καί Ἑλένης Ἀβέρωφ»
(Εὐαγγέλου Ἀβέρωφ, Ἡ ἁγία Παρασκευή τοῦ Μετσόβου, Ἀθῆναι 1972, σ. 16).

• Ὡς Ὑπουργός Ἐθνικῆς Ἀμύνης, στίς γεμᾶτες πατριωτική φλόγα καί ἐθνικό παλμό ἡμερήσιες διαταγές του πρός τίς ἔνοπλες δυνάμεις τῆς χώρας, ποτέ δέν λησμονοῦσε τήν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Θεοῦ καί πάντοτε ἐπαναλάμβανε, προσαρμοσμένη στήν περίπτωση, τήν προτροπή τῆς θείας λειτουργίας: «Ἄνδρες τῶν Ἐνόπλων Δυνάμεων, ἄνω σχῶμεν τάς καρδίας»!
Ἀκόμα καί στό τέλος τοῦ πρόχειρου ὁδηγοῦ του γιά τούς ἐπισκέπτες τῆς πινακοθήκης τοῦ Μετσόβου, τήν  ὁποῖα ὁ ἴδιος μέ πολύ μεράκι δημιούργησε, δέν ξεχνάει νά εὐχαριστήσει τό Θεό μέ τίς φράσεις: «Δόξα σοι Κύριε, πού μέ κάθε τρόπο μᾶς βοήθησες καί σέ τούτη τήν προσπάθεια!» (Εὐαγ. Ἀβέρωφ, Πρόχειρος ὁδηγός γιά τούς ἐπισκέπτες τῆς Πινακοθήκης τοῦ Μετσόβου, α.χ. κ τ. σ.6).

• Ἀπό τά ἀντιπροσωπευτικά κείμενα πού παραθέσαμε, φαίνεται καθαρά ὅτι ὁ Εὐάγγελος Ἀβέρωφ ὑπῆρξε ἕνας θρησκευόμενος πολιτικός, ἕνας ὁλοκληρωμένος τύπος πνευματικοῦ ἀνθρώπου ὁλόπλευρα διαμορφωμένος καί ἁρμονικά ἐνταγμένος στό φυσικό, ἱστορικό καί κοινωνικό του περιβάλλον.
Μέ τή θρησκεύουσα κοσμοθεωριακή του τοποθέτηση ὁ Εὐάγγελος Ἀβέρωφ ἀποδεικνύει ὅτι τό θρησκευτικό πιστεύω δέν ἀποτελεῖ ὑπόθεση μόνο τῶν ἁπλοϊκῶν πιστῶν στήν Ἐκκλησία, ἀλλά συναντᾶται καί στήν πολιτική, στή διπλωματία, στό ἐμπόριο, στήν ἐκπαίδευση καί ὁπουδήποτε ἀλλοῦ. Καί ἐδῶ ἐπιβεβαιώνεται αὐτό πού ἔλεγε ὁ παγκοσμίου φήμης Ἄγγλος μηχανικός Ροβέρτος Πέρκς : «Ὁ βουλευτής, ὁ δικαστής, ὁ τραπεζίτης, ὁ δήμαρχος μιᾶς πόλεως, ὁ μυθιστοριογράφος, ὁ ἐκδότης μιᾶς ἐφημερίδος, πᾶς ἐπαγγελματίας καί πᾶς ἰδιώτης δύναται νά ἐφαρμόζουν τά κηρύγματα τοῦ Χριστοῦ εἰς τάς εἰδικάς περιπτώσεις καί εἰς τά προβλήματα, τά ὁποῖα ἕκαστος ἐξ’ αὐτῶν ἀντιμετωπίζει ἐν τῷ κύκλῳ τῆς δράσεώς του».
Ὁ Γκαῖτε γράφει ὅτι «ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιουργικός ὅταν εἶναι θρησκευτικός». Καί ὁ Εὐάγγελος Ἀβέρωφ ὑπῆρξε πολύπλευρα δημιουργικός, ἐπειδή ἦταν βαθύτατα θρησκευόμενος.

 

* Ο Μιχάλης  Τρίτος είναι Καθηγητής Α.Π.Θ.