«Η "Νόρα" μιλάει στον θεατή σαν να γράφτηκε σήμερα…»

on .

MAGKANARH MARIA SKHNOTHETHS

Τι κι αν γράφτηκε πριν από 140 χρόνια. Η «Νόρα», το κλασικό θεατρικό έργο του Ερρίκου Ίψεν που ανεβάζει αυτό τον χειμώνα το ΔΗΠΕΘΕ Ιωαννίνων, «μιλάει» στον θεατή σαν να γράφτηκε σήμερα, τονίζει η σκηνοθέτης της παράστασης Μαρία Μαγκανάρη. Μας μιλάει επίσης για τη γυναικεία χειραφέτηση που αποτελεί θεματικό «πυρήνα» του έργου, αλλά και για το πώς βλέπει τα Γιάννενα του σήμερα σε σύγκριση με την πόλη που έζησε εκείνη ως φοιτήτρια.

Η συνέντευξη

• Το ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ιωαννίνων ανεβάζει αυτό τον χειμώνα τη «Νόρα» (1879) του κορυφαίου Νορβηγού δραματουργού Ερρίκου Ίψεν σε σκηνοθεσία δική σας. Γιατί επιλέξατε αυτό το έργο;

Η επιλογή του έργου έγινε απ' την καλλιτεχνική διευθύντρια του ΔΗ.ΠΕ.ΘΙ Ελένη Δημοπούλου. Όταν μου τηλεφώνησε για να μου προτείνει να το σκηνοθετήσω μου είπε : «Θέλω να σου δώσω τη “Νόρα”», σαν να έλεγε «θέλω να σου εμπιστευτώ κάτι πολύτιμο». Και είναι έτσι ακριβώς. Τέτοια έργα είναι θησαυροί, γι' αυτό και δεν είναι τυχαίο ότι παίζονται συνεχώς. Θέλω να την ευχαριστήσω που μου εμπιστεύθηκε αυτόν τον θησαυρό. Ένα έργο γραμμένο 140 χρόνια πριν που μιλάει στους σημερινούς ανθρώπους σαν να γράφτηκε σήμερα.

• Είναι αλήθεια ότι ο Ίψεν διακρινόταν από την ψυχογραφική γραφή και μιλούσε για τη γυναικεία χειραφέτηση;

Ο Ίψεν βάζει στο μικροσκόπιο την οικογένεια και τον θεσμό του γάμου -έννοιες που παραδοσιακά θεωρούνται «ιερές»- και δεν τους χαρίζεται καθόλου. Στη «Νόρα» μια εικόνα συζυγικής και οικογενειακής τελειότητας αποδεικνύεται ψευδής. Η αποκάλυψη ενός μεγάλου μυστικού θα φέρει στο φως την απόλυτη ανισότητα που επικρατεί στη σχέση μεταξύ των δύο συζύγων.
Το έργο, θα λέγαμε, ελέγχει την οικογένεια ως πυρηνικό θεσμό της κοινωνίας, αποκαλύπτοντας τη θέση που έχει η γυναίκα εντός της. Φυσικά, ό,τι ισχύει στην οικογένεια, δεν θα μπορούσε παρά να ισχύει και στην κοινωνία. Υπό αυτήν την έννοια είναι απόλυτα σύγχρονο, καθώς η θέση της γυναίκας στην κοινωνία τόσο το 1879 που γράφτηκε το έργο, όσο και σήμερα, είναι δυσμενής. Είναι θλιβερό να συζητάμε ακόμα και σήμερα για το αυτονόητο δικαίωμα της γυναίκας στο ίδιο της το σώμα και στην επιλογή της να κυοφορήσει ή όχι. Και είναι υποκρισία να μας σοκάρουν οι όλο και αυξανόμενες γυναικοκτονίες (που πολύ συχνά συμβαίνουν από συζύγους ή συντρόφους). 
Αυτό που κάνει όμως το έργο μοναδικό, πέρα απ' το ίδιο του το θέμα, είναι ο βαθύς τρόπος με τον οποίο ο Ίψεν σκιαγραφεί τα πρόσωπα και τις σχέσεις. Όλοι οι ήρωες είναι πολυδιάστατοι, πρόσωπα με θετικά και αρνητικά χαρακτηριστικά και κυρίως, με ψυχικές περιοχές θολές και αδιευκρίνιστες. Ακόμα και η βασική του ηρωίδα δεν εξιδανικεύεται, παρουσιάζεται με όλο το φως και το σκοτάδι της, σαν ένας κανονικός, μπερδεμένος άνθρωπος που προσπαθεί να γνωρίσει τον εαυτό του.

• Διαβάζοντας την υπόθεση του έργου νομίζουμε ότι γράφτηκε σήμερα. Ποια είναι τα κοινά σημεία του θεατρικού έργου με τη σημερινή κοινωνία της ανέχειας και της φτώχιας;

-Η κοινωνική διάσταση ενυπάρχει σε όλα τα έργα του Ίψεν. Το ζευγάρι ή η οικογένεια δεν είναι παρά το παράδειγμα μέσω του οποίου ο συγγραφέας μιλάει για το σύνολο της κοινωνίας. Η οικογένεια με τις σχέσεις εξουσίας και τους επιβεβλημένους ρόλους, με τα μυστικά και τα ψέματά της, αποτελεί μικρογραφία ενός κοινωνικού συνόλου βουτηγμένου στην υποκρισία. Και όσο και ν' ακούγεται παράξενο, υπάρχουν πολλά κοινά ανάμεσα στην κοινωνική πραγματικότητα του έργου και στη δική μας, σήμερα.
Η έννοια του χρήματος, (όπως και αυτή του δανεισμού και του χρέους), είναι εξαιρετικά κομβική στη «Νόρα». Για οχτώ χρόνια η βασική ηρωίδα είναι σκλάβα του δανεισμού στον οποίο κατέφυγε κρυφά. Το έργο ξεκινάει με την ίδια να ταυτίζει την ελευθερία και την ευτυχία της με την οικονομική ελευθερία και τη δυνατότητα να ξοδεύει, και τελειώνει με μια πλήρη αντιστροφή: μετά την αποκάλυψη του μυστικού της θα δει τον εαυτό της να χειραφετείται με έναν πρωτόγνωρο τρόπο. Θ' αναζητήσει πλέον την ουσία, όχι στο χρήμα και στα υλικά αγαθά, αλλά σε περιοχές πνευματικές και ψυχικές, μακριά απ' το «κουκλόσπιτό» της.

• Σπουδάσατε στο Φιλολογικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Τι έχετε να θυμάστε από εκείνη την εποχή;

Μου αρέσει να λέω ότι για μένα τα Γιάννενα δεν είναι τόπος, αλλά χρόνος. Είναι ο χρόνος της πρώτης μου νιότης, ως εκ τούτου μια περίοδος μυθική. Νομίζω πως όσοι έχουν περάσει τα φοιτητικά τους χρόνια στα Γιάννενα (ή κάπου αλλού εξίσου όμορφα), μπορούν ν' αντιληφθούν τι εννοώ. Εγώ, ενώ θα μπορούσα να σπουδάσω στην Αθήνα, στόχευσα να περάσω στα Γιάννενα -δεν ξέρω γιατί, εκεί ήθελα κι ας μην είχα πάει ποτέ πριν. Έζησα στα Γιάννενα την περίοδο 1992-1996. 
Ξενύχτια, μουσικές, διαβάσματα, έρωτες, δράματα και κλάματα, τα παλιά ΚΤΕΛ, η Λέσχη στη Δόμπολη και μετά στη Δουρούτη, η Φοιτητική Εστία, οι εξεταστικές, τα ρεμπετάδικα και τα ουζερί, το Ιτς Καλέ και οι βόλτες στο κάστρο, οι Τζαμάλες, τα τραπεζάκια της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς, η Λίμνη παγωμένη, η Λίμνη με βροχή, το Μιτσικέλι χιονισμένο. Το σύνθημα: «Κάντε το “Ξενία” φοιτητική Εστία και όχι τεκέ για την ολιγαρχία!» και οι τσακωμοί μετά τις φοιτητικές εκλογές. Εκδρομές στα Ζαγόροχώρια την Καθαρά Δευτέρα. Το «Πολυθέαμα», ο «Μπίτας» και η «Γρανάδα» -τα υπέροχα σινεμά. Και η πρώτη φορά που ανέβηκα στη σκηνής ως ηθοποιός- στο «Πολυθέαμα». Το «Μαντζάτο», το «Μαντζάτο», το «Μαντζάτο»! Οι φίλοι που τους κρατάω μέχρι σήμερα σαν πολύτιμους λίθους.

• Και τώρα που… επιστρέψατε, πώς σας φαίνονται τα Γιάννενα του 2020;

Με συγκινούν κάθε φορά που έρχομαι. Μετά την δεύτερη – τρίτη μέρα ξαναθυμάμαι τα πάντα, τα δρομάκια, τα μαγαζιά. Αυτή η φορά ήταν ιδιαίτερη για πολλούς λόγους. Ήρθα σαν σκηνοθέτης σε ένα έργο που αγαπώ (σαν ηθοποιός είχα ξαναέρθει το 2006). Επιπλέον, ήρθα με τον άντρα μου και τον γιό μας, ο οποίος έβλεπε την πόλη για πρώτη φορά και είμαι σίγουρη πως την αγάπησε. Και κάτι ακόμα: ήρθαν απ' την Αθήνα για την πρεμιέρα οι αγαπημένες μου φίλες Μυρτώ, Ευγενία και Ράνια, με τις οποίες σπουδάζαμε μαζί. Λοιπόν, όσο και να 'χει αλλάξει η πόλη, όταν περπατούσαμε μαζί στην Αβέρωφ, ήταν σαν να βλέπαμε τους εαυτούς μας 25 χρόνια πριν!

• Τι θα απευθύνατε στους φίλους του θεάτρου που θα έρθουν να παρακολουθήσουν την παράστασή σας;

Να έρθουν για να παρακολουθήσουν ένα έργο που, αν και γράφτηκε πριν από 140 χρόνια, μιλάει για σημερινούς ανθρώπους! 

* * * 

Σύντομο βιογραφικό

Η Μαρία Μαγκανάρη είναι ηθοποιός και σκηνοθέτης. Γεννήθηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε από το Φιλολογικό Τμήμα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και από τη Δραματική Σχολή Βεάκη. 
Ιδρυτικό μέλος της ομάδας «Κανιγκούντα», συμμετείχε ως ηθοποιός σε όλες τις παραστάσεις του θιάσου (2005-2013). Το 2012 επιχείρησε την πρώτη της σκηνοθεσία («Μεσοπόλεμος», Οικία Κατακουζηνού), ενώ το 2014 ίδρυσε την ομάδα προτσές. Έχει σκηνοθετήσει διάφορες παραστάσεις, ενώ έγραψε και σκηνοθέτησε τη μικρού μήκους ταινία «Κλαίνε την ώρα που τα σκοτώνουν» (παραγωγή Ε.Κ.Κ., 2007). Η ταινία τιμήθηκε με το βραβείο της Πανελλήνιας Ένωσης Κριτικών Κινηματογράφου και διακρίθηκε σε πολλά διεθνή φεστιβάλ. 

ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΣ ΙΝΤΖΕΜΠΕΛΗΣ