ΜΕ ΚΑΛΗ ΠΡΟΘΕΣΗ

Γράφτηκε από τον/την ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ-ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ on . Posted in Με Καλή Πρόθεση

Άιντε να... σταλάξει λίγη «δροσιά» για κάποιους Έλληνες!

■  Άιντε να καλωσορίσουν και τα τρία κανάλια... Άιντε, χαϊρλίτ’κα νάναι... Άιντε να ματαπάν στις δουλειές τους τόσους κοσμάκης... Άιντε και ν’ αρχνίκ’ να σταλάζει - κι όχι ν’ ανοίξουν οι στρόφιγγες - και για τους κάποιους Έλληνες που είναι με τη γλώσσα όξω για λίγη δροσιά!.. Δροσιά που έχει κι άλλο όνομα... Παρά τη λένε... φράγκο το λέγαμαν παλιά... ευρώ το λέμε τώρα... τριακόσιες σαράντα τόσο δραχμούλες πάνω το λιαν’ζμένο!.. Ο μαύρος σκέτος Έλληνας ούτε κατάλαβε τι του γίνκι, ρε γαμώτο! Θυμάμαι, τις πρώτες μέρες της κυκλοφορίας του Ευρώ, γριούλα (που οπωσδήποτε ήταν μικρότερη από μένα...) άνοιξε τη χούφτα της, επειδή δεν τα γνώριζε τι ήταν και είπε στο μανάβη... «να πάρε εσύ τι θέλεις...». Κι αυτό μας απόμεινε, ακόμα το λέμε, από το μανάβη ως τα ανώτερα Κρατικά Μαγαζιά (με κεφαλαία ρε). Και χάσαμαν τον μπούσουλα... κι αρχίζουμε τις βλαστήμιες και τα αχρειάνκα σαν λαβαίνουμε επίσημους λογαριασμούς - που είναι κι ο μπαμπούλας μας!..
Πότε - μωρέ μάνα μ’ και μωρέ ψ’χή μ’ πέρασε το δίμηνο και ματάρθει το χαρτί της θανατικής μας ποινής; Τώραγια ήταν που πληρώσαμαν!!! Αμ’ δεν ήταν τώρα για... τρώμε το χρόνο της ζωής μας τραβώντας το χαρτάκι του ημερολογίου... για να περάσει ο μήνας ... και τούτος να ματαπληρωθούμε, να πληρώσουμε τους λογαριασμούς... μη μας έρθ’ ο χωροφύλακας... μη μας πάρουν τηλέφωνο!.. Καλά έλεγα κάποτε να πάω να μονάσω στη Μπελόη του Βραδέτου... είχα σχετικώς καλά ακόμα τα κότσια μου και ζιούσε η Κανέλω μας! Έφυγε αθόρυβα... μια ώρα ήταν η αγωνία της κι αυτή ευγενική σαν όλη της τη ζωή... Μήπως ξέρετε εσείς φίλοι μου... εκεί στον άλλον κόσμο παν και τα ζωντανά μας; Θα βρει η Κανέλω μας τον γιο μας; Την αγαπούσε και τον αγαπούσε. Της έφερνε λιχουδιές και τα μάτια της έσταζαν μέλι σαν τη χάιδευε...
Φίλοι μου... μήπως αρχίζω να μαζεύω υπογραφές; Πόνους έχω βέβαια λογιαστούς - βλοημένα τα αναλγητικά... αλλά το φαγάκι μου το τρώω όλο! Έχω βγάλει διάφορες ζάντζες (ιδιοτροπίες) πάνω απ’ αυτές που είχα, αλλά... δικαιολογούμαι πως... πονάω και γκρινιάζω. Μ’ αρέει τώρα να γκιζεράω τα Γιαννινάκια μ’. Την πόλη μου που περβατιώταν... να μπαινοβγώ στα σοκάκια των μαχαλάδων μας... «Εδώ κάθονταν ο τάδε... εδώ ο δείνα... εδώ η τάτα, εδώ ο δάσκαλος, ο τάδε... κι εδώ η συμμαθήτρια αυτή και παραπέρα η άλλη... Εδώ, εκείνο το ομορφόπαιδο που μας κορτάριζε (κορτάριζαν τότε. Τώρα έρχονται και σε παίρνουν από το σπίτι σου με την ευλογία της φαμίλιας σου της γελαστής... κοπελίτσα μου...). Θέλω να περάσω την Ανεξαρτησίας, σαν τότε που πηγαίναμαν στο Θηλέων...
 Τώρα, μου είπε η καλή μου φιληνάδα, η Μαίρη η Κολιού, πως θα μου φωτογραφίσει την Ανεξαρτησίας... για να κλάψω... από τα κλεισμένα μαγαζιά... Μήπως, στ’ αλήθεια χρειαζόμαστε νάρθουν τα ευρώπουλα (που λέει εκείνη η αγέλαστη) μ’ ανοιχτές στρόφιγγες και με κανάλια ακόμα;
Χαλασιά μας και φουρτούνα μας λέγαμαν παλιά εδώ... Καημένο μου παιδί, Αλεξάκη... σε βλέπω τώραγια... Καλά λες, μπόρα του κιαρατά περνάμε... και σεις είστε στο μάτι του Κυκλώνα... όλοι οι πολιτικοί! Αλήθεια είστε ήρωες!.. Σας κατεβαίνει χαψιά παιδιά μου;
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.