ΜΕ ΚΑΛΗ ΠΡΟΘΕΣΗ

Γράφτηκε από τον/την ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ-ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ on . Posted in Με Καλή Πρόθεση

Μπροστά μας ήταν τα Γιάννινα αλλά όλο… μας έφευγαν!

■  Γυρίσαμαν, ύστερα από μία μεγάλη κατηφορική στροφή, σ’ ένα χαριτωμένο κόλπο... με ίσιωμα. Εμένα μου φάνηκε χαριτωμένος, ίσως γιατί είμασταν στην Ήπειρό μας!
Τώρα, εκεί, λέγεται Μενίδι και τότε βρήκαμαν κάτι μαστόρους να τσουκανάν πέτρες... Τότε χτίζονταν το καημένο το θέρετρο των Αρτινών... Κατέβηκαν από ένα από τα καμένα χωριά της περιοχής εκείνης!.. Στα ισιώματα για την Άρτα, νύχτα πια... μας χάλασε η ταχεία μας και άιντε να την στήσουμε παλιμάτα στα ποδαράκια της!
Μεσάνυχτα φτάσαμαν στην Πλατεία Σκουφά της Άρτας! Αν είστε χριστιανοί, το πιστεύετε; Να ξεκινήσουμε πουρνό-πουρνό από την ένδοξο Έπαχτο... και νάμαστε στη νταϊλίνα Άρτα... τα μεσάνυχτα!.. (Ας μη βαρυγκομώ... ο προπάππης μου πήγαινε στα Μπιτόλια... με τα ποδαράκια τ’...). Λοιπόν, στην Πλατεία Σκουφά... ψοφήσαμαν ως και το μωρό χαμαί... Εμείς δεν πήγαμαν στην πρωτοξαδέρφη μου – που κάθονταν στον Κρυστάλλη πιο πάνω... για να μην μας αφήσουν το πρωί αν δεν προλαβαίναμαν να φτάσουμε εγκαίρως!.. Δεν είμασταν πια άνθρωποι... Είμασταν δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα... περιμένοντας ένα θαύμα (Βάρναλης) να δούμε Γιάννινα!... Ήταν Δευτέρα μεσάνυχτα. Ξημέρωνε Τρίτη κατά τας γραφάς και τέταρτη μέρα ταξιδιού!.. Είχε αποστάσει κι ο ματρακάς μας και πήγαινε από τα ξημερώματα κιόλας, σαν κουτσογόμαρο... Είμασταν αεράτοι, όχι γιατί μας βάραγε πουρνίσιος αέρας Αυγουστιάτ’κος, αλλά φτάναμαν στα σπιτάκια μας και στα ντούσια μας – έστω και της εποχής εκείνης!..
Νομίζετε τρέχαμαν σε δρόμο; Ένα στενάδι όλο γκούβα ήταν. Βρήκαμαν μια Φιλιππιάδα όλο ζωή στο παζάρι της και κάπως μας ήρθε καλά χαλασιούλα μας... Και μας βρήκε πάνω στο ματρακά μας ένας ξαδελφούλης μου Καπεσοβίτης, υπάλληλος εκεί... και χάρηκε πολύ και κόσιεψε και κάτι μας πήρε φαγουλάτο... και ζήλεψαν οι άλλοι, χαλασιούλα τς! Καιροί του κιαρατά αδερφάκια μ’! Παραπέρα βρήκαμαν να στήνουν ένα καινούριο χωριό! Κατέβαιναν οι ξυλοθρεμένοι από κάποιο χωριό, Κερασώνας λέγεται τώρα!.. Φτάναμαν στη Βούλιστα Παναγιά και οι έμποροι του ματρακά μας μπήκαν για εμπόριο!.. Σήραγγα δεν υπήρχε, κάναμαν ένα γύρω εκείνον το βράχο και βγήκαμαν από την Κλεισούρα και βρήκαμαν ένα... Κουκλέσι, χαλασιούλα τ’!.. Μπήκαμαν στο Νομό μας, φίλοι μου αγαπημένοι!.. Κι εκεί στο Χάνι Τερόβου... νομίσαμαν πως ηύραμαν το Παρίσι... ήταν ζωή και ζώα για φόρτωμα... Κι απέναντί του, κάτω από τις Πηγές Λούρου στήνονταν η Μουσιωτίτσα η καμένη και με ξυλοθρεμένο κοσμάκη! Γρου-γρου και γκράγκα-γκρούγκα φτάκαμαν στο Εμίν-Αγά! Κλάψαμαν, όχι μόνο για τους πεσόντες αλλά και για τα χάλια μας. Σταματήσαμαν τρομαγμένοι από το θόρυβο που ακούγαμε στην Κανέτα... Νομίζετε πως ήταν η Κανέτα που περνάμε τώρα; Ένα μονοπάτι όλο γκούβα ήταν κι ανέβαινε πολύ ψηλά σ’ εκείνο το σκατοβούνι... κι από κει έρχονταν ο θόρυβος... σα να κατέβαιναν αεροπλάνα!.. Κατέβαιναν τρία βαρειά Εγγλέζικα φορτηγά! Ένα μπροστά με έναν στο τιμόνι. Τον έσπρωχνε μια φλεγματική κόκκινη καραβίδα με μπερέ, σαν ταψί... και πίσω... τραβούσε άλλη φλεγματική συμμαχική καραβίδα – που κόβω το κεφάλι μου πως θα σκυλόβρυζαν την Γηραιά Αλβιώνα.
Την πατρίδα του... που τους έστειλε στα βραχώδη όρη της Ελλάδας!.. Ανεβαίνοντας την παλιά Κανέτα είχαμαν... αντικατοπτρισμούς οι μαύροι! Βλέπαμαν τα Γιάννενά μας... ανάποδα μπροστά μας και δεν μπορούσαμαν να τα φτάκουμε. Όλο έφευγαν! Βράδυασε η Τρίτη σαν μας άδειασε ο ματρακάς μπροστά στο προπολεμικό πρακτορείο, απέναντι από την Μεραρχία!.. Ευτυχώς, γιατί δεν ήταν να μας δει γνωστούς, φίλους, συγγενείς... είμασταν αγνώριστες... Αλλά... δυστυχώς, τα όσα βλέπουμε με τους πρόσφυγες είναι να ρωτιέσαι... σε ποια εποχή ζούμε... Ποιος ξεριζώνει αυτούς τους ανθρώπους. Δεν ξέρουν πού πηγαίνουν;
Φίλοι μου... σας αγκούσεψα τόσες μέρες με τα μετακατοχικά μου...
(Συνεχίζεται)
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.