ΜΕ ΚΑΛΗ ΠΡΟΘΕΣΗ

Γράφτηκε από τον/την ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ-ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ on . Posted in Με Καλή Πρόθεση

Μας ξανάρθαν στο νου διάφοροι άλλοι σεισμοί...

• Ας μη τ’ αφήσουμε άπιαστο το γεγονός που έκανε τον τόπο μας θέμα ειδήσεων… Για τους σεισμούς, λιμούς, καταποντισμούς λέω!
Τελευταία, τους σεισμούς τους ακούγαμε σαν ειδήσεις και μόνο… Τρώγοντας και ραχατεύοντας στα σπιτάκια μας… Λέγαμαν και κανά «κρίμα… ούι τι γίνκι!..».
Μας ήρθε κοντά με το σεισμό… κι ο λιμός!.. Μη μου πείτε πως είχαταν όρεξη και κουράγιο να βάλετε φαΐ στη φωτιά; Στο χέρι αρπάζαμαν κάτι…
Διαφέρει πολύ από το λιμό; Όσο για τους καταποντισμούς… φτηνά την γλύτωσαν κάποιοι άνθρωποι εκείνων των τόπων που δεν βρέθηκαν ακριβώς στον τόπο που άνοιξε η γη να καταπιεί!..
Εκείνη την νύχτα, είπαμαν με την νύφη μου… να το χαλάσουμε γρήγορα… να ξεκουραστούμε περισσότερο – Κυριακή ξημέρωνε γλεπ’ς…
Αμ’ δε… Τα σκυλιά, αφού γαύγισαν κανά - δυό φορές… πήγαν και μούλωσαν και την άλλη μέρα κουνήθηκαν!.. Έτσι μουλώσαμαν κι εμείς; Αμ’ δε…
Βάραγαν κινητά και σταθερά… ντόπια και μακρύτερα… Βαράγαμαν κι εμείς κινητά και σταθερά ντόπια και μακρύτερα και δίναμαν αναφορά για τα εδώ και ενημερώνονταν κι οι δ’κοί παραόξω, αν ζιούμι ακόμα ή γίνκαμαν χαλκομανίες!..
Δεν είχαμαν το τωρινό μας χάλι, αλλά μας ξανάρθαν στο νου διάφοροι άλλοι σεισμοί… και μολογούσαμαν παραμύθια διάφορα…
Κι εμένα, μούρθε στο νου ένας σεισμός παλιοκαιρίτ’κος, που όλο γι’ αυτόν κουβέντιαζαν επί χρόνια… Όχι ακριβώς για τον σεισμό, αλλά… για τ’σιατούρω τν’ Ιβδουξία την τάδε… και τον Μίχο τουν τάδε… Μαξούμ’ ήμαν και δεν φυλάγονταν απ’ τη μένα και τάλεγαν χύμα… εγώ όμως τα τυπώθηκα… και σαν μεγάλωσα τα ερμήνεψα…
Αυτή η Βδοξία (Ευδοξία) είχε άντρα απ’ τς πέθανε… Ο άντρας τς είχε πρώτ’ ξαδέρφη τ’ν Αντιγόν’… Αδερφομοίρι ήταν το οικόπεδο, με δυο σπιτόπουλα, αλλά με χωριστές οξώπορτες… Από την ανεπροκοπιά τους δεν σιούκωσαν μια σταλιά παλιότοιχο να χωρίσουν τα ρημαδιακά τους, είχαν όμως νταϊλίκι νάναι τσακωμένες όλα τα χρόνια.
Η Αντιγόν’ ήταν ν’κουκυρά γυναίκα, κι είχαν με το Μίχο και δυο τσιούπρες μικροπαντρεμένες. Έλα όμως που ο κυρ-Μίχος της είχε μανιωθεί και ρούπωνε, συχνά – πυκνά στο σπιτόπουλο της σιατούρως παραμπατζιανάκισσάς του, σαν πήγαινε η καψωΑντιγόν’ να δει τις παντρεμένες τσιούπρες της…
Έτσι έκανε και κείνη τη μέρα που ήταν και Κυριακή… «Να πάμε Μίχου μ’ τσιότσιο στς τσιούπρις σήμερα; Θα χαρούν…».
Ίσια ου Μίχους καταχάρηκε αλλά, πού να το δείξει… «Να πας Γόνου μ’… πολί ήθηλα νάρθου αλλά άσι μι να κοιμθώ… σαν ανέμπορος είμι…».
Και τον χαιρέτισε η καψοΓόν’… και σε λίγο… φαγωμένος -κακή τ’ ημέρα- κόσιεψε στ’ σιατούρω!..
Και πάνω στην «κακιά δουλειά» που τη λεν… γίνκι κακός σεισμός… Κει απόμνε ου Μίχους του καθίκ’… Στη σιατούρω τον βρήκαν οι δικοί του – που δεν είχε τι να τον κάνει και πού να τον κρύψει!..
Τον μολογούσαν στο μεγάλο σόι μας πότε γελώντας και πότε συντρέχοντας την γυναίκα του… Κι οι καψωτσιούπρες δεν είχαν μούτρα να βγάλουν. Ακόμα κι ο ένας γαμπρός ήθελε να χωρίσει τη μια, αλλά στάθηκε ο άλλος λογικός και δεν τον άφησε…
Ακούσαταν τούτη τη φορά… κάτι τέτοιο; Εγώ, όχι…
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.