ΜΕ ΚΑΛΗ ΠΡΟΘΕΣΗ

Γράφτηκε από τον/την ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ-ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ on . Posted in Με Καλή Πρόθεση

Στον καύσωνα του τότε τοίμαζα τον υπαίθριο κοιτώνα της... ταράτσας!
• Γεια σας και χαρά σας. Πώς περάσαταν τούτες τις μέρες τις γιορταστικές; Πέσαμαν πάνω σε κέρατο καύσωνα, βλέπετε. Ο κοσμάκης δεν τον λογάριασε και πολύ και ξεχύθηκε σε θάλασσες και σε στεριές.
Κι η θυγατέρα μου, μού θύμισε έναν καύσωνα όταν ήταν στο Δημοτικό ακόμα. Και θυμήθηκα τι τραβούσα σαν βράδυαζε… για να τοιμάσω τον υπαίθριο κοιτώνα… στην ταράτσα!.. Είχα το γιούκο με τα στρώματα… μαξιλάρια… σκεπάσματα στον διάδρομο που βγαίναμαν στην ταράτσα! Αν είμασταν στον κινηματογράφο ή στην Κυρά-Φροσύνη… δεν μου «πιάνονταν» η διασκέδαση!..  Τέσσερα-τέσσερα ανέβαινα τα είκοσι σκαλιά μας και κόσιευα να τοιμάσω τον ταρατσίσιο κοιτώνα. Έτρωγαν άντρας και παιδιά… κι εγώ έστρωνα τα γιατάκια στο τσιμέντο της ταράτσας… Πήγαινα – έρχομαν στο διάδρομο και κουβαλούσα: πρώτα ένα καραβόπανο που πάνω του έριχνα τους τσιελτέδες –τα στρώματα- τα σεντόνια… τα κουβερτοσέντονα για σκέπασμα! Ναι… αλλά σε κείνο το σημείο που δεν θα τόπιανε ο πουρνίσιος ήλιος… ήταν κι ένα σωρό τενεκέδες με λουλούδια ορτανσίας… που δεν θέλουν ήλιο… κι είναι φωλιές χιλιάδων μυρμηγκιών!.. Τώρα; Τι γένονταν που θα μας χώνονταν και στα βρακιά και στα μαλλιά; Και τότε –γαμώτο- δεν ήξερα τον ευεργετικό ρόλο της κοινής κανέλας σκόνης… Ήξερα όμως τη… στάχτη!.. Έκανα μια γιρλάντα στάχτης γύρω απ’ τα τσιόλια μας… αν κόταγαν ας έβγαιναν οι εργατικοί μέρμηγκες τα τέρατα! Και για καλό και για κακό φλιτάριζα… και το εισπνέαμαν ύστερα. Έπρεπε και να φάω! Έτρωγα σαν το σκ’λί, ορθή και πήγαινα να γείρω το παλιοτόμαρό μου… Κοιμόμασταν: ο γιος μας στην άκρη – η κόρη μετά… εγώ κι ο ν’κουκύρς μ’ έξω-έξω! Πρόσεχα να μην τον δρασκελίσω… και μείνει κοντός – που λένε… και πήγαινα από τον πάτο, το ζώο εγώ. Αμ’ μωρ μάνα μ’ απ’ όπ’ και να πήγαινα για να μην τους ανησυχήσω… τα μάτια τάχε γουρλωμένα και καρτερούσε τη γομάρα την Κούλα… ντρέπομαι και να το πω… Αυτά, δεν είναι να τα θυμάσαι, πόσο μάλλον να τα γράφεις! Κι εδώ γράφω για καύσωνα και δεν μπορώ να παραλείψω τίποτα! Αυτά αντιμετώπιζα εγώ, στη μονοκατοικία του ενός ορόφου… Ζωή και κότα και νύχτα δροσερή και διασκεδαστική και με «τυχερά»… είχαν στις πάνω γειτονιές με τους μπακτσιέδες τους και τα «σιόμπαστά τους» και τους μπερνέδες ν’ ανεμίζουν στις πόρτες. Τα σκυλιά, ξαπλωμένα δίπλα… Τα μισιακά μπ’γάδια που τάχα ο γείτονας πήγαινε να βγάλει νερό και πήγαινε κι η διπλανή κυρά… και σκαρφάλωνε ο γείτονας και δρασκέλαγε το μπ’γάδι και ρίχνονταν «από κει».
Αυτά τα μολογούσαν στους μαχαλάδες…
Αλήθεια, σας ρωτώ, γίνονται τέτοια διασκεδαστικά τώρα;
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.