ΜΕ ΚΑΛΗ ΠΡΟΘΕΣΗ

Γράφτηκε από τον/την ΚΟΥΛΑ ΤΖΑΛΜΑΚΛΗ-ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ on . Posted in Με Καλή Πρόθεση

• Με το «αντεμπρίν» στην Κατοχή γινόσουν... Γιαπωνέζος!
Θα σας πάω σ’ έναν καύσωνα μακρινό. Στα χρόνια της «Κατοχής» το 1942!.. Ψωμάκι δεν είχε να φάει ο κοσμάκης. Στην Αθήνα μας πέθαιναν οι χιλιάδες που μολογάν… από πείνα κι αρρώστιες.
Στον τόπο είχαμαν και το «Τέρας του Λοχ Νες». Αυτό το τέρας που κρυβόταν στα νερά της γλυκειάς μας Παμβώτιδας. Τον κάναμαν ζάφτι που κρύβονταν στα νερά της με… διάφορα κλούντζια πατρογονικά… και με «αντεμπρίν». Ένα φάρμακο που τόπαιρνες σε κατακίτρινα χάπια… και γινόσουν Γιαπωνέζος και Κινέζος κι όλες οι κίτρινες φυλές της Άπω Ανατολής!.. Αυτοί όμως είχαν κι ένα καλό… Κίτρινοι; Κίτρινοι… με γεια τους με χαρά τους!.. Η λευκή φυλή όμως, παίρνοντας το «αντεμπρίν» ήταν να την κλαις!.. Δεν φτάνει που γινόμασταν κατακίτρινοι… αλλά και το σάλιο μας και το κάτρο μας ήταν κατακίτρινα. Εμένα, απ’ όλη μου την οικογένεια μ’ έπιανε πιο πολύ η ελονοσία… Τόσο… που με νόμιζαν χτικιασμέν’ από την «αντεμπρίν» που με θρέφανε αντί για «μαμ». Αυτά γένονταν τον «καλό καιρό…» στην Κατοχή, πώς να βρεις λεφτά για φάρμακα και πώς να βρεις τα φάρμακα που δεν πουλιόνταν πουθενά. Και να την πάλι η ελονοσία μας επισκέφτηκε.
Πατέρας, μητέρα, αδερφός και η καλύτερη η αφεντιά μ’… Πιάκαμαν το μεγάλο δωμάτιο που βλέπει στο Κουρμανιό και περιμέναμαν το τέλος μας. Και παρουσιάστηκε ο καλός μας Άγγελος, η νύφη του σπιτονοικοκύρη μας… που πηδούσε το εξήντα πόντων πεζουλάκι που χώριζε τις ταράτσες μας… και μας έσωσε… με βοηθό την οχτάχρονη αδερφή μου… που δεν την είχε «πιάσει» η ελονοσία… Μας γιατροπόρευαν με νερόξυδο που μούσκευαν πετσέτες του φαγητού… και νερό πηγαδίσιο. Η αδερφή μου τα θυμήθηκε πως έβαλε και μια πετσέτα φαγητού άσπρη στο κεφάλι της και έκανε την βοηθό νοσοκόμα στη γειτόνισσά μας – άγια τα χωματάκια της. Αργότερα, σαν παντρεύτηκα μας στεφάνωσαν, μας βάφτισαν παιδιά, μας στεφάνωσαν τον γιο στον πρώτο του γάμο… Είμαστε συγγενείς, αγαπιόμαστε με την Λίνα Σιούλη-Τσουκανέλη, την νουνά των παιδιών μου… Αού χαλασιά μ’ κι φουρτούνα μ’… Τι ιστορίες σας αράδιασα ξεκινώντας απόναν καύσωνα και μια κατοχική ελονοσία…
Πάντως, τούτος ο καύσων που περνάμε, ή μάλλον πέρασε… πολύ με πείραξε. Σαν άτομο υψηλού κινδύνου… είχα μόνιμα στο κεφάλι μου μια πετσέτα βρεγμένη και τον ανεμιστήρα τον παλιό που γυρίζει, μεγάλη παρηγοριά. Κι άλλα διάφορα πέρασα – που δε λέγονται. Με παρηγορούν οι δικοί μου πως είμαι εντάξει. Τώρα, σας παρακαλώ, να μου σφυρίξετε κλέφτικα αν καταλάβατε πως αρχίνσα να ρετάρω.
email: Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.