Πώς να τα βγάλει πέρα η κότα με την αλεπού;

on .

Τσίπρας, πρωθυπουργός της Ελλάδος: «Εγώ σαν μηχανικός ξέρω ότι για να κτίσω, πρέπει πρώτα να βάλω τα θεμέλια». Ερντογάν, Πρόεδρος της Τουρκίας: «Και εγώ ως δήμαρχος της Κωνσταντινούπολης, επέβλεπα τους μηχανικούς, για να κάνουν σωστά τη δουλειά τους». Ποιος έχει το πάνω χέρι; Έτσι με έναν έξυπνο και πονηρό τρόπο είπε ο Τούρκος Πρόεδρος αυτό που εννοεί και αυτό που χαρακτηρίζει την πολιτική του, δηλαδή ότι έχει το πάνω χέρι στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις και ότι όποιο οικοδόμημα κτιστεί θα είναι υπό την επίβλεψη και την έγκρισή του.
Έχουμε σημειώσει και άλλοτε ότι, όταν βλέπει κάποιος αντικειμενικά και με φαντασία τους δυο άνδρες πλάι πλάι, αμέσως του έρχεται στο μυαλό η εικόνα της αλεπούς και της κότας. Πώς μπορεί η κότα να τα βγάλει πέρα με την πονηρή αλεπού; Ιδιαίτερα, όταν ο πρώτος (η κότα) είναι ανιστόρητος και κατέχεται από λενινιστικές ιδεοληψίες; Εδώ ο Ερντογάν, ακολουθώντας την πατροπαράδοτη Οθωμανική πολιτική, καταφέρνει να ισορροπεί μεταξύ Δύσης και Ανατολής, εξυπηρετώντας πάντοτε τα συμφέροντα της χώρας του. Είναι προφανές ότι κάθε φορά που ο Τσίπρας συναντάται με τον Τούρκο Πρόεδρο, η ζυγαριά βαραίνει υπέρ και προς το μέρος της Τουρκίας.
Για τη βόμβα μεγατόνων που απασφάλισε ο Τούρκος Πρόεδρος τη στιγμή που ο Έλληνας πρωθυπουργός επιβιβαζόταν στο αεροπλάνο, δηλαδή την επικήρυξη αντί 700.000 ευρώ για κάθε κεφαλή των οκτώ Τούρκων στρατιωτικών που κατέφυγαν στη χώρα μας και τους οποίους η Ελληνική δικαιοσύνη σωστά αποφάσισε να μην επιστραφούν στην Τουρκία, επειδή κινδυνεύει η ζωή τους, όπως είναι φανερό, αφού έχουν ήδη καταδικαστεί σε θάνατο χωρίς δίκη, ο Τσίπρας απέφυγε να αναφερθεί. Αντίθετα, φάνηκε απολογητικός απέναντι στον Τούρκο Πρόεδρο. Ένα έγκλημα ουσιαστικά που στρέφεται άμεσα κατά της Ελλάδος και της διεθνούς έννομης τάξης.
Για την κατάσταση της χώρας δεν είναι βέβαια μοναδικός υπεύθυνος ο Τσίπρας. Όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις φέρουν επίσης το δικό τους μερίδιο της ευθύνης. Η Τουρκία με την σταθερότητα της πολιτικής της επιτυγχάνει συνεχώς τους στόχους της τόσο στην Κύπρο όσο και στο Αιγαίο. Και αυτό επειδή προβάλλει διεκδικήσεις ακόμα και εκεί που δεν έχει σύμφωνα με τις συνθήκες κανένα απολύτως δικαίωμα. Όταν το ένα από τα δυο μέρη προβάλλει συνεχώς διεκδικήσεις που προσπαθεί να επιβάλει με το δίκαιο του ισχυροτέρου και το άλλο μέρος όχι μόνον δεν προβάλλει καμμιά διεκδίκηση, αλλά δίνει την εντύπωση ότι είναι έτοιμο να συζητήσει αυτές τις διεκδικήσεις, τότε ποιος είναι ο κερδισμένος; Με τη σταθερή πολιτική της και με τη χρήση βίας, αλλά και με τον εποικισμό ο έλεγχος ολόκληρης της Κύπρου είναι ένα μόνο βήμα μακριά, είναι θέμα χρόνου, και η Τουρκία δεν βιάζεται, αλλά περιμένει την κατάλληλη στιγμή. Από την άλλη, οι πολιτικοί και στην Κύπρο και στην Ελλάδα αποδεικνύονται ανάξιοι να διαχειριστούν τα εθνικά θέματα, τα οποία συνήθως εμπλέκουν με την εσωτερική κομματική πολιτική.
Το Αιγαίο, είτε το παραδεχόμαστε είτε όχι, έχει καταστεί γκρίζα ζώνη. Η κυριαρχία μας είναι κουτσουρεμένη. Απόδειξη ότι δεν τολμούμε να επεκτείνουμε τα χωρικά μας ύδατα στα δώδεκα ναυτικά μίλια, λόγῳ του φοβικού συνδρόμου που έχει καταλάβει τις ηγεσίες του τόπου, εξαιτίας του «casus belli». Ποια άλλη χώρα στον κόσμο θα ανεχόταν τις συνεχείς παραβιάσεις του εθνικού εναέριου και θαλάσσιου χώρου και την αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας; Σκεφτείτε, αν στη θέση της Ελλάδος ήταν το Ισραήλ, πώς θα αντιδρούσε.
Η παραδοχή της περιορισμένης κυριαρχίας μας γίνεται πλέον με την προαγγελθείσα επέκταση των χωρικών υδάτων ΜΟΝΟΝ στα Ιόνια νησιά. Τόσος φόβος λοιπόν; Χάθηκε η εθνική περηφάνεια; Όταν όμως ο λαός βλέπει να περιφρονείται από τους ηγέτες του, όταν η λαϊκή κυριαρχία υπάρχει μόνον στα χαρτιά, όταν εκατοντάδες χιλιάδες πολιτών που διαδηλώνουν χαρακτηρίζονται από τον πρωθυπουργό μπροστά στους ξένους ηγέτες ως ακροδεξιοί λαϊκιστές και άμυαλοι, όταν βλέπουν να επικρατεί μια ολοκληρωτική νοοτροπία και παίρνονται αποφάσεις ζωτικής σημασίας χωρίς τη συναίνεσή του, όταν συστηματικά καλλιεργείται ο διεθνισμός και ο αφελληνισμός, δεν είναι παράξενο που στο τέλος θα επικρατήσει απραξία και αδιαφορία, δηλαδή εθνικός ευνουχισμός.
Υπάρχει στην Τουρκία μετριοπαθής πολιτικός λόγος; Υπάρχει πολιτικός, παλαιός ή νεώτερος, που να έχει μετριοπαθείς αντιλήψεις για τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών; Δεν καλλιεργείται στην Τουρκία συστηματικά η ιδέα της μεγάλης περιφερειακής δύναμης με νέο-οθωμανικές αντιλήψεις και επιδιώξεις; Δεν αναπτύσσει η Τουρκία την πολεμική της βιομηχανία σε τέτοιο βαθμό που σε λίγα χρόνια θα μπορεί να παράγει δικά της οπλικά συστήματα; Υπογράφει ποτέ η Τουρκία κάποια συμφωνία αγοράς πολεμικού υλικού, χωρίς την προϋπόθεση συμπαραγωγής; Καλλιεργείται στα δημόσια σχολεία ο υπερεθνικισμός προετοιμάζοντας μια άρχουσα τάξη που θα είναι απειλητική για τους γείτονές της; Όλα αυτά τα αντιλαμβάνεται η εκάστοτε Ελληνική πολιτική ηγεσία; Αντιλαμβάνεται ότι η αποστολή μέσῳ διακινητών εκατοντάδων χιλιάδων «μεταναστών» ισοδυναμεί με ένα είδος ακήρυκτου πολέμου εναντίον της χώρας μας; Πώς να πιστέψει κάποιος ότι δεν μπορεί να ελέγξει τα παράλιά της;
Σε αντίθεση με ότι γίνεται στην Τουρκία, ποιος Έλληνας πολιτικός μπορεί με περηφάνεια να πει αυτό που είπε ο Περικλής στον Επιτάφιο λόγο του, ότι «ἡμεῖς… [δηλαδή οι Αθηναίοι] ἐπηυξήσαμεν καὶ τὴν πόλιν τοῖς πᾶσι παρεσκευάσαμεν καὶ ἐς πόλεμον καὶ ἐς εἰρήνην αὐταρκεστάτην»; Δηλαδή, ότι επαυξήσαμε τη δύναμη της πατρίδας μας και την προετοιμάσαμε να είναι αυταρκεστάτη και σε περίοδο ειρήνης και σε περίπτωση πολέμου; Ή ότι «χρώμεθα πολιτείᾳ οὐ ζηλούσῃ τοὺς τῶν πέλας νόμους, παράδειγμα δὲ μᾶλλον αὐτοὶ ὄντες τισὶν ἤ μιμούμενοι ἑτέρους», ότι έχουμε ένα πολιτικό σύστημα που δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από τους νόμους των άλλων και ότι εμείς αποτελούμε παράδειγμα για άλλους και δεν μιμούμαστε κανέναν άλλο. Ποιος κατήντησε την Ελλάδα μας ανεπαρκέστατη και στον πόλεμο και στην ειρήνη; Ποιος εξευτέλισε την έννοια της Ελλάδος στα μάτια της διεθνούς κοινότητας; Ποιος με ευκολία και απερίσκεπτα κάνει εθνικές παραχωρήσεις περιφρονώντας τη λαϊκή κυριαρχία; Ποιοι διχάζουν τον Ελληνικό λαό; Η μεγαλύτερη κατάρα του έθνους μας είναι διχασμός. Κάθε σοβαρός και υπεύθυνος ηγέτης πρωτίστως πρέπει να υπηρετήσει την ομοψυχία και την ομόνοια.
Αντί στόχος όλων να είναι το συμφέρον και η ευημερία της πατρίδος, δηλαδή των πολιτών της, επικρατεί η αρχολαγνεία, η ιδιοτέλεια, η προχειρότητα, η πρόθυμη υποταγή στους ξένους, η αλαζονεία της εξουσίας, οι αχρείαστες κομματικές αντιπαραθέσεις, ο νεποτισμός, τα ρουσφέτια, οι στρεβλωμένες ιδεοληψίες και προκαταλήψεις, η αναξιοκρατία και η ανοργανωσιά.
Χώρα που έχει γίνει ξέφραγο αμπέλι για κάθε κακοποιό στοιχείο, που δεν έχει μια σταθερή και αταλάντευτη εξωτερική και αμυντική πολιτική, που υποτιμά τους επιστήμονές της και διώχνει τα «μυαλά» της στο εξωτερικό, που δεν δίνει την πρέπουσα σημασία στην παιδεία, μια χώρα της οποίας οι πολιτικοί δεν μπορούν να αντιληφθούν τους κινδύνους από τη μεταναστευτική πολιτική που ακολουθείται ή που από ιδεοληψία δεν τους ενδιαφέρει, που δεν αντιλαμβάνονται το πολιτιστικό και ιστορικό βάρος που φέρει μια λέξη, όπως π.χ. Μακεδονία, πολιτικοί που χαρακτηρίζονται από λαϊκισμό και κομματισμό και ιδεοληψίες, ένα πολιτικό περιβάλλον στο οποίο οι φωνασκίες και οι φλυαρίες συγκαλύπτουν την ουσία των πραγμάτων, όπου υπάρχει ανισορροπία μεταξύ λόγων και έργων, όπου δεν υπάρχει διάκριση των εξουσιών, όπου ειδεχθείς εγκληματίες αφήνονται ελεύθεροι, δεν έχει μέλλον.
Θα διερωτηθεί κάποιος, τί έπρεπε να κάνει ο πρωθυπουργός. Πρώτα πρώτα σε θέματα εξωτερικής πολιτικής χρειάζεται πολύ μεγάλη προετοιμασία και η μεγίστη δυνατή συναίνεση. Δεύτερον, όσο ισχύει το “casus belli” και οι συνεχείς παραβιάσεις και η αμφισβήτηση της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδος και η συστηματική παραβίαση του διεθνούς δικαίου αναφορικά με την ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας, ουδείς Έλλην πρωθυπουργός οφείλει να επισκέπτεται την Τουρκία. Διαφορετικά, δίνει την εντύπωση της υποχωρητικότητας και της προσπάθειας κατευνασμού του «θηρίου», πολιτική που οδηγεί σε περαιτέρω όξυνση των διμερών σχέσεων, αφού όσο υποχωρεί η χώρα μας, τόσο περισσότερο επιθετική γίνεται η Τουρκία.
Μετά δε τη λύση που έδωσε αυθαίρετα και σε αντίθεση με τη λαϊκή θέληση ο Τσίπρας στο θέμα της πΓΔΜ με τη συμφωνία των Πρεσπών, η οποία μάλιστα, όπως ο ίδιος διακηρύσσει, είναι πρότυπο για τη λύση διμερών διαφορών, είναι προφανές ότι η Τουρκία θα έχει ακόμα μεγαλύτερες απαιτήσεις και διεκδικήσεις σε βάρος της χώρας μας, προσδοκώντας μια παρόμοια λύση για το Αιγαίο και την Κύπρο.
Ας μελετήσει ο Τσίπρας σε βάθος, και κάθε Έλληνας πρωθυπουργός, τον Θουκυδίδη, για να διδαχτεί, τί διέπει τις διεθνείς σχέσεις, ας μελετήσει ιδιαίτερα τον Επιτάφιο λόγο του Περικλέους, για να μάθει πού οφείλεται το μεγαλείο της Αθηναϊκής δημοκρατίας, ότι θα πρέπει πρώτον να γίνει «ἐραστής» του μεγαλείου της πατρίδας του, να κατανοήσει ότι «τὸ εὔδαιμον τὸ ἐλεύθερον, τὸ δ’ ἐλεύθερον τὸ εὔψυχον», δηλαδή προϋπόθεση της ευτυχίας είναι η ελευθερία, και της ελευθερίας η λεβεντιά, και ότι χωρίς ευψυχία, τόλμη και σύνεση δεν μπορεί μια χώρα να επιβιώσει.
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΤΣΟΥΡΗΣ