Δεινόν η ραθυμία…

on .

Στην εσπερινή ακολουθία της Μεγάλης Τετάρτης, που είναι ο όρθρος της Μεγάλης Πέμπτης, η Εκκλησία προβάλλει και τιμά τα εξής γεγονότα του θείου Πάθους: τον ιερό Νιπτήρα, τον Μυστικό Δείπνο, την προσευχή του Θεανθρώπου στην Γεθσημανή και την προδοσία του Ιούδα.
Την έναρξη της ψαλμωδίας σηματοδοτεί ο θεσπέσιος ύμνος « Ότε οι ένδοξοι Μαθηταί εν τω Νιπτήρι του Δείπνου εφωτίζοντο, τότε Ιούδας ο δυσεβής φιλαργυρίαν νοσήσας εσκοπίζετο…». Αποτελεί αυτός ο ύμνος το προανάκρουσμα, θα λέγαμε, του υμνολογικού πλούτου της ακολουθίας. Με απλότητα, σύντομα και χάρη δίνει συνοπτικά το περίγραμμα του πρώτου θέματος. Του ιερού δηλαδή Νιπτήρος. Παρουσιάζει την ψυχική κατάσταση των λοιπών Μαθητών του Χριστού, οι οποίοι εφωτίζοντο από την φωτεινή θεϊκή μορφή και το παράδειγμα του Θείου Διδασκάλου, που ως ταπεινός δούλος και υπηρέτης τους πλένει τα πόδια, εφαρμόζοντας στην πράξη την μεγαλειώδη περί ταπεινώσεως διδασκαλία Του «ος εάν θελη εν υμίν είναι πρώτος, έσται υμών δούλος» (Ματθ. 20,27). Και αντιπαραθέτει την σκοτεινή μορφή του ασεβή Ιούδα, που, κυριευμένος από την ασθένεια της φιλαργυρίας, μελετούσε την προδοσία. Έτσι παρέμεινε στους αιώνες παράδειγμα φιλαργυρίας και αμετανοησίας. Παράδειγμα προς αποφυγήν.
Με πολλή δύναμη λόγου, με τέχνη και χάρη ποιητική, ενάργεια και παραστατικότητα εξαίρει η ιερή υμνωδία την γλυκιά μορφή του Θεανθρώπου, που «ταπεινούμενος δι’ ευσπλαχνίαν», ζώστηκε «το λεντίον» (= την ποδιά) και ένιψε τα πόδια των Μαθητών Του, αφήνοντάς τους υποθήκη και ηθική επιταγή πως και αυτοί οφείλουν «αλλήλων νίπτειν τους πόδας». Τους δίδαξε κατά τον μακαριστό Γέροντα Σωφρόνιο του Έσσεξ πως η βασιλεία του Θεού μοιάζει με μια «ανεστραμμένη πυραμίδα», αφού ο μεγαλύτερος υπηρετεί τον μικρότερο και ο ισχυρότερος εμφανίζεται ταπεινός μπροστά στον αδύνατο. Είναι χαρακτηριστικές οι εκφράσεις τον υμνωδού: «Ο λίμνας και πηγάς και θάλασσας ποιήσας, ταπείνωσιν ημάς εκπαιδεύων αρίστην, λεντίω ξωνύμμενος, Μαθητών πόδας ένιψε…».
Υπομνηματίζοντας με περισσή χάρη και τέχνη η ιερή υμνωδία τα κείμενα των Ευαγγελίων, δεν παραλείπει να επισημάνει και την άρνηση αρχικά του Αποστόλου Πέτρου να του πλύνει ο Χριστός τα πόδια, αλλά και την εν συνεχεία υπακοή του στο θείο πρόσταγμα. Υπογραμμίζει πως ο Χριστός στον Μυστικό Δείπνο εισάγει τους Μαθητές Του στην γνώση των Θείων Μυστηρίων. Εκεί όμως που επιμένουν ιδιαίτερα η πατερική διδασκαλία και η ιερή υμνωδία είναι η αποτρόπαια πράξη της προδοσίας του Ιούδα, για τον οποία εκφράζονται ότι καλό θα ήταν να μην είχε περάσει ποτέ τις πύλες της ζωής. Να μην είχε ποτέ γεννηθεί πιο απλά.
Το αποκορύφωμα των εκφράσεων με τις οποίες η εκκλησιαστική μούσα στιγματίζει την προδοσία του Ιούδα απαντώνται στο ιδιόμελο των αποστίχων: «Ο Τρόπος σου δολιότητος γεμεί, παράνομε Ιούδα νοσών γάρ φιλαργυρίαν εκέρδισας μισανθρωπίαν. Ει γάρ πλούτον ηγαπάς, τί τω περί πτώχειας διδάσκοντι εφοίτας; Φρίξον ήλιε, στέναξον η γη και κλονουμένη βόησον…».
Από τα κείμενα των Πατέρων στην προδοσία του Ιούδα ξεχωρίζει ο λόγος του Αγίου Ιωάννου του Χρυσόστομου. Δεν είναι δυνατό να παρατεθεί εδώ ολόκληρος. Περιοριζόμαστε μόνον στην παράθεση (σε μετάφραση Β. Μουστάκη) του τμήματος του, όπου ο ιερός Πατέρας αναφέρεται στην αμετανοησία του Ιούδα και στην μετάνοια της αμαρτωλής γυναίκας: «Είδες, απευθύνεται στον πιστό, την πόρνη πως σώθηκε, επειδή συνήρθε και πως ο μαθητής γκρεμνίσθηκε με την ραθυμία; Μη, λοιπόν, απελπίζεσαι κυτάζοντας την πόρνη, μηδέ πάλι να θρασέψεις, ρίχνοντας τα μάτια σου στην αποτολμία του μαθητή…».
Απευθυνόμενος στον Ιούδα ο ιερός Πατέρας αναφωνεί: «Ω ξέφρενη καρδιά!...παραδίνεις, Ιούδα, αυτόν, που όλα τα κρατάει μέσα στο πρόσταγμα του; Πουλάς τον αχώρετο στο νού, τον κτίστη του ουρανού και της γης, τον πλάστη της φύσεως μας…;».
Για να μην μακρύνει πολύ ο λόγος, σταματούμε εδώ, τονίζοντας πως η Μεγάλη Εβδομάδα έχει άφθαστα ποιήματα και θαυμαστούς λόγους Πατέρων. Ποιήματα και λόγους υψηλής πνευματικής έμπνευσης και μεγάλης τέχνης. Αλλά και ψυχολογικής διείσδυσης και εμβάθυνσης σε πρόσωπα και μορφές του θείου Πάθους. Καλότυχοι όσοι τα απολαμβάνουν. Όσοι δεν στέκονται στην φιλολογική τους δύναμη και χάρη, ούτε στην σφαίρα του συναισθήματος. Αλλά αγγίζουν κατάβαθα τον ψυχικό τους κόσμο. Και αγωνίζονται να τα κάνουν βίωμα και πράξη τους. Όσοι γρηγορούν στην ζωή τους. Γιατί, όπως επιτυχώς επισημαίνει ο υμνωδός, «Δεινόν η ραθυμία μεγάλη η μετάνοια».
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΣΤΕΡΓΙΟΥΛΗΣ