Το «βέτο» του Πρωθυπουργού για την ένταξη της Αλβανίας στην Ε.Ε.

on .

Ο Πρωθυπουργός από τη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης (ΔΕΘ) στις 8 Σεπτεμβρίου, σε συνέντευξη Τύπου -απαντώντας στον απεσταλμένο του «Π.Λ.» Γ. Γιαννάκη- διεμήνυσε στην Αλβανία ότι «η Ευρωπαϊκή προοπτική της εξαρτάται άμεσα από τη στάση της απέναντι στην Ελληνική μειονότητα»!
Εάν δεν αλλάξει η πολιτική της κυβέρνησης Ράμα απέναντι στο βορειηπειρωτικό στοιχείο που ζει στη χώρα, η Αλβανία να ξεχάσει την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση!
Συγκεκριμένα ο κ. Μητσοτάκης απάντησε ως εξής, στην υποβληθείσα σχετική ερώτηση για την Αλβανία και τις διμερείς σχέσεις: «Δεν πρόκειται η Ελλάδα να συναινέσει σε έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Αλβανία, εάν δεν δει έμπρακτα μέτρα που θα αίρουν διακρίσεις που γίνονται εις βάρος της εθνικής ελληνικής μειονότητας στη χώρα».
Το μήνυμα της ελληνικής κυβέρνησης δια στόματος του πρωθυπουργού προς την γειτονική μας χώρα είναι σαφές και δεν χρειάζονται επεξηγήσεις. Εναπόκειται στην αλβανική κυβέρνηση να αποβάλει τον μεγαλοϊδεατισμό, τις διεκδικήσεις για «Μεγάλη Αλβανία» και τον μανδύα του εθνικισμού, με τον οποίο τρέφει καθημερινά, με τον έντυπο και ηλεκτρονικό τύπο, τους Αλβανούς πολίτες. Να δει που βρίσκεται πραγματικά το συμφέρον της χώρας και η μελλοντική προοπτική της για οικονομική και άλλη ανάπτυξη.
Οι εκάστοτε ελληνικές κυβερνήσεις, σε όλες τις φάσεις του ζητήματος και μέχρι σήμερα, σε δηλώσεις τους επιβεβειώνουν τη θέση της Ελλάδος ότι δεν υπάρχουν βλέψεις και διεκδικήσεις εις βάρος της Αλβανίας. Επιθυμία της Ελληνικής Πολιτείας είναι μόνο η ανάπτυξη αγαθών σχέσεων μεταξύ των δύο γειτονικών και συγγενικών λαών και η στήριξη της χώρας, ώστε να βαδίσει τον δρόμο της προόδου και της ανάπτυξης. Τις προθέσεις αυτές η Ελλάδα τις απέδειξε εμπρακτως με τη φιλοξενία εκατοντάδων χιλιάδων Αλβανών πολιτών μετά την κατάρρευση του προηγούμενου καθεστώτος και το πραξικόπημα των παρατραπεζών.
Είναι το λιγότερο αχαρακτήριστη η πολιτική των αλβανικών κυβερνήσεων και της σημερινής υπό τον Έντι Ράμα, που κρατάει πολύ ψηλά τη σημαία του μισελληνισμού, με τις δηλώσεις του και τις πρακτικές που εφαρμόζει εις βάρος της Ελλάδας και της ελληνικής μειονότητας.
Επιτέλους, ας εννοήσουν οι Αλβανοί ιθύνοντες, ότι στη χώρα τους ζει και εργάζεται, προσφέροντας τον μόχθο της στο αλβανικό κράτος, η ελληνική μειονότητα, τα δικαιώματα της οποίας είναι κατοχυρωμένα από διεθνείς συμβάσεις. Δεν έχουν το δικαίωμα να τα καταπατούν και να καμώνονται ότι δεν υπάρχει ελληνική μειονότητα στη χώρα τους. Οι συνεχείς καταπιέσεις, οι κατατρεγμοί και οι παντοειδείς διώξεις, εις βάρος των Ελλήνων της μειονότητας, κάθε άλλο παρά βοηθούν τους Αλβανούς να αρχίσουν ενταξιακές διαπραγματεύσεις για την πολυπόθητη ένταξή τους στην Ευρωπαϊκή οικογένεια.
Πώς είναι δυνατόν να λησμονήσουμε την εν ψυχρώ δολοφονία του Χειμαριώτη Αριστοτέλη Γκούμα από Αλβανό για μόνο τον λόγο ότι μιλούσε τη μητρική του, την ελληνική γλώσσα;
Και ακόμη πρόσφατα δεν ξεχνιέται η εκτέλεση, από Αλβανούς κομάντος, του Κωνσταντίνου Κατσίφα στους Μπουλιαράτες της Δερόπολης, γιατί την ημέρα της Εθνικής Επετείου της 28ης Οκτωβρίου ύψωσε την Ελληνική σημαία! Ολόκληρη καταδρομική επιχείρηση στήθηκε για την εκτέλεσή του.
Το γεγονός ότι χρησιμοποιούν τους δωσίλογους Τσάμηδες ως αντίβαρο στο Βορειοηπειρωτικό πρόβλημα, αποδεικνύει την κακοπιστία των αλβανικών κυβερνήσεων, το μίσος και την εχθρότητα προς τους μειονοτικούς και γενικά προς τους Έλληνες. Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι όλες οι αλβανικές κυβερνήσεις, αλλά πιο συχνά και με μεγαλύτερη ένταση η σημερινή κυβέρνηση, υποθάλπει και μάλλον παρακινεί τις ανθελληνικές διαδηλώσεις των Τσάμηδων εναντίον της Ελλάδας.
Οι ανακολουθίες των αλβανικών κυβερνήσεων όσον αφορά τις διακρατικές συμφωνίες κατάντησαν παροιμιώδεις. Ποτέ, από της συστάσεως του αλβανικού κράτους μέχρι και σήμερα, δεν τήρησαν τις διμερείς συμφωνίες. Τρανό παράδειγμα η συμφωνία των δύο κρατών για την ΑΟΖ και η καταγγελία της από την παρούσα αλβανική κυβέρνηση. Θα μπορούσε κανείς να απαριθμήσει πολλές συμφωνίες που δεν τηρήθηκαν από την Αλβανία, κυρίως δε εκείνες που αφορούν τα κατοχυρωμένα διακαιώματα της ελληνικής μειονότητας.
Όμως θα πρέπει να πούμε ότι και οι ελληνικές κυβερνήσεις αδρανούν ή καλύτερα αδιαφορούν για τα τεκταινόμενα στον βορειοηπειρωτικό χώρο. Η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση έχει υποχρέωση να φέρνει το Βορειοηπειρωτικό θέμα στην επιφάνεια, σε τρόπο ώστε να γίνεται γνωστό από τους Έλληνες, οι οποίοι, δυστυχώς, σχεδόν το αγνοούν και δεν μπορούν να διαχωρίσουν τους Έλληνες Βορειοηπειρώτες από τους Αλβανούς!
Μερίδιο ευθύνης έχουν και οι δημοσιογράφοι. Πολύ σπάνια κάποια εφημερίδα ή κάποιος τηλεοπτικός σταθμός, ασχολείται αδρομερώς με τον βορειοηπειρωτικό χώρο και τους αυτόχθονες κατοίκους του. Είναι ανεπίτρεπτο οι Έλληνες, όταν εισέρχονται στην Αλβανία από την Κακαβιά, να ρωτούν εάν οι κάτοικοι των χωριών της Δερόπολης για παράδειγμα, μιλούν ελληνικά. Και έχουν δίκιο, γιατί κανείς δεν τους ενημέρωσε ότι ολόκληρος ο βορειοηπειρωτικός χώρος κατοικείται από Έλληνες, οι οποίοι στην καθημερινή τους ζωή μιλούν πεντακάθαρα ελληνικά. Μάλιστα, πριν από το 1944, πριν δηλ. από τον εγκλωβισμό τους στο Χοντζικό αστυνομικοστρατιωτικό στρατόπεδο, οι κάτοικοι της μειονότητας σε όλα τα ελληνοχώρια δεν γνώριζαν και ούτε μιλούσαν αλβανικά! Μόνο οι άντρες γνώριζαν ελάχιστα, που τα μάθαιναν όταν υπηρετούσαν τη στρατιωτική τους θητεία. Μετά τη χοντζική λαίλαπα, ήρθαν τα πάνω – κάτω! Οι Έλληνες του βορειοηπειρωτικού χώρου υποχρεώθηκαν να μάθουν και να μιλούν αλβανικά. Η παρέκκλιση από την υποχρέωση να μιλούν αλβανικά, ισοδυναμούσε με κατατρεγμούς και πολυετείς φυλακίσεις.
Μετά την κατάρρευση του Χοτζικού καθεστώτος οι Έλληνες της μειονότητας προσπαθούν να ξανα βρούν τις ρίζες τους και τις ιστορικές γλωσσικές τους καταβολές. Η πληθώρα των βιβλίων που εκδίδονται από πνευματικούς ανθρώπους της Βορείου Ηπείρου, αποδεικνύουν την αναγέννηση των ελληνικών γραμμάτων του τόπου και τις προσπάθειες που καταβάλλονται μέσα σε ένα εχθρικό περιβάλλον.
Οι Βορειοηπειρώτες προσπαθούν να κρατήσουν την ελληνικότητά τους, το ελληνικό τους φρόνημα και τη μητρική τους γλώσσα, εκλιπαρώντας να νιώθουν δίπλα τους το στιβαρό χέρι της Ελληνικής Πολιτείας της Μητέρας Πατρίδας. Το έχουν;
ΝΙΚΟΣ ΥΦΑΝΤΗΣ