Άσυλο και ανομία...

on .

Τα γεγονότα γύρω από τη σύλληψη των μελών μιας τρομοκρατικής οργάνωσης, καθώς κι αυτά για το πανεπιστημιακό άσυλο, αποδεικνύουν για μια ακόμη φορά ότι η ελληνική κοινωνία συνεχίζει να ταλανίζεται από χρόνιες παθογένειες που αν δεν γεννήθηκαν, σίγουρα θέριεψαν κατά την περίοδο της μεταπολίτευσης.
Είχαμε ελπίσει ότι τα χρόνια της μακράς δομικής κρίσης που υπέστη η χώρα θα λειτουργούσαν ως καθαρτήριο για τις «αμαρτίες» ενός παρελθόντος που μας έφερε στο χείλος της καταστροφής.
Δυστυχώς, όμως, οι ρίζες των φαινομένων αυτών είναι τόσο βαθιές που εξακολουθούν να ανθίστανται σθεναρά ακόμη και τώρα, που οι πολίτες στη συντριπτική τους πλειοψηφία επιζητούν επιτέλους μια κανονικότητα. Κάτι που επικυρώθηκε περίτρανα με την υπερψήφιση της προεκλογικής ατζέντας της ΝΔ στις εκλογές της 7ης Ιουλίου, όπου βασικός πυλώνας της ήταν η επιβολή του δόγματος «νόμος και τάξη».
Παρακολουθούμε, ωστόσο, την χωρίς καν διάθεση προκάλυψης συστράτευση του ΣΥΡΙΖΑ στην αποτροπή της αποκατάστασης της νομιμότητας. Από το «καλά κάνανε» του κ. Μάρκου, για το σπάσιμο με αλυσοπρίονο του λουκέτου της ΑΣΟΕΕ μέχρι το «δεν βρήκανε και καλάσνικοφ» του κ. Τζανακόπουλου για τα ευρήματα στα υπόγεια του πολύπαθου πανεπιστημίου, εκδηλώνεται η ίδια αντίληψη, που εν τέλει χαρακτήρισε και τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ επί 4,5 χρόνια. Μια στάση που αποτυπώθηκε στην εξοργιστική ανοχή στην παραβατική συμπεριφορά κάθε είδους, ιδίως επί υπουργίας του κ. Τόσκα, όταν οι λεγόμενες «συλλογικότητες», οι συμμορίες δηλαδή τραμπούκων που βιαιοπραγούν κατά το δοκούν, αναβαθμίστηκαν σε «συνομιλητές» του κράτους, εφοδιασμένοι με προνόμια ασυλίας, ειδικά στο άβατο των Εξαρχείων.
Η περιβολή των εραστών της βίας και του περιθωρίου με το φωτοστέφανο του ιδεολόγου, συνοδεύτηκε με τον, καταφανή, περιορισμό του ρόλου της αστυνομίας και με νομοθετικές παρεμβάσεις που αφόπλισαν το κράτος από την αποστολή του να εγγυάται την ασφάλεια στους πολίτες. Οι νησίδες ανομίας εντάθηκαν και επεκτάθηκαν, ολόκληρες συνοικίες, ειδικά του κέντρου των Αθηνών, παραδόθηκαν στους περιθωριακούς κάθε είδους. Οι συμμορίες των ακραίων έκαναν οποιαδήποτε στιγμή επιθέσεις σε δημόσια και ιδιωτικά κτίρια, πρεσβείες, προξενεία και πρεσβευτικές κατοικίες. Επιθέσεις δέχθηκε ακόμη και το ελληνικό κοινοβούλιο, με κατάληξη τα περιπολικά της ΕΛΑΣ να μετατραπούν σε ταξί για τους δράστες – αναμφίβολα μια από τις μελανότερες σελίδες της ιστορίας της Βουλής.
Στα Πανεπιστήμια οι οργανωμένοι τραμπούκοι επέβαλαν καθεστώς τρόμου σε φοιτητές, καθηγητές και διοικητικό προσωπικό. Εντός των πανεπιστημιακών χώρων άνθισε ένα όργιο παρανομίας κάθε μορφής – με είδη παρεμπορίου, διακίνησης και χρήσης ναρκωτικών. Οι επιστολές διαμαρτυρίας και απόγνωσης των φοιτητών έβρισκαν κλειστά τα ώτα των συριζαίων υπουργών, που επέλεγαν να υποβαθμίζουν το θέμα ή να ρίχνουν την μπάλα στην εξέδρα. Ο κ. Γαβρόγλου απαντούσε ότι όλα αυτά πρέπει να τα επιλύσει ένα «ρωμαλέο φοιτητικό κίνημα». Τότε δεν καταλάβαμε τι εννοούσε, αλλά την ημέρα των επεισοδίων της ΑΣΟΕΕ το καταλάβαμε όταν καλούσε με δραματικούς τόνους τους φοιτητές να κατέβουν για να υποστηρίξουν την παραβίαση του ιδρύματος από μια οργανωμένη μικρή μειοψηφία.
Στους φωνασκούντες, ωστόσο, ενάντια στην «αστυνομοκρατία» και την «παλινόρθωση του κράτους της δεξιάς» θα έπρεπε να κάνει εντύπωση το αναμφισβήτητο γεγονός της συνάφειας μεταξύ μπαχαλάκηδων, ποινικών και τρομοκρατίας. Το παρελθόν των συλληφθέντων της «επαναστατικής αυτοάμυνας» το επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά. Η ώσμωση αυτή μεταξύ των διαφόρων διαύλων παρανομίας, που βρίσκει γόνιμο έδαφος στην υποχώρηση του κράτους από τις συστατικές του αρμοδιότητες, συνιστά μια διαρκή και τεράστια απειλή για το δημοκρατικό πολίτευμα, και ως τέτοια θα έπρεπε οι πολιτικές δυνάμεις να την αντιμετωπίσουν με περισσότερη υπευθυνότητα.
Είναι φανερό, πάντως, ότι οι αποφάσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη για την επιβολή του νόμου ξεβόλεψαν πολλούς. Η κατάργηση του νόμου για το άσυλο, η αυστηροποίηση των ποινών για χρήση και κατοχή μολότοφ, όπως και για την κατάληψη κτιρίων, δημιουργεί ένα νέο νομικό περιβάλλον, που δίνει τη δυνατότητα απαλλαγής από τα φαινόμενα της βίας και της ανομίας. Το στοίχημα είναι βέβαια υψηλό, οι παγίδες και τα ρίσκα πολλά, αλλά άλλος δρόμος δεν υπάρχει αν θέλουμε επιτέλους να μπούμε στην οδό της κανονικότητας.

*Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι πρόεδρος της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης της Βουλής, βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας.