Προέχει η άρση εμπολέμου με Αλβανία!..

on .

 Οι πολύχρονες Ελληνοαλβανικές διαφορές, που δεν επιτρέπουν στα δύο όμορα κράτη να διατηρούν ομαλές και προς όφελος των δύο γειτονικών λαών, έχουν αφετηρία, την 7.12.1912, τότε που από την Πρεσβευτική Συνδιάσκεψη των Μεγάλων Δυνάμεων που έγινε στο Λονδίνο, κατασκευάσθηκε και αναγνωρίσθηκε η Αλβανία ως Κράτος, έχοντας έδαφος, ένα ακρωτηριασμένο τμήμα της Ελλάδος, και ειδικώτερα το διχοτομημένο τμήμα της Ηπείρου, αυτό που αποκαλείται έκτοτε «Βόρειος Ήπειρος». Το τμήμα αυτό του εδάφους της Ελλάδας, παραχωρήθηκε για να δημιουργηθεί το κράτος της Αλβανίας και μάλιστα με τη σύμφωνη γνώμη της τότε Κυβέρνησης του αποκαλούμενου «Εθνάρχη» Ελ. Βενιζέλου καθορίσθηκαν και τα εδαφικά σύνορα της Αλβανίας. Αυτό έγινε στις 17-12-1913 στη Φλωρεντία, όπου υπογράφηκε και το γνωστό «Πρωτόκολλο της Φλωρεντίας», χωρίς τη συμμετοχή της Ελλάδας, εκπρόσωποι της οποίας ούτε καν κλήθηκαν να αναπτύξουν τις απόψεις τους, καίτοι ακρωτηριάζονταν τμήμα του εθνικού εδαφικού κορμού της.
Στο σημείο αυτό αξίζει να επισημανθεί ότι οι Βορειοηπειρώτες αντέδρασαν, ενισχυμένοι από Ελλαδίτες εθελοντές και διαφοροποιήθηκαν από την επίσημη πολιτική της Κυβέρνησης του Ελ. Βενιζέλου, που τους κάλεσε να παραδώσουν τη γη τους και τα όπλα τους στους Τουρκαλβανούς, σ’ αυτούς δηλαδή που ήταν σκλάβοι επί 400 χρόνια, πολιτική πράξη που τη χαρακτήρισε χλευαστικά σε άρθρο του σε Γαλλική εφημερίδα ο Πρωθυπουργός της Γαλλίας Κλεμανσώ.

Οι Βορειοηπειρώτες, αφού οργανώθηκαν, με αξιόλογο στρατό, κυριάρχησαν στον τότε Βορειοηπειρωτικό χώρο και σχεδόν σ’ όλη την έκταση του νεοδημιουργούμενου κράτους της Αλβανίας. Οι Μεγάλες Δυνάμεις, προ του κινδύνου να κυριαρχήσουν σ’ όλη την έκταση της Αλβανίας οι δυνάμεις του αυτόνομου Βορειοηπειρωτικού Κράτους, συγκάλεσαν Διεθνή Διάσκεψη, στην οποία μετείχαν εκπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων, της Αλβανίας και των Βορειοηπειρωτών, όχι όμως και εκπρόσωπος της Ελλάδας, η οποία συνήλθε στην Κέρκυρα, στις 5.5.1914, οπότε υπογράφηκε το γνωστό «Πρωτόκολλο της Κέρκυρας», με το οποίο αναγνωρίσθηκε η ΑΥΤΟΝΟΜΙΑ της Βορείου Ηπείρου. Έτσι, με το Πρωτόκολλο αυτό, αναγνωρίζεται ως Αυτόνομη η περιοχή της Βορείου Ηπείρου, το πλαίσιο των πολιτικοκοινωνικών δικαιωμάτων των Βορειοηπειρωτών και το πλαίσιο της Αυτονομίας, μέσα στο Αλβανικό Κράτος. Σύμφωνα με τη Συνθήκη αυτή, η οποία δεν καταγγέλθηκε ποτέ και εξακολουθεί να ισχύει, οι Μεγάλες Δυνάμεις είναι εγγυήτριες της τήρησης του καθεστώτος της Αυτονομίας της Βορείου Ηπείρου, ως τμήμα του Αλβανικού Κράτους.
Έτσι, πέραν όλων των άλλων διεθνών συμφωνιών, τα δικαιώματα των Βορειοηπειρωτών ρυθμίζονται με διεθνείς συνθήκες και χρήζουν κατοχύρωσης, αφού οι Αλβανοί τα αμφισβητούν και τα παραβιάζουν.
Εκτός από το θέμα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία αποτελούν μόνιμη αιτία προστριβών με την Αλβανία, παραμένει «ανοικτό» το θέμα των Τσάμηδων. Οι Τσάμηδες, περίπου 14.000, ήσαν Έλληνες πολίτες και κατοικούσαν στους νομούς Θεσπρωτίας και Άρτας. Το θέμα της Τσαμουριάς είναι σήμερα θέμα που προκαλεί μόνιμο προβληματισμό και συχνές προστριβές που διαταράσσουν τις σχέσεις των 2 όμορων κρατών.
Το δεύτερο θέμα που εκκρεμεί και διαταράσσει τις ελληνοαλβανικές σχέσεις είναι η άρση της εμπόλεμης κατάστασης που εξακολουθεί να παραμένει και φυσικά παρεμποδίζει την επίλυση των διαφορών και την ομαλοποίηση των σχέσεων των δύο κρατών.
Για το εκκρεμές αυτό θέμα, της άρσης του εμπολέμου, αναφέρθηκα με το δημοσιευμένο στον ΠΡΩΙΝΟ ΛΟΓΟ, στις 10-11-2018, άρθρο μου και ως εκ τούτου παρέλκει η εκ νέου αναφορά σε αυτό, σημειώνοντας μόνο ότι, όταν κηρύχθηκε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η Αλβανία συμμάχησε με τις Δυνάμεις του Άξονα και βρέθηκε σε εμπόλεμη κατάσταση με την Ελλάδα (Β.Δ. 10/10-11-1940 – ΦΕΚ 379/10-11-1940). Μέχρι σήμερα, καίτοι πέρασαν 75 χρόνια από τη λήξη του, δεν έγινε άρση του εμπολέμου.
Με τη λήξη του πολέμου, όλα τα εμπόλεμα κράτη και η Ελλάδα, συνήψαν μεταξύ τους συνθήκες ειρήνης, με τις οποίες ρύθμισαν τα διάφορα προβλήματα που δημιούργησε ο μεταξύ τους πόλεμος και ομαλοποίησαν τις σχέσεις τους.
Η Ελλάδα συνήψε συνθήκες ειρήνης με τη Γερμανία, την Ιταλία και τη Βουλγαρία, όπως από το διεθνές δίκαιο επιβάλλεται και ρύθμισαν και ομαλοποίησαν τις σχέσεις τους. Μοναδική εξαίρεση σε όλο τον κόσμο, αποτελεί η μη άρση του εμπολέμου με την Αλβανία, με υπογραφή συνθήκης ειρήνης, καίτοι είχαν δημιουργηθεί και υπάρχουν ακόμα εκκρεμή ζητήματα, όπως τα θέματα των Τσάμηδων κ.ά. Η άρση του εμπολέμου θα έπρεπε να γίνει με Συνθήκη Ειρήνης μεταξύ των δύο κρατών και η σύμβαση αυτή να κυρωθεί από τα Κοινοβούλια και να γίνει νόμος του κράτους. Λόγω άρνησης της Αλβανίας να προσέλθει για να συνάψει συνθήκη ειρήνης, η Κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου και με Υπ. Εξωτερικών τον Κάρολο Παπούλια, πρόκρινε να προβεί σε μονομερή άρση της εμπόλεμης κατάστασης. Με μία ιδιαίτερα προχειρογραμμένη πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου (μη πρωτοκολληθείσα καν), προέβη σε μονομερή άρση του εμπολέμου με τη φράση: «Η Κυβέρνηση αποφαίνεται και δηλώνει ότι ο χαρακτήρας της Αλβανίας σαν εχθρικού κράτους έχει πάψει να υφίσταται». Η πράξη αυτή, νομικά ανίσχυρη, μη δημοσιευθείσα καν στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως, δεν έχει καμία νομική αξία, τόσο στο εσωτερικό δίκαιο, όσο και, κυρίως, στο διεθνές δίκαιο. Αυτό επισημάνθηκε και από τον γράφοντα σε άρθρα του (ίδε Πρωινό Λόγο της 28-6-2015).
Τα τελευταία χρόνια το θέμα της άρσης του εμπολέμου προκάλεσε κωμικοτραγικές καταστάσεις στις επίσημες επισκέψεις του Πολιτειακού Άρχοντα της χώρας μας στην Αλβανία. Όταν ο Αλβανός Πρόεδρος παρότρυνε τον Έλληνα Πρόεδρο να επιδιωχθεί η άρση του εμπολέμου, με σύναψη «συνθήκης ειρήνης» για να ομαλοποιηθούν νομικά και τυπικά οι διεθνείς μας σχέσεις, ο Έλληνας πρόεδρος απαντούσε ότι έχει «επέλθει» η άρση του εμπολέμου, επικαλούμενος την άτυπη, ανυπόστατη, μονομερή άρση του εμπολέμου, τον Αύγουστο του 1986 με απόφαση των κ.κ. Ανδρέα Παπανδρέου και Κάρολου Παπούλια (νομικά ανυπόστατη μάλιστα, αφού ούτε καν πρωτοκολλήθηκε).
Θα ενθυμούνται οι αναγνώστες του Π.Λ. και οι Έλληνες, ότι η διαφωνία των αρχηγών της Αλβανίας και της Ελλάδας στο θέμα αυτό προκάλεσε τότε τη διακοπή της επίσημης επίσκεψης του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας.
Πριν λίγες μέρες έγινε μία συνταρακτική ανατροπή τής μέχρι σήμερα επίσημης θέσης της Ελλάδας, που αφορά το νομικό καθεστώς της άρσης της εμπόλεμης κατάστασης με την Αλβανία, ότι δηλαδή «η εμπόλεμη κατάσταση με την Αλβανία ήρθη στις 28.8.1987» με μονομερή πράξη-απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Την ημέρα αυτή έγινε, δημόσια, στα μέσα ενημέρωσης, πανηγυρική δήλωση του τότε Πρωθυπουργού για το εθνικό αυτό θέμα, παρισταμένου και του έχοντος την σχετική πρωτοβουλία, Ηπειρώτη Υπουργού Εξωτερικών, Κάρολου Παπούλια. Με πανηγυρικό τόνο, ο τότε Πρωθυπουργός και ο Υπουργός Εξωτερικών, διαβεβαίωσαν τον Ελληνικό Λαό ότι «Η Κυβέρνηση αποφαίνεται και δηλώνει ότι ο χαρακτήρας της Αλβανίας σαν εχθρικό κράτος έχει πάψει να υφίσταται».
Με άρθρο μου στην «Ελευθεροτυπία» τον Σεπτέμβριο του 1987, αμφισβήτησα τη νομική ισχύ της «μονομερούς» αυτής ενέργειας, αφού μόνο με υπογραφή Συνθήκης Ειρήνης, μεταξύ των εμπόλεμων Κρατών, η οποία θα κυρώνονταν από τη Βουλή τους, μπορούσε να αρθεί η εμπόλεμη κατάσταση και μ’ αυτή θα επιλύονταν τα υπάρχοντα προβλήματα που δυσχεραίνουν διαχρονικά τις ομαλές σχέσεις και τη συνεργασία των δύο όμορων Κρατών (Τσάμηδες – Προστασία του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, κτλ.).
Η νομικά παντελώς ανίσχυρη αυτή Πράξη του Υπουργικού Συμβουλίου (δεν δημοσιεύθηκε ούτε στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως) και πολιτικά άστοχη, αφού στη συνέχεια οξύνθηκε το θέμα των Τσάμηδων και έλαβε και διεθνείς διαστάσεις (προσφυγή στο Δικαστήριο της Χάγης από το κόμμα των Τσάμηδων), και αφέθηκαν στην τύχη τους απ’ όλους οι Βορειοηπειρώτες, υιοθετήθηκε από την Πολιτειακή και Κυβερνητική Εξουσία, καθώς και από τους γνωστούς Πανεπιστημιακούς, οι οποίοι υπεραμύνθηκαν της άποψης αυτής, δηλώνοντας ότι αυτή είναι και η θέση της Π.Σ.Ε. και της ΟΜΟΝΟΙΑΣ, που εμφανίζονται στα κανάλια και στα άλλα μέσα ενημέρωσης και τους άλλους Φορείς που, λόγω του προορισμού τους, θα έπρεπε να μην αφήσουν τον Ελληνισμό αυτό να αφανίζεται με γρήγορο ρυθμό.
Το δυστύχημα ήταν ότι την νομικά ανίσχυρη αυτή άποψη, υιοθέτησαν, όχι μόνο τα πολιτικά πρόσωπα και οι επιστήμονες, αλλά και άλλοι φορείς και Οργανώσεις της Ηπείρου και της Βορείου Ηπείρου και η Πανηπειρωτική Συνομοσπονδία.
Προ ολίγων ημερών, λοιπόν, συνέβη μια συνταρακτική ανατροπή της ως σήμερα επίσημης θέσης της Ελλάδας, όταν ο Πρωθυπουργός της Χώρας, Κυριάκος Μητσοτάκης, δήλωσε ότι εξακολουθεί να ισχύει η εμπόλεμη κατάσταση με την Αλβανία, πιστοποιώντας με τον πιο επίσημο τρόπο ότι η ενέργεια του τότε Πρωθυπουργού Ανδρέα Παπανδρέου και του Υπουργού Εξωτερικών Κάρολου Παπούλια, όσο και των εκάστοτε Προέδρων της Δημοκρατίας, των διαφόρων Πανεπιστημιακών, Πολιτικών καθώς και των Οργανώσεων και των Φορέων, δεν είχε έρεισμα στο Διεθνές και Ελληνικό Δίκαιο, και γι’ αυτό έδωσε εντολή στον Υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια να συμφωνήσει επ’ αυτού με τον ομόλογό του της Αλβανίας. Έτσι, στο πρόσφατο ταξίδι του Υπουργού στην Αλβανία, συναποφάσισαν, αυτός εκπροσωπώντας την Ελλάδα και ο Υπουργός Εξωτερικών της Αλβανίας, εκπροσωπώντας την Αλβανία, τα εξής: α) Να συντάξουν το συνυποσχετικό για να γίνει προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης για τον καθορισμό της ΑΟΖ και β) Να αρχίσουν, άμεσα, οι διαδικασίες για τη σύναψη της Συνθήκης Ειρήνης για την άρση του εμπολέμου, ώστε να επιλυθούν όλες οι Ελληνοαλβανικές διαφορές και να προστατευθεί ο Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου.
Έτσι, θα πρέπει, με πρωτοβουλία της Π.Σ.Ε., της μόνης Ηπειρωτική Οργάνωσης, που μπορεί να διαδραματίσει κάποιο ρόλο στην ιστορική αυτή στιγμή για την επίλυση των σχέσεών μας με την Αλβανία και την προάσπιση των Βορειοηπειρωτών που μένουν στη γενέθλια γη τους, α) Να συγκροτήσει άμεσα, τώρα, μία Επιτροπή από άτομα που να γνωρίζουν το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα, στην οποία θα πρέπει να μετέχει και ο Πρόεδρος της ΟΜΟΝΟΙΑΣ (λόγω της σοβαρότητας της αποστολής της Επιτροπής), όπως και κάποιος εκπρόσωπος των εδώ Βορειοηπειρωτικών Οργανώσεων (αν βέβαια υπάρχουν), η οποία, αφού συζητήσει όλα τα εκκρεμή θέματα του Βορειοηπειρωτικού Ελληνισμού, να συντάξει στη συνέχεια ένα εμπεριστατωμένο υπόμνημα, το οποίο θα το παραδώσει στον Υπουργό Εξωτερικών, ενημερώνοντάς τον και προφορικά, ώστε αφού ενημερωθεί από τους Ηπειρωτικούς φορείς να προβεί στις απαιτούμενες ενέργειες.

* Ο κ. Μιχαήλ Ν. Μαρτσέκης είναι από τα κορυφαία στελέχη της Ηπειρωτικής αποδημίας, διακεκριμένος δικηγόρος των Αθηνών