Τι δείχνει έρευνα του Τμήματος Βιολογικών Εφαρμογών του Πανεπ. Ιωαννίνων

«Αστερίσκοι» για τη χωροθέτηση αιολικών πάρκων στη χώρα μας!

«Ναι στις ΑΠΕ, αλλά με το ελάχιστο δυνατό κόστος για το περιβάλλον», λέει στον «Π.Λ.» η καθηγήτρια Βασιλική Κατή

•Να αρθεί η απαγόρευση για φωτοβολταϊκά στους οικισμούς β’ ζώνης Διατάγματος Ζαγορίου

AIOLIKO PARKO

• Πολλή συζήτηση γίνεται τα τελευταία χρόνια στην Ήπειρο όσον αφορά στην εγκατάσταση υποδομών Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και συγκεκριμένα για το αποτύπωμα που έχουν αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα στο φυσικό περιβάλλον.

Οι προτάσεις χωροθέτησης σταθμών παραγωγής ΑΠΕ είναι πολλές, όπως και οι αντιδράσεις από πλευράς περιβαλλοντικών φορέων αλλά και τοπικών κοινωνιών, ιδιαίτερα για τις ανεμογεννήτριες, η εγκατάσταση των οποίων σε βουνά της περιοχής μας θεωρείται ότι έχει αρνητικές επιπτώσεις για την άγρια πανίδα και υποβαθμίζει το φυσικό τοπίο. Στο πλαίσιο αυτό, πρόσφατη έρευνα στο Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών (ΒΕΤ) του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων χειρίζεται το θέμα της ορθής χωροθέτησης των ανεμογεννητριών με την  ελάχιστη δυνατή βλάβη στη βιοποικιλότητα και στο φυσικό περιβάλλον. Παράλληλα, η επικεφαλής του Εργαστηρίου Διατήρησης της Βιοποικιλότητας (ΒCL) Βασιλική Κατή απέστειλε επιστολή προς τον Πρωθυπουργό και την ηγεσία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας, καταθέτοντας μια σειρά από προτάσεις για να ενσωματωθούν στο αναμενόμενο ειδικό χωροταξικό σχέδιο για τις χερσαίες επενδύσεις ΑΠΕ.

Επιστολή για ΑΠΕ

«Οι επιδόσεις και επιτυχίες της Ελληνικής Κυβέρνησης στην ανάπτυξη των ΑΠΕ είναι σημαντικές! Η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης δεν μπορεί όμως να είναι αποτελεσματική μόνο με την γρήγορη ανάπτυξη των ΑΠΕ, χωρίς την ταυτόχρονη προστασία των αποθηκών άνθρακα, ήτοι της προστασίας των φυσικών οικοσυστημάτων. Η προστασία της βιοποικιλότητας είναι εξίσου αν όχι περισσότερο σημαντική για την αντιμετώπιση της οικολογικής και κλιματικής κρίσης που βιώνουμε σήμερα», τονίζεται στην επιστολή της καθηγήτριας του Τμήματος Βιολογικών Εφαρμογών προς τους Κ. Μητσοτάκη και Θεοδ. Σκυλακάκη.

Η κ. Κατή επισημαίνει πως οι αντίστοιχες επιδόσεις της χώρας στον τομέα της προστασίας της φύσης και της βιοποικιλότητας είναι μέτριες, με βάση την έκθεσή του ΟΟΣΑ, ενώ η γρήγορη ανάπτυξη των ΑΠΕ άνευ ορθού χωροταξικού σχεδιασμού οδηγεί σήμερα σε μια άνευ προηγουμένου εκβιομηχάνιση των βουνών και των νησιών μας, σε απώλεια και κατακερματισμό των φυσικών μας οικοσυστημάτων, και διαρκή απώλεια και υποβάθμιση της βιοποικιλότητάς τους, αντιβαίνοντας στην Ευρωπαϊκή Οδηγία των Οικοτόπων και Ειδών και διασύροντας τη χώρα διεθνώς. 

Κάνει δε λόγο για συγκρουσιακή κατάσταση, αφού, όπως σημειώνει, από τη μία πλευρά θα χρηματοδοτηθούν έργα αποκατάστασης της φύσης για τη βελτίωση της ανεπαρκούς κατάστασης διατήρησης οικοτόπων και ειδών, με βάση τον υπό ψήφιση Ευρωπαϊκό Νόμο Αποκατάστασης της Φύσης και την κείμενη εθνική νομοθεσία, ενώ από την άλλη, αυτά τα οικοσυστήματα και οι πιο άγριες φυσικές περιοχές της χώρας υποβαθμίζονται συστηματικά από την ταχεία ανάπτυξη βιομηχανικής κλίμακας ΑΠΕ.

Οι βασικές προτάσεις

Για την ανάπτυξη των χερσαίων ΑΠΕ με ελάχιστο αρνητικό πρόσημο στη φύση και στη βιοποικιλότητα, η καθηγήτρια του ΒΕΤ καταθέτει μία σειρά προτάσεων προς την πολιτική ηγεσία της χώρας. Συγκεκριμένα, προτείνει τη χωροθέτηση των ΑΠΕ κατά προτεραιότητα σε υποβαθμισμένα και κατακερματισμένα περιβάλλοντα εκτός του δικτύου Natura 2000, τη θεσμοθέτηση 55 εκτεταμένων περιοχών χωρίς δρόμους ως ζώνες αποκλεισμού ΑΠΕ και εγκατάσταση Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας σε ήπιες κλίσεις και σε ήδη αναπτυγμένες και προσβάσιμες περιοχές, με κριτήριο την ελάχιστη δέσμευση γης. 

Σημειώνεται εδώ πως το ίδιο Εργαστήριο του ΒΕΤ παρείχε τα δεδομένα για το κυβερνητικό πρόγραμμα «Απάτητα Βουνά». Σήμερα προστατεύονται χάρη σ’ αυτό εννέα τέτοια βουνά, ενώ τουλάχιστον 55 βουνά έχουν χαρακτήρα εκτεταμένων άγριων φυσικών περιοχών (wilderness).

 Φωτοβολταϊκά σε στέγες 

Ένα άλλο ζήτημα που θέτει η Βασιλική Κατή στον Πρωθυπουργό και το ΥΠΕΝ είναι η τροποποίηση παρωχημένων νομοθετημάτων που παρεμποδίζουν την παραγωγή καθαρής ενέργειας στις στέγες από τους πολίτες. 

Όσον αφορά στην περιοχή μας, αξιοσημείωτη είναι η πρόταση για τροποποίηση του Προεδρικού Διατάγματος Ζαγορίου του 1979, με βάση το οποίο δεν υπάρχει πρόβλεψη εγκατάστασης φωτοβολταϊκών πάνελ και ηλιακών κεραμιδιών σε στέγες στους οικισμούς της περιφερειακής ζώνης (ζώνη Β’) του διατάγματος, όπως το Πέραμα, η Κρανούλα ή η Περίβλεπτος, δίπλα δηλαδή στα Γιάννενα! Σήμερα απαγορεύεται η αυτοπαραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας σε στέγες σε αυτή τη ζώνη, παρόλο που οι οικισμοί της δεν έχουν παραδοσιακό χαρακτήρα, ούτε σχετίζονται αρχιτεκτονικά ή πολιτισμικά με το Ζαγόρι (ζώνη Α). Το διάταγμα προφανώς δεν μπορούσε να προβλέψει την αναγκαιότητα παραγωγής πράσινης ενέργειας 45 χρόνια πριν. «Όλοι οι πολίτες θα πρέπει να μπορούμε να συμμετάσχουμε έμπρακτα στην πράσινη πολιτική της χώρας», υπογραμμίζεται χαρακτηριστικά στην επιστολή. 

Λείπει το χωροταξικό

Καταλήγοντας στην επιστολή της, η κ. Κατή διατυπώνει προβληματισμό για την πιθανή μη καταλληλόλητα των μεγάλων υψομέτρων άνω των 1.200 μ. ως θέσεις χαμηλής απόδοσης παραγωγής καθαρής ενέργειας λόγω περιβαλλοντικών συνθηκών. Προτείνει τα δεδομένα ετήσιας ηλεκτροπαραγωγής ανά ανεμογεννήτρια να είναι διαθέσιμα, ώστε να ελεγχθεί κατά πόσο οι ανεμογεννήτριες σε ψηλά υψόμετρα είναι αποτελεσματικές στην παραγωγή ενέργειας, επισημαίνοντας πως η γενική τάση στην Ευρώπη είναι να αποφεύγονται αυτά. Δηλώνει δε ανήσυχη για τη μεγάλη καθυστέρηση και εν γένει την απουσία εγκεκριμένου εθνικού ειδικού χωροταξικού σχεδίου για τις χερσαίες επενδύσεις ΑΠΕ, την ίδια στιγμή που υπερτριπλασιάζεται ο εθνικός στόχος για την εγκαταστημένη ισχύ τους και εφαρμόζεται η νομοθεσία για την ταχύτατη ανάπτυξή τους στην πράξη.

Έρευνα σε αιολικά

Οι παραπάνω επισημάνσεις της Βασιλικής Κατή αποτελούν επιστέγασμα μελέτης, την οποία διεξήγαγε η ερευνητική ομάδα του ΒΕΤ σε συνεργασία με το Κέντρο Ερευνών της Ευρωπαϊκής Ένωσης με χρηματοδότηση του ΟΦΥΠΕΚΑ και δημοσιεύθηκε πρόσφατα σε έγκριτο διεθνές περιοδικό. Αντικείμενό της ήταν, μεταξύ άλλων, το αποτύπωμα των αιολικών πάρκων όσον αφορά στην έκταση που καταλαμβάνουν οι ανεμογεννήτριες και οι συνοδευτικές υποδομές τους. Στο πλαίσιο της έρευνας μελετήθηκαν 90 αιολικά πάρκα.

Όπως διαπιστώθηκε, σε αντίθεση με τη γενική τάση στην  Ε.Ε., στη χώρα μας οι περισσότεροι σταθμοί αιολικής ενέργειας τοποθετούνται σε ορεινές και δασικές εκτάσεις. Η δέσμευση γης από την κατασκευή των σταθμών είναι σχεδόν τρεισήμισι φορές μεγαλύτερη από τον παγκόσμιο μέσο όρο, ανερχόμενη σε 3.53 τετραγωνικά μέτρα ανά παραγόμενη Μεγαβατώρα, κυρίως λόγω των έντονων κλίσεων. Η μελέτη καταδεικνύει το πρόβλημα σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς στις περισσότερες χώρες της νότιας Ευρώπης, οι οποίες είναι και οι πλέον πλούσιες και σημαντικές για τη βιοποικιλότητα, επιλέγονται συγκριτικά με τη διαθεσιμότητά τους τα βουνά και τα δάση και ημιφυσικές εκτάσεις για την τοποθέτηση των ανεμογεννητριών σε αντίθεση με την κεντρική και βόρεια Ευρώπη όπου αποφεύγονται. 

Όπως επισημαίνεται, στην Αυστρία, για παράδειγμα, η ορεινή ζώνη καλύπτει το 74% της χερσαίας έκτασης της χώρας και μόνο το 12% των ανεμογεννητριών έχουν τοποθετηθεί εκεί, ενώ στην Ελλάδα η ορεινή ζώνη καλύπτει το 72% της έκτασης της χώρας και 92% των ανεμογεννητριών έχουν κατασκευαστεί εντός αυτής. 

Η μελέτη καταδεικνύει ακόμη πως οι δρόμοι πρόσβασης αποτελούν μεγάλο πρόβλημα, καθώς καταναλώνουν γη, δηλαδή δημιουργείται τεχνητή γη σε βάρος των φυσικών οικοσυστημάτων. Όπως επισημαίνεται, για 90 αιολικά πάρκα στη χώρα μας (ένα τρίτο από τα λειτουργούντα) χρειάστηκε να κατασκευαστούν την τελευταία εικοσαετία 116 χλμ. νέων δρόμων πρόσβασης, ενώ παράλληλα διαπλατύνθηκαν ακόμη 157 χλμ. υφιστάμενων οδών. Οι εκτιμήσεις είναι συντηρητικές, ενώ η τάση διάνοιξης νέων δρόμων αναμένεται να είναι αυξητική, καθώς οι νέοι αιολικοί σταθμοί στην Ελλάδα σχεδιάζεται να εγκατασταθούν σε μεγαλύτερα υψόμετρα και σε εδάφη που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερους κινδύνους για τη διάβρωση του εδάφους και την εδαφική βιοποικιλότητα. 

Tι λέει η Β. Κατή

 «Η πράσινη μετάβαση είναι απαραίτητη», λέει στον «Π.Λ.» η καθηγήτρια του ΒΕΤ και προσθέτει: «Το στοίχημα είναι πώς θα την πετύχουμε με το ελάχιστο δυνατό κόστος για τη φύση. Δεν είναι σωστό να καταστρέφουμε τις φυσικές δεξαμενές απομάκρυνσης του διοξειδίου του άνθρακα από την ατμόσφαιρα, δηλαδή τους υγροτόπους, τα λιβάδια και τα δάση, στο όνομα της γρήγορης ανάπτυξης των ΑΠΕ. Ούτε είναι σωστό να διεισδύουμε στα τελευταία απομακρυσμένα ορεινά οικοσυστήματα της Ελλάδας, στις πιο όμορφες φυσικές περιοχές της χώρας, όταν μπορούμε να ικανοποιήσουμε τις ενεργειακές μας ανάγκες κοντά σε υπάρχοντες δρόμους και χωρίς σημαντική βλάβη στη φύση. Στο Τμήμα μας κάνουμε εφαρμοσμένη έρευνα και συχνά την επικοινωνούμε στα κέντρα λήψης αποφάσεων. Η Κυβέρνηση έκανε σπουδαίο πολιτικό έργο στηριζόμενη στην έρευνά μας επί των περιοχών άνευ δρόμων στο παρελθόν και ελπίζουμε να το συνεχίσει. Είναι στη δική της διακριτική ευχέρεια αν θα λάβει υπόψη και τη νέα έρευνά μας ή μη».