Ναι στην αύξηση μισθών, ανάγκη όμως και για ελάφρυνση βαρών…

ΔΩΣΤΕ ΜΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΔΩΣΟΥΜΕ!

- Λένε οι μικρομεσαίοι, που επωμίζονται δυσανάλογο βάρος συγκριτικά με τις δυνατότητές τους…

- ΓΣΕΒΕΕ: Μέτρα για μείωση του λειτουργικού κόστους και ενίσχυση της ρευστότητας

EYRO PLASTA MHXANHMA

Την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 830 ευρώ από 1η Απριλίου ανακοίνωσε χθες, σε πανηγυρικό τόνο, ο Πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης κατά την συνεδρίαση του Υπουργικού Συμβουλίου, μια μέρα μετά τη θυελλώδη συζήτηση στη Βουλή και την καταψήφιση της πρότασης δυσπιστίας που κατέθεσε η Αντιπολίτευση.

Αναμφίβολα πρόκειται για μια θετική εξέλιξη για τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας, που θα τους δώσει σημαντική ανάσα, ειδικά σε μια περίοδο που η ακρίβεια και οι αυξημένες οικονομικές υποχρεώσεις έχουν δημιουργήσει μια εκρηκτική κατάσταση! 

Μάλιστα, η αύξηση του κατώτατου μισθού, όπως ανέφερε η Υπουργός Εργασίας Δ. Μιχαηλίδου συμπαρασύρει προς τα πάνω τριετίες, δώρα και 13 κατηγορίες επιδομάτων και παροχών, όπως την τακτική επιδότηση ανεργίας, την ειδική παροχή μητρότητας, το επίδομα γονικής άδειας, το ειδικό βοήθημα ευάλωτων ομάδων, το ειδικό εποχικό βοήθημα και το επίδομα εργασίας. «Η απόφαση είναι σωστά μελετημένη. Ανακουφίζει σίγουρα τους εργαζόμενους, δίχως όμως να θίγει τις αντοχές της οικονομίας και την ανταγωνιστικότητα των ίδιων των επιχειρήσεων», τόνισε, μεταξύ άλλων, κατά την τοποθέτησή του ο Πρωθυπουργός.

Στήριξη και των ΜμΕ

Με θετικό μάτι είδαν οι άνθρωποι της αγοράς την χθεσινή αύξηση του κατώτατου μισθού, ειδικά σε μια περίοδο που η ακρίβεια πιέζει ασφυκτικά τα νοικοκυριά. Ωστόσο, αυτό που εξακολουθούν να επισημαίνουν με κάθε τρόπο στην Κυβέρνηση, είναι ότι ταυτόχρονα απαιτούνται και μέτρα στήριξης των μικρών και μικρομεσαίων επιχειρήσεων που επωμίζονται δυσανάλογο βάρος συγκριτικά με τις δυνατότητές τους! 

Όπως τονίζει σε χθεσινή ανακοίνωσή της η ΓΣΕΒΕΕ «προκειμένου η αύξηση που αποφασίστηκε να έχει αξία, είναι αναγκαίο να ληφθούν αποτελεσματικά μέτρα για τη συγκράτηση των τιμών. Αναγκαία είναι, επίσης, και η λήψη μέτρων για τη μείωση του κόστους λειτουργίας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, που τα τελευταία 2 έτη έχει αυξηθεί κατά 35%, καθώς και μέτρα για την ενίσχυση της ρευστότητάς τους». Και αναφέρεται σε μια σειρά μέτρων, όπως η πλήρης κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος, η ρεαλιστική ρύθμιση των οφειλών, η μείωση των έμμεσων φόρων, ο περιορισμός των ειδικών φόρων και τελών, η επαναφορά του αφορολόγητου ορίου για τα εισοδήματα που αποκτώνται από επιχειρηματική δραστηριότητα και βέβαια η απόσυρση της τεκμαρτής φορολόγησης των ατομικών επιχειρήσεων, η οποία θα τις επιβαρύνει περαιτέρω καθώς συνδέεται άμεσα με το ύψος του κατώτατου μισθού. 

Η Ένωση Επιμελητηρίων 

Αλλά και ο Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος Ι. Μασούτης σε συνάντηση με την Υπουργό Εργασίας Δ. Μιχαηλίδου τόνισε ότι αυτή η αύξηση «πρέπει να συνοδευθεί με ταυτόχρονες παροχές προς τις επιχειρήσεις, με ελάφρυνση των εργοδοτικών εισφορών και κίνητρα για διατήρηση και πρόσθεση νέων θέσεων εργασίας». Και πρόσθεσε ότι «οι επιχειρήσεις επιζητούν σειρά από μέτρα, όπως φοροαπαλλαγές και μειωμένες ασφαλιστικές εισφορές, ώστε να μπορούν να είναι ανταγωνιστικές και να επανεπενδύουν στην κοινωνία και τους εργαζομένους τα πρόσοδα της ανάπτυξης, δημιουργώντας εργασιακή ασφάλεια και ευημερία στην οικονομία και στον τόπο».

«Δεν υπάρχουν μόνο οι μεγάλες επιχειρήσεις»

Αυτό εξάλλου τονίζουν στις πρώτες δηλώσεις τους και οι φορείς της αγοράς, που εκπροσωπούν τον πολύπαθο κλάδο της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας. 

- Χαρακτηριστικά τα όσα τονίζει σε χθεσινή δήλωσή του ο Πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών Γιάννης Χατζηθεοδοσίου: «Είχαμε κάνει ξεκάθαρο προς την κυβέρνηση πως η οποιαδήποτε αύξηση του κατώτατου θα έπρεπε να συνοδευτεί από τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους το οποίο παραμένει σε υψηλά επίπεδα. Κάτι τέτοιο δεν έγινε και οι επιχειρήσεις, ειδικά οι μικρομεσαίες, επιβαρύνονται κι άλλο σε μία χρονική στιγμή που η βιωσιμότητά τους απειλείται από διάφορους ανασταλτικούς παράγοντες όπως η ακρίβεια, το υψηλό λειτουργικό κόστος, η έλλειψη χρηματοδοτικών εργαλείων, η επιπλέον φορολόγηση, ο βραχνάς των ανεξόφλητων οφειλών. Αν θέλουμε πραγματικά ως χώρα να δούμε επιτέλους ένα καλύτερο μέλλον, πρέπει η Πολιτεία να δει και τις ανάγκες της πολύ μικρής, της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας. Δεν υπάρχουν μόνο οι μεγάλες επιχειρήσεις στην Ελλάδα….».

- Στο ίδιο μήκος κύματος και οι δηλώσεις του Προέδρου του Εμπορικού Συλλόγου Αθηνών, Στ. Καφούνη, ο οποίος μεταξύ άλλων ανέφερε: «Καλοδεχούμενη κάθε αύξηση η οποία βελτιώνει το οικογενειακό εισόδημα, ιδιαίτερα των πιο αδύναμων οικονομικά συμπολιτών μας. Άλλωστε, μόνον έτσι θα πραγματοποιηθεί η αναγκαία αύξηση της υποτονικής κίνησης που έχει καταγραφεί στην αγορά το τελευταίο διάστημα. Όμως, επειδή δεν γίνεται κοινωνική πολιτική στις πλάτες της επιχειρηματικότητας, αναμένουμε η απόφαση αυτή που υπερβαίνει τις προτάσεις μας, να συνδυαστεί τουλάχιστον με τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους…».

- Αλλά και η Πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών, Σοφία Κουνενάκη Εφραίμογλου ανέφερε, μεταξύ άλλων: «…η ενίσχυση των εισοδημάτων των εργαζομένων σαφώς παραμένει στόχος προτεραιότητας για την Πολιτεία. Η προσπάθεια αυτή, ωστόσο, οφείλει να λαμβάνει υπόψη τις αντοχές των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες αγωνίζονται να παραμείνουν ανταγωνιστικές και βιώσιμες, σε ένα απαιτητικό περιβάλλον. Χρειάζεται γι’ αυτό να συνδυαστεί με περισσότερα βήματα για τη μείωση του μη μισθολογικού κόστους της εργασίας, αλλά και συνέχιση των παρεμβάσεων για την υποστήριξη της επιχειρηματικότητας και της επίσημης εργασίας, μέσα από φορολογικές, ασφαλιστικές και ρυθμιστικές παρεμβάσεις, βελτίωση της λειτουργίας της δημόσιας διοίκησης, δημιουργία κατάλληλων υποδομών και υπηρεσιών…»

* * * 

Μπορεί βέβαια ο Πρωθυπουργός, σύμφωνα με τις χθεσινές δηλώσεις του, να θεωρεί ότι οι επιχειρήσεις μπορούν να απορροφήσουν αυτό το πρόσθετο κόστος, όμως καλό θα ήταν να λάβει υπόψιν του ότι δεν έχουν όλες την ίδια δυναμική! Τα στοιχεία εξάλλου έρευνας της ΓΣΕΒΕΕ που είδε προ ημερών το φως της δημοσιότητας αποτυπώνουν το πολύ δύσκολο οικονομικό περιβάλλον μέσα στο οποίο καλούνται να επιβιώσουν σήμερα οι μικρές επιχειρήσεις: Έλλειψη ρευστότητας, χρέη, αδυναμία πρόσβασης σε χρηματοδότηση, υψηλό λειτουργικό κόστος κ.α.