Πώς η οικονομική κρίση επηρεάζει τη γλώσσα μας...

on .

ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΕΣ

Πώς η οικονομική κρίση
επηρεάζει τη γλώσσα μας...

  Της ΝΙΚΟΛΕΤΤΑΣ ΤΣΙΤΣΑΝΟΥΔΗ - ΜΑΛΛΙΔΗ*

* Η μελέτη των αναπαραστάσεων της ελληνικής οικονομικής κρίσης και των συνεπειών του «Μνημονίου» αποτελεί μια ζωηρή πρόκληση για τους αναλυτές λόγου. Στο πλαίσιο έρευνάς μας που κυκλοφόρησε στις Η.Π.Α. με τον τίτλο Language and Greek crisis – An analysis of form and content το ενδιαφέρον επικεντρώθηκε σε δημοσιευμένα κείμενα από το χώρο του διαδικτύου, του έντυπου και ηλεκτρονικού Τύπου, που αποδελτιώθηκαν από ένα ομοιογενές σώμα κειμένων.
Η μελέτη ξεκινά με την υπόθεση εργασίας ότι η εμπειρία της πρόσληψης των συνεπειών της κρίσης χαρακτηρίζει τις γλωσσικές πραγματώσεις στη δημόσια  σφαίρα. Εφόσον υφίσταται άμεση εμπλοκή των πολιτών σε αυτή την επώδυνη εμπειρία, οι επιδράσεις λεκτικοποιούνται μέσω συγκεκριμένων δομικών σχημάτων. Μία παράλληλη υπόθεση υποστήριζε ότι στο χώρο των ΜΜΕ και της πολιτικής γίνεται συνειδητά ή έντεχνα ενός είδους υπερ–χρήση στοιχείων της λαϊκής και λαϊκότροπης γλώσσας, προκειμένου να αποδίδονται ευκρινέστερα τα μεγέθη των συνεπειών της ύφεσης στα μικρομεσαία κοινωνικοοικονομικά στρώματα.
Ειδικότερα, παρατηρείται ότι ο «λαός» εμπλέκεται εξελικτικά στην αλγεινή εμπειρία του «θύματος», γνώρισμα που διακρίνει το ύφος και τη μορφή της γλωσσικής πραγμάτωσης. Οι παραγωγοί του δημόσιου λόγου προτιμούν μία δυναμική και ολιστική περιγραφή της κρίσης ως μία υπόσταση που διατρέχει το σύνολο σχεδόν της ελληνικής κοινωνίας, ενίοτε με χαρακτηριστικά δραματοποίησης. Η κρίση παρουσιάζεται ως ένα φαινόμενο που επέρχεται αιφνίδια ως μία σαρωτική διαδικασία που επιτίθεται οριζόντια και επιδεινώνει μία ήδη διαμορφωμένη κατάσταση.
Συνδέεται μάλιστα με ένα ισχυρό σημασιολογικό φορτίο το οποίο πυροδοτεί πρωτόγονα συναισθήματα και αντιδράσεις, και επιτυγχάνει την ανάληψη έως και την παιδική ηλικία των πασχόντων. Με άλλες γλωσσικές δομές εκφράζεται ενός είδους αιφνιδιαστική επίθεση σε βάρος του ευάλωτου, αλλά και η οργισμένη απαίτηση του «αδικημένου» για την αποκατάσταση της έννοιας του δικαίου.  
Η αναλυτική λεξικο-γραμματική ανάλυση των δεδομένων οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το μνημόνιο και η ύφεση γίνονται αντιληπτές ως εξελίξεις από τις οποίες οι πολίτες επιθυμούν να απαλλαχθούν με κάθε τρόπο, χωρίς όμως αυτό να γίνεται κατορθωτό, όπως προκύπτει από προσδιορισμούς του τύπου ‘ανοχύρωτοι’, ‘ανυπεράσπιστοι’, ‘μοιραίοι’ κ.ά. Οι αναγωγές στον πόνο και στην ασθένεια δεν  θεωρούνται αυθαίρετες στο βαθμό που συχνά ο οφειλέτης λαός παρουσιάζεται τόσο στα ΜΜΕ όσο και στον πολιτικό λόγο ως ένας άρρωστος, συχνά με πρωτόγονες αντιδράσεις απελπισίας για όσα δοκιμάζουν τις αντοχές του. Η αρρωστοποίηση του χρεοκοπημένου δεν γίνεται τυχαία και η απόδοσή της σε ευφάνταστη χρήση του μεταφορικού λόγου συνιστά απλούστευση.
Η μελέτη υποστηρίζει ότι η παρουσίαση του υπόχρεου ως ασθενή γίνεται συνειδητά, ώστε ο δανειολήπτης να «σφραγίζεται» με κατωτερότητα και βιολογική τρωτότητα, αλλά και να στιγματίζεται ως υποδεέστερη οντότητα που χρήζει θεραπείας και «σωτηρίας». Επιπροσθέτως, επιδιώκεται η σαφής εγκατάσταση της ιδεολογικής θέσης ότι ο δανειζόμενος έχει το πρόβλημα ως επίνοσος και όχι το πολιτικό σύστημα και οι τυχόν δικές του «ασθένειες».
Συμπεραίνεται ότι για την απεικόνιση των συνεπειών χρησιμοποιούνται κυρίως οι λεγόμενες ‘χαμηλές κοινωνικές ποικιλίες’, με καταφανή τα χαρακτηριστικά της λαϊκότητας. Στον αντίποδα των κατώτερων παραλλαγών απαντάται μία συστηματική και καλλιεργημένη γλώσσα με τη χρήση κυρίως σύνθετων και «αριστοκρατικών» λέξεων, ειδικά όταν πρόκειται για τα μέτρα και τις προτάσεις που διατυπώνουν τα πολυειδή πολιτικοοικονομικά συστήματα εξουσίας για έξοδο από την κρίση (λ.χ. εκσυγχρονισμός, εξυγίανση, αναδιάταξη, εξορθολογισμός, εφεδρεία κ.ά.) Πρόκειται για επιτηδευμένες και καταξιωμένες κοινωνικά λέξεις που επιλέγονται με στόχο μία αξιόπιστη και πειστική αναπαράσταση των «ενδεδειγμένων λύσεων» για τη διευθέτηση του προβλήματος.

* Η Ν. Τσιτσανούδη-Μαλλίδη είναι Επίκουρη Καθηγήτρια Γλωσσολογίας και Ελληνικής Γλώσσας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και «2014 Ioannina Fellow» στο θερινό σχολείο του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ στην Ελλάδα. Είναι μέλος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων.