Πικρή η αλήθεια για το μέλλον της χώρας…

on .

Του ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΡΑΚΑΤΣΟΥΛΗ,
Ομοτ. Καθηγητή Γεωπονικού Παν/μίου Αθηνών

* Όταν δεν παράγεις δεν μπορείς να ζητάς να τρως με δανεικά. Μαθηματικά, είναι βέβαιο, ότι θα πεινάσεις μια μέρα. Αυτή είναι, το γένον έχον, η πικρή αλήθεια για το μέλλον της χώρας μας. Πολλοί πεινούν ήδη και η πείνα κτυπά, σιγά – σιγά, ολοένα και περισσότερα κοινωνικά στρώματα. Το ερώτημα είναι: «υπάρχει ελπίδα;». Η απάντηση, με βάση τη σημερινή νοοτροπία του λαού και την πολιτική ανευθυνότητα (ανωριμότητα, ανεπάρκεια, σκοπιμότητα) είναι σαφώς αρνητική. Βαδίζουμε προς τον γκρεμό εθελοτυφλώντας μπρος στη σκληρή πραγματικότητα την οποία άλλοι δεν συνειδητοποιούν κι άλλοι την αποκρύπτουν. Λοιδορούμε όσους προσπαθούν να σώσουν τη χώρα κάτω από δυσμενέστατες συνθήκες αναπολούμε τις παλιές χρυσές μέρες του αλόγιστου δανεισμού που μας έφερε στη σημερινή μας κατάντια, χωρίς όμως να βάζουμε πλάτη (αυτό να το κάνουν οι άλλοι…) για να βγει το κάρο από τη λάσπη και ρίχνουμε τις ευθύνες σε όλους τους άλλους εκτός από εμάς που εκ προοιμίου έχουμε δίκαιο.
Αρκούμαστε στη διαμαρτυρία, στην καταγγελία και στις βρισιές κάθε λογής εναντίον των πολιτικών που δεν ανήκουν στη δική μας παράταξη χωρίς να προβληματιζόμαστε αν και οι δικοί μας δεν είναι μια από τα ίδια, αφού αποτελούν, στην πλειονότητά τους, δοκιμασμένα κουκιά, προερχόμενα από την ίδια σκάφη. Στη γενετική υπάρχει ο όρος «διάφορον δείγμα εκ του ιδίου πληθυσμού» που έχει πλήρη εφαρμογή στην προκειμένη περίπτωση. Προς τι λοιπόν ο διαχωρισμός; Ποιος τους ψηφίζει;
Μ’ αυτή την επιπόλαια νοοτροπία στην οποία επικρατεί ο ατομικισμός και η ρουσφετολατρεία, η οργή και η αγανάκτηση, που οδηγούν στις αγκάλες αδίστακτων δημαγωγών υποσχομένων τα πάντα, δηλαδή αυτά που θέλουμε, όμως χωρίς κόπο και θυσίες, κανείς εχέφρων δεν μπορεί να τρέφει ελπίδες για το μέλλον του τόπου. Η ανόρθωση χρειάζεται παλλαϊκή συμμετοχή με εθελοντισμό και αυταπάρνηση, κάτι που δεν φαίνεται, αφού, δυστυχώς, λείπουν από το πολιτικό μας στερέωμα ηγέτες που να την εμπνεύσουν.
Αντ’ αυτού, έκδηλη είναι η πολιτική ανευθυνότητα που δεν εμπνέει εμπιστοσύνη και συμβάλλει, αθελήτως προφανώς, στην ενίσχυση της στρεβλής νοοτροπίας του λαού, περί τα κοινά (δικαιώματα ναι, υποχρεώσεις όχι). Πώς να τους πιστέψουν όμως, όταν επί μήνες τώρα, ασχολούνται όλοι με τα προεκλογικά, τα μετεκλογικά και πάλι, από τώρα, με την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας; Εκτός από τον Πρωθυπουργό, που ομολογουμένως δεν σηκώνει κεφάλι με λίγους ικανούς από τους συνεργάτες του και ελάχιστους υπουργούς, που προσπαθούν να βγάλουν τον τόπο από την κρίση ακολουθώντας ένα δρόμο που άλλοι συμφωνούν και άλλοι όχι, ποιοι άλλοι από τους 300 εργάζονται;
Σύσσωμη η αντιπολίτευση, αλλά και μέλη της συγκυβέρνησης, με πρώτο και καλύτερο τον Αντιπρόεδρο κ. Βενιζέλο, έχουν σαν πρώτη προτεραιότητα την προσωπική τους πολιτική επιβίωση, δημιουργώντας πρόσθετα προβλήματα στον κ. Σαμαρά. Πώς αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς τον προκλητικό εκβιασμό του κ. Βενιζέλου, ότι αν δεν καρπίσει η ελιά… πέφτει η κυβέρνηση κι αν δεν βάλει τόσους υπουργούς πάλι κινδυνεύει; Τόσο ο κ. Βενιζέλος, όσο και άλλοι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ αλλά και της Ν.Δ., δυστυχώς, εκμεταλλεύονται την αυτοθυσία του κ. Σαμαρά να δώσει όλες του τις δυνάμεις για να σώσει τον τόπο, αυτοθυσία που τον οδηγεί σε υποχωρήσεις με τεράστιο προσωπικό πολιτικό κόστος.
Έτσι οδηγηθήκαμε, σε ώρα βαθειάς οικονομικής κρίσης, σ’ ένα υπερπληθές, προκλητικό για την κοινωνία, Υπουργικό Συμβούλιο με τεράστιες δαπάνες (γραφεία, αυτοκίνητα, ασφάλειες, σύμβουλοι και άλλα…). Πέραν αυτού, είναι γνωστό ότι «ουκ εν τω πολλώ το ευ». Κι αυτό φάνηκε από τις πρώτες μέρες από κάποιους που θέλησαν, με τον τρόπο του ο καθ’ ένας, να φανούν και λίγο αντιμνημονιακοί, ξεχνώντας ότι όλοι τους ψήφισαν και το μνημόνιο και τη δανειακή σύμβαση. Έλεος πια…, πού πήγε η συνέπεια;
Όταν παλινδρομείς σ’ αυτά που υπέγραψες και βγαίνεις στα τηλεπαράθυρα και παραπαίεις με τα λεγόμενά σου και τον εαυτό σου υποβαθμίζεις και την κυβερνητική γραμμή στρεβλώνεις και τον κ. Σαμαρά που σ’ έκανε υπουργό θίγεις (ας πρόσεχε θα πουν πολλοί). Όλοι προβάλλουν την ανάγκη να ενημερωθούν πρώτα (το Σπετέμβριο είπε κάποιος ότι θα είναι έτοιμος!) και εδώ έγκειται η αδυναμία του ανασχηματισμού. Όταν αναλαμβάνεις ένα υπουργείο πρέπει όχι μόνο να το ξέρεις αλλά να έχεις και έτοιμες αποφάσεις για το έργο και την αποστολή του. Αλλιώς, «ζήσε Μάη να φας τριφύλλι». Είναι δε θλιβερό το φαινόμενο να δίνουν εξετάσεις σαν μαθητούδια μπροστά στους τηλεπαρουσιαστές, οι οποίοι για… ψύλλου πήδημα τους καλούν επιτακτικά να βγουν και να δώσουν απαντήσεις κι αυτοί τρέχουν…
Με τέτοια πολιτική νοοτροπία ας μην τρέφουμε πολλές ελπίδες…, αφού κανείς τους δεν αναφέρεται στην ταμπακέρα, που είναι το δημόσιο χρέος. Ναι, με τα σημερινά δεδομένα, το δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο. Το κούρεμα, που όλοι θα θέλαμε, δεν φαίνεται εφικτό, και είναι αστείο να ισχυρίζεται ο κ. Τσίπρας ότι θα διαπραγματευθεί σκληρά (!) προσποιούμενος πως δεν γνωρίζει ότι τώρα γι’ αυτό θα πρέπει να συμφωνήσουν όλα τα κοινοβούλια της Ευρωζώνης και ότι κι εκεί οι πολιτικοί ζυγίζουν το πολιτικό κόστος, γιατί οι ψηφοφόροι τους δεν είναι πρόθυμοι να φορολογούνται για κουρέματα χρεών άλλων χωρών. Τι μένει μετά απ’ αυτό; Μόνο η επιμήκυνση με χαμηλό επιτόκιο, έστω και μία περίοδο χάριτος μερικών ετών, ώστε να πάρει η οικονομία μας κάποιες ανάσες για να μπει μπροστά η μηχανή της παραγωγής και της ανάπτυξης, δηλαδή η γραμμή Σαμαρά.
Με απλά ελληνικά, είτε με κούρεμα έστω αν γινόταν, είτε με επιμήκυνση, δεν υπάρχει καμιά ελπίδα το δημόσιο χρέος να γίνει βιώσιμο, αν δεν συνοδεύεται με αύξηση της παραγωγής συγκεκριμένων προϊόντων και την τοποθέτησή τους σε ανταγωνιστικές τιμές, κυρίως στις εξωτερικές αγορές, για να μπουν στη χώρα μας ευρώ ή δολλάρια (πώς αλλιώς θα πληρώνονται οι δόσεις γι’ απόσβεση του δημοσίου χρέους; Με αζήτητες δραχμές;). Αλλά, σε ποιους τομείς και σε ποια συγκεκριμένα προϊόντα πρέπει να στραφεί η οικονομία μας; Τ’ ακούσαμε ποτέ απ’ όλους αυτούς τους λαλίστατους πολιτικούς όλων των κομμάτων που κάθε μέρα σχεδόν βγαίνουν στο «γυαλί»; Πώς όμως να συμβεί αυτό, όταν είναι εξειδικευμένοι μόνο στις κοκορομαχίες άνευ νοήματος;
Συχνά πετάνε τη ρουκέτα της ανάπτυξης, λέξη που έχει γίνει πιπίλα στα στόματα όλων των Ελλήνων και πέραν τούτου ουδέν. Αυτοί που αναλαμβάνουν αναπτυξιακά υπουργεία έχουν όραμα για τις παράλληλες πολυσχιδείς δράσεις (οικονομικές, κοινωνικές, διοικητικές, πολιτισμικές, χωροταξικές, περιβαλλοντικές) που υπαγορεύει μια ολοκληρωμένη και προοδευτικά εξελισσόμενη ανάπτυξη; Αν όχι, καλά θα κάνουν να δώσουν τις παραιτήσεις τους από τώρα, γιατί δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο. Για παράδειγμα τίθεται το ερώτημα: Για την εξασφάλιση της διατροφής μας υπάρχει πρόγραμμα αυτάρκειας σε γεωργικά προϊόντα ώστε να μειωθούν οι εισαγωγές; Δύσκολο το πρόβλημα, λόγω του ανταγωνισμού, αλλά στα δύσκολα κρίνονται οι υπεύθυνοι υπουργοί. Οψόμεθα.
Συμπερασματικά, αβίαστα προκύπτει ότι χωρίς αύξηση της παραγωγής σε συνδυασμό με αύξηση της παραγωγικότητας (μείωση του κόστους, δημιουργία θέσεων εργασίας) και χωρίς πρόγραμμα οικονομικής ανάπτυξης, με την ευρύτερη σημασία του όρου, κανένα κούρεμα (ουτοπία) και καμιά επιμήκυνση, από μόνα τους, δεν μας σώζουν. Για να υπάρξει ελπίδα πρέπει και ο λαός και οι πολιτικοί ν’ αλλάξουμε νοοτροπία και να συνεισφέρουμε, κατά τη δύναμή μας, σε μια παλλαϊκή προσπάθεια για να βγει η χώρα μας από την κρίση. Αν όχι, τότε ελπίδα «ΓΙΟΚ». Δυστυχώς η αλήθεια είναι πάντα πικρή, αλλά πρέπει να τη λέμε.