Οι δικαστές και η εξέλιξή τους…

on .

ΑΠΟ ΑΛΛΗ ΣΚΟΠΙΑ

Οι δικαστές και
η εξέλιξή τους…

 Γράφει ο ΒΑΣ. Α. ΚΟΚΚΙΝΟΣ,
Επίτ. Πρόεδρος του Αρείου Πάγου

* Η δικαστική λειτουργία είναι η τρίτη του κράτους, ισοδύναμη, ισόκυρη και ισότιμη των δύο άλλων, ήτοι της νομοθετικής και της εκτελεστικής. Οι Δικαστές δεν είναι δικαστικοί υπάλληλοι, όπως υποστηρίζουν ελάχιστοι πανεπιστημιακοί, αλλά άμεσα όργανα κι εκφραστές της τρίτης λειτουργίας. Αυτό αναγνωριζόταν από την Πολιτεία και όταν δεν υπήρχε η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 88 του Συντάγματος, κατά την οποία «οι αποδοχές των δικαστικών λειτουργών είναι ανάλογες με το λειτούργημά τους».  Η μισθολογική διάκριση των Δικαστών,  κατά τον αείμνηστο Δημητρακόπουλο, λόγον έχει την εξασφάλιση της ηρεμίας του πνεύματος κι τη ψυχής, σε μία ασχολία τόσο λεπτή με τόσους κινδύνους, όπως είναι αυτή των Δικαστών (Ιωάννου Μουσούρη, Η ιστορία της Ελληνικής Δικαιοσύνης, 1940, σελ. 199). Από το 1914 μέχρι το 1922 οι μισθοί των Δικαστών σχεδόν ετριπλασιάσθηκαν, παρά το γεγονός ότι υπήρχε οικονομική κρίση και η Πολιτεία είχε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της αποκαταστάσεως των προσφύγων και των θυμάτων των πολυετών πολέμων.  
Το 1940 οι αποδοχές του Προέδρου και του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου ανήρχοντο σε 15.500 δραχμές. Του Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου στις 14.000 δραχμές. Των Αρεοπαγιτών και των Αντεισαγγελέων του Αρείου Πάγου σε 12.400 δραχμές. Των Προέδρων και Εισαγγελέων Εφετών σε 12.400 δραχμές. Των Εφετών και των Αντεισαγγελέων Εφετών σε 8.200 δραχμές. Των Προέδρων και των Εισαγγελέων Πρωτοδικών σε 7.500 δραχμές. Των Πρωτοδικών και των Αντεισαγγελέων Πρωτοδικών σε 6.300 δραχμές. Των εμμίσθων Παρέδρων σε 5.000 δραχμές. Των Ειρηνοδικών Α’ Τάξεως και των πταισματοδικών 4.900 δραχμές. Και των Ειρηνοδικών Β’ Τάξεως σε 4.100 δραχμές. Στους μισθούς αυτούς δεν περιελαμβάνοντο τα επιδόματα οικογενείας και κατοικίας.
Σήμερα επικρίνονται οι Δικαστές για την καθυστέρηση στην έκδοση πολιτικών και ποινικών αποφάσεων και την παραβίαση των κανόνων της ευγενείας, από ολίγους προεδρεύοντες και περισσότερες προεδρεύουσες των ποινικών Δικαστηρίων. Η ευρυθμία της Δικαιοσύνης αρχίζει από την ορθή επιλογή της ηγεσίας της. Όταν οι επί κεφαλής της Δικαιοσύνης είναι προσηλωμένοι στο Σύνταγμα και τους Νόμους και αξιώνουν από τους Δικαστές την τήρηση των νομίμων υποχρεώσεών τους, η δικαιοδοτική μηχανή θα εύρει τον αρμόζοντα ρυθμό της. Αντιθέτως η επιείκεια και η ανοχή των παραπτωμάτων αυξάνει την τέλεση αυτών από ορισμένους Δικαστές.  
Η άποψη ότι η επιλεγόμενη ηγεσία πρέπει να έχει τη συμπάθεια των νεοτέρων Δικαστών, μπορεί να ικανοποιεί τους συνδικαλιστές, αλλά βλάπτει καίρια τη Δικαιοσύνη. Και είναι τουλάχιστον περίεργο, πώς η κυβέρνηση, η οποία από το Σύνταγμα έχει την εξουσία να επιλέγει τους Προέδρους, τους Εισαγγελείς, τους Αντιπροέδρους του Αρείου Πάγου, τους Προέδρους και Αντιπροέδρους του Συμβουλίου της Επικρατείας, τους Προέδρους και Αντιπροέδρους του Ελεγκτικού Συνεδρίου και τους Επιτρόπους αυτού και των Διοικητικών Δικαστηρίων, δεν φροντίζει ώστε τουλάχιστον ο Πρόεδρος και ο Αντιπρόεδρος αυτής να αποκτούν προσωπική γνώση ενός εκάστου των κρινομένων και να μην επαφίενται στις εισηγήσεις του εκάστοτε Υπουργού Δικαιοσύνης και τα  ανεύθυνα εν κρυπτώ σχόλια διαφόρων καλοθελητών, ως και των βουλευτών, ενώπιον των οποίων οι προς κρίσιν υποχρεώνονται να εμφανισθούν αντισυνταγματικώς.
Οι Έλληνες πολίτες σχολιάζουν το γεγονός, ότι ορισμένοι προσωρινώς κρατούμενη υπόδικοι απολύονται, διότι παρατείνεται η κράτησή τους πέραν των 18 μηνών. Τελευταία και εξοργιστική περίπτωση ήταν εκείνη του Νίκου Μαζιώτη και της συντρόφου του Παναγιώτας Ρούπα, εκ των πρωταγωνιστών της τρομοκρατικής οργανώσεως «Επαναστατικός Αγώνας», οι οποίοι αποφυλακίσθηκαν στις 11.10.2011, πριν τελειώσει η δίκη. Βεβαίως, οι Έλληνες διερωτώνται γιατί η δίκη δεν άρχισε εγκαίρως και γιατί δεν επεβλήθησαν κυρώσεις στους υπαιτίους της καθυστερήσεως της υποθέσεως.
Το γεγονός όμως, ότι ο επικεφαλής εκείνων που θα έπρεπε να ελέγξει την καθυστέρηση και την αποφυλάκιση αυτή, ανέλαβε αργότερα την Διεύθυνση της Ανεξάρτητης Αρχής Διώξεως της Διαφθοράς, οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η καθυστέρηση αυτή θα ήταν δικαιολογημένη.  
Οπωσδήποτε η Εισαγγελική Αρχή θα έπρεπε να είχε επέμβει για την αυθαίρετη κατάληψη της Νομικής Σχολής, προκειμένου να παρουσιασθεί στο αμφιθέατρο αυτής το βιβλίο του Δ. Κουφοντίνα και τηλεφωνικώς από το συγγραφέα. Διερωτώνται όμως οι πολίτες, γιατί οι Εισαγγελείς δεν έπραξαν το καθήκον τους προς απαγόρευση της καταλήψεως του αμφιθεάτρου της Νομικής Σχολής Αθηνών; Και εάν οι καθηγητές της Νομικής διαμαρτυρήθηκαν ή όχι για την κατάληψη αυτή.