ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΕΣ ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΕΣ…

on .

Ευθυμογράφημα

ΜΙΚΡΕΣ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΕΣ ΑΝΑΣΦΑΛΕΙΕΣ…

 Γράφει η ΤΖΕΝΝΥ Π. ΣΙΑΜΑΛΕΚΑ

* Πριν ακόμα αποσυρθούν τα κόκκινα πασχαλιάτικα αυγά, απ’ την φρουτιέρα πάνω στο τραπέζι, αρχίζεις ανυπόμονα να μετράς τις μέρες για την καλοκαιρινή άδεια.
- Τους έλεγξες αυτούς τους ισολογισμούς; ρωτάει ο προϊστάμενος.
- Ε, ναι… πως… Και ήδη από μέσα σου έχεις φορέσει τα βατραχοπέδιλα.
Μετράς τις μέρες, κάνεις «έρευνα αγοράς»… Πόσο το ξενοδοχείο; Πόσο η πανσιόν; Για κάμπινγκ ούτε λόγος… Η Μαιρούλα - η γυναίκα σου- παραπονιέται πως δεν έχει τις ανέσεις της. Πως μπαίνει άμμος στα μαλλιά της. Πως γεμίζει μυρμήγκια. Την «φουλτακιάζουν» τα κουνούπια… και πως θα ταν καλύτερα να πάνε στη μαμά της στο Τολό, που θα τους περιποιηθεί και θα τους φιάξει και κοκκινιστό μπάμιες με κοτόπουλο (η μαμά το κάνει ντιπ ανάλατο γιατί έχει πίεση). Και που η θάλασσα είναι τόσο ωραία (η θάλασσα απέχει 20 χιλιόμετρα από το σπίτι της μαμάς της)… Και θάρθουν και τα παιδιά! Όταν λέει παιδιά εννοεί την αδερφή της με το γαμπρό της και τα δίδυμα, που τσιρίζουν ολημερίς και ολονυχτίς.
Κι εσύ δεν θες να το ζήσεις ξανά αυτό το έργο… Κι ονειρεύεσαι Αστυπάλαια, Σχοινούσα κι Ηρακλειά… κι απέραντο γαλάζιο.
***
Κι οι μήνες ροβολάνε… λες και κάποιος τους σπρώχνει στον κατήφορο, έτσι από γινάτι, για να μεγαλώνουμε γρήγορα. Και φτάνεις στον Ιούλιο. Κι ακόμα δεν έχεις κατασταλάξει. Και σκέφτεσαι μήπως Χαλκιδική; Δεύτερο ή τρίτο πόδι; Μπαα, εκεί θα πλακώσει όλη η πρώην Σοβιετική Ένωση… Κι οι Ρώσοι θα πλακώνονται με τους Ουκρανούς… Κι οι Τσετσένοι θα πιάνουν τις καλύτερες ξαπλώστρες… Και θα τσιρίζουν στο μπρέκφαστ:
- More bacon, more…
Μήπως καλύτερα στη Σάμο; Βέβαια στη Σάμο που χεις κάνει και φαντάρος… Και μπορείς για μια ολόκληρη μέρα να περάσεις στους απέναντι -στα παράλια ΜΑΣ- δηλαδή… Και να ψωνίσει η Μαιρούλα στο Κουσάντασι, ότι τραβάει η ψυχή της!
Καλά, η Μαιρούλα τρελαίνεται για Τουρκία. Μόλις κατέβει από το πλοίο, νομίζει πως θα συναντήσει τον Καρανταγί! Έβλεπε κι όλο το χειμώνα την Εκμετζίογλου με τις πολίτικες συνταγές και θέλει σου λέει να προμηθευτεί μπαχάρια, για να τις «εκτελέσει» και η ίδια!
***
Εν τω μεταξύ κι ενώ αυτός αναζητά προορισμό διακοπών, η γυναίκα του έχει ήδη αναζητήσει την πιστωτική. Τσακώνει τη Visa και πέρα-δώθε στα «Calzedonia». Και να τα μαγιό… και να τα παρεό… λες και θα πάνε στα Μπαρμπέιντος. Και σαγιονάρες αυστηρά επώνυμες και σανδάλια τύπου «gladiators»… τα φοράει και νομίζει όταν τη βλέπει πως είναι φτυστός ο Ράσελ Κρόου στο Μονομάχο… Και οπωσδήποτε επισκέψεις στα «μποτέ» για χαλάουα, απολέπιση, ρεκτιφιέ. Κι από πάνω να σου πετάει και σπόντες, πως είσαι πολύ τριχωτός! Και πως ο Μπαμπίνος, ο φίλος της φίλης της, της Καιτούλας, έκανε αποτρίχωση -πλάτη, στήθος- κι έδειξε πολύ ωραίος!
Και θα πάνε στην Ψαρού στη Μύκονο… Κι όχι σαν κάτι άλλους, που όταν βγαίνουν στην παραλία, μοιάζουν σαν να φοράνε τη φλοκάτη!
***
Με αυτά και με αυτά ο Ιούλης να τρέχει λες και είναι ο Κεντέρης… Αλλά οι νύχτες να περνάνε αργά, βασανιστικά, θολωμένες από τις ταμπλέτες που βάζεις για τα κουνούπια… Και βαριές από τις πίτσες, που κατανάλωσες βλέποντας Μουντιάλ.
Στριφογυρίζεις στο κρεβάτι και μάτι δεν κλείνεις. Μαζί μ’ εσένα στριφογυρίζει και το στομάχι κι όλο το μπροστινό σύστημα.
Καλά, αναρωτιέσαι, εγώ πριν λίγα χρόνια ήμουν φαντάρος με κάτι κοιλιακούς σαν τον Μπέκαμ! (Σύγκριση με τον Νεϊμάρ δεν παίζει, γιατί αυτός παρά είναι μικρός). Πότε έκανα κοιλιά; Πώς θα εμφανιστώ στην παραλία;
Και καλά η γυναίκα μου μ’ έχει συνηθισμένο... (Μέγα σφάλμα να το λες αυτό. Συνηθισμένο είχε κι η Μπαλατσινού τον Κωστόπουλο και τώρα τον αφήνει γιατί συνήθισε κάτι άλλο)... Φαντάσου όμως να με δει καμιά γνωστή, καμιά πρώην. Πέρυσι για παράδειγμα στη Σκόπελο, έπεσε πάνω στη Νάνσυ! Συμφοιτήτρια από την Πάντειο. Η ωραιότερη της Σχολής. Λέκτορες, Καθηγητές, φοιτητές, ο κηπουρός, οι μεταπτυχιακοί... όλο το Σύμπαν ερωτευμένο με τη Νάνσυ! Κι η Νάνσυ να γουστάρει μόνο αυτόν!
Αυτή βέβαια στο τέλος παντρεύτηκε έναν τύπο που είχε αλυσίδα σούπερ-μάρκετ. Κι έχει και σκάφος και σπίτι στα Β.Π. με θερμαινόμενη πισίνα...
Την αντάμωσε λοιπόν σ’ ένα beach bar στην Σκόπελο, να πίνει τεκίλα κι ήταν χάρμα οφθαλμών! Κι έπαιζε κι ένα τραγούδι εκείνη την ώρα:
«Ετοιμάζω ταξίδι, μοναχά για πάρτη σου
στα μεγάλα νησιά του μυαλού και του χάρτη σου...».
Δεν της ήταν αδιάφορος, το διάβασε στα μάτια της, α ρε Νάνσυ... Φαντάσου λοιπόν να τον έβλεπε η Νάνσυ με κοιλιά! Ανεπίτρεπτο!
Εκείνο το όργανο κωπηλασίας που βρίσκεται;
- Μαίρη, Μαίρη, πού είναι το κωπηλατικό μου; Στην αποθήκη, κάτω από τις κούτες με τα Χριστουγεννιάτικα.
- Γιατί το παρόπλισες;
- Γιατί τόχες στην κρεβατοκάμαρα και διαρκώς σκόνταφτα επάνω του.
***
Εν τω μεταξύ, η Μαίρη ζει τον δικό της Γολγοθά ανασφάλειας.
Προβάρει σπίτι τα μαγιό που αγοράζει φορώντας τις ψηλοτάκουνες γόβες της. Και, το χειρότερο, κάνει πάντα τη γνωστή ερώτηση:
- Πώς σου φαίνομαι;
- Είναι γλύκα, είναι μέλι το καρπούζι του Βαγγέλη.
Η Μαίρη εκνευρίζεται... Άσε τις σαχλαμάρες πες μου.
Τι να της πει δηλαδή. Ότι είναι σαν την Αντριάνα Λίμα; Αφού δεν είναι.
- Θα φοράς και τις γόβες στην παραλία;
Μόνο στην παραλία! Και μέσα στη θάλασσα είναι ικανή να τις φορέσει, αρκεί να μην δείχνει σαν πινέζα μπροστά στις Σκανδιναβές.
- Περίμενε, περίμενε τώρα θα δοκιμάσω το ολόσωμο.
Περιμένει, έτσι κι αλλιώς δεν έχει να πάει πουθενά. Κατά βάθος δεν θέλει να ξεκουνήσει καθόλου... Να βολοδέρνει πάλι μέσα στο λιοπύρι και να ψάχνει για rooms to let. Να εκλιπαρεί το μεσημέρι στην ταβέρνα για ένα ποτήρι νερό. Και οι σερβιτόροι να τρέχουν πέρα-δώθε ιδρωμένοι. Να μην προλαβαίνουν τον κόσμο... Η μπύρα νάναι χλιαρή και η χωριάτικη μαραμένη σαν απότιστος βασιλικός.
Να κάθεται στην παραλία να διαβάσει το βιβλιαράκι του και να τρώει ακατάπαυστα στο κεφάλι το μπαλάκι, από τις ρακέτες των λουομένων.
Να προσπαθεί το μεσημέρι να πάρει έναν υπνάκο και τα νοικιαζόμενα – προς διευκόλυνση των τουριστών – μηχανάκια, να μην τον αφήνουν.
***
Είναι αλήθεια! Εμάς τους Έλληνες δεν μας χαρακτηρίζει το ομαδικό πνεύμα. Είμαστε εαυτούληδες και ατομιστές, σε σημείο εκνευριστικό. Όταν όμως πρόκειται για καλοκαιρινές δραστηριότητες, όλα κι όλα. Εκεί είμαστε ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ.
Όολοι μαζί την Κυριακή για μπάνιο.
Λες και τις υπόλοιπες μέρες η θάλασσα μεταναστεύει. Όολοι μαζί θέλουμε να πάρουμε άδεια τον Αύγουστο. Λες και το καλοκαίρι διαρκεί ένα μήνα. Όολοι μαζί για φαγητό μετά το μπάνιο. Όλοι μαζί στην Εθνική οδό. Όλοι στο πλοίο. Όλοι στο αεροπλάνο.
Αυτό το «όλοι μαζί» γίνεται μερικές φορές τόσο κουραστικό που σκέφτεται μήπως είναι καλύτερα να κρεμάσει μία αιώρα στη βεράντα... Να φιάξει μερικά μοχίτο... Να βάλει να παίζει Μπομπ Μάρλεϊ... Και να ταξιδεύει νοερά στη Τζαμάϊκα...
- Τι λες κι εσύ Ζάχο; Καλά δεν θα τη βγάλουμε κι έτσι;
Ο Ζάχος, ο λεβέντης του, ο παλληκαράς! Το δυνατότερο γαύγισμα της γειτονιάς, δείχνει να συμφωνεί. Καθόλου δεν του αρέσουν οι μετακινήσεις του Ζάχου. Κι όπως κάθε κόκερ που σέβεται τον εαυτό του, δεν επιθυμεί σε καμία περίπτωση να μείνει σε πανσιόν για σκύλους.
Η ευθύνη για το κατοικίδιό του, προστίθεται κι αυτή μέσα σε τόσες άλλες... Την ευθύνη για το σπίτι... Πόσοι και πόσοι δεν επέστρεψαν από διακοπές και βρήκαν το διαμέρισμά τους άδειο! Μέχρι και τις κουρτίνες είχαν πάρει οι διαρρήκτες.
Η ευθύνη για τα λουλούδια... Τάφτυσε πέρυσι η μπανταρία στο αυτόματο πότισμα και ξεράθηκαν όλα! Ακόμα κι η καμέλια που την είχε πάρει δώρο στη Μαιρούλα για την επέτειό τους... Και το σπουδαιότερο: Η ευθύνη για τη μητέρα του... Χήρα γυναίκα, μένει δύο τετράγωνα πιο κάτω. Αν της συμβεί κάτι;
***
Ευθύνη στην ευθύνη και τον πήρε ο ύπνος στον καναπέ, παρέα με το Ζάχο. Κι έβλεπε όνειρο. Πώς ήταν, λέει, μαζί με τον Πίου στο πούλμαν του Σπυριδάκη. Και γύρναγαν την Ελλάδα και μάζευαν παίχτες. Αγαπούλα στο πούλμαν... Και συνάντησαν, λέει και 11 Βραζιλιάνους, αυτούς που έπαιζαν με τη Γερμανία και που είχαν μείνει άνεργοι και τους πήραν κι αυτούς στο πούλμαν!
***
Το πρωί ξύπνησε κεφάτος! Φόρτωσε την αεροδυναμική του μπαγκαζιέρα. Θαύμασε το καινούργιο σορτσάκι της Μαιρούλας. Φόρεσε στο Ζάχο το ταξιδιωτικό του φουλάρι και ξεκίνησαν για τη θάλασσα.
Δεν θα πήγαιναν τελικά μακριά. Μέχρι τη Λευκάδα.
Έφτασαν το μεσημέρι στον Άγιο Νικήτα. Πέταξαν τα ρούχα τους και μαζί μ’ αυτά πέταξε ότι τον στενοχωρούσε και τον βασάνιζε. Το σώμα μέσα στο νερό βρήκε τη φυσική του ισορροπία. Αλάφρωσε και το μυαλό και η ψυχή. Έγνοιες δεν υπήρχαν, υπήρχε μόνο το μπλε και το γαλάζιο.
Από τη χαρά του άρχισε να τραγουδάει:
«Είναι ωραία η θάλασσα
γιατί κινείται πάντα...»