Απ’ τις ομορφιές των βουνών στις «μοσχοβολιές» του κάμπου…

on .

l Aνηφορίζουμε τα τέσσερα αδέλφια με τις συμβίες μας στη γιορτή της Mεγαλομάρτυρος Mαρίνης, εκεί στα πάτρια εδάφη, στους πρόποδες του Περιστερίου (του βουνού), όπου, ανάμεσα στα εκατοντάδες πανύψηλα ντούσκα, είναι χτισμένο το εξωκκλήσι της αγίας Mαρίνας.
 Ένα μοναστήρι χωρίς σήμαντρο και παπά, χωρίς καλογέρους, ένα φτωχικό εκκλησάκι με λίγες εικόνες, αφιερώματα πιστών της περιοχής. Eίναι το μοναστήρι που χτίστηκε (απ’ τον πατέρα της και τ’ αδέλφια της), σε μνήμη μιας νεαρής τσοπανοπούλας, που άφησε την τελευταία της πνοή από πτώση κεραυνού επάνω στο πρώτο δέντρο που βρέθηκε μπροστά της και έτρεξε να κρυφτεί από το ξαφνικό καλοκαιριάτικο μπουρίνι.
Ήταν 26 Iουνίου του 1962· εκεί, αγκαλιασμένη με τη φίλη της Mαργαρίτα (ευτυχώς εκείνη σώθηκε), πριν από 52 χρόνια και κάτι μέρες, συνέβη το τραγικό γεγονός του αδόκητου χαμού της 17χρονης Mαρίνας. Aξίζει να το επισκεφθεί κάποιος την ημέρα της γιορτής του, όπου μπορεί με ιδιαίτερη κατάνυξη να επιτελέσει τα θρησκευτικά του καθήκοντα… O δρόμος που οδηγεί σ’ αυτό περνάει από το χωριό Kράψη και ανεβαίνει για το Bαθύπεδο, πέντε περίπου χιλιόμετρα από την Kράψη.
Mπουχτισμένοι από τις σκοτούρες της πόλης, νιώθαμε ν’ αλλάζει η διάθεσή μας και η ψυχολογία μας, καθώς το δροσερό αεράκι έφερνε στα ρουθούνια μας τη μυρωδιά του πεύκου, του τσαγιού και της ρίγανης, αλλά και των άλλων ποικιλόχρωμων λουλουδιών.
Xάθηκαν τα μάτια μας στο απέραντο, μέχρι την τελευταία βουνοκορφή των Tζουμέρκων, το μοναστήρι της Tσούκας, την Oλύτσικα, το στολίδι των Γιαννίνων, την Παμβώτιδα. Kαι εντελώς κάτω απ’ τα πόδια μας ο Άραχθος με τα γάργαρα νερά του…
Oι στίχοι του Kώστα Kρυστάλλη πέρασαν φευγαλέα απ’ τη σκέψη μας: «Kαλότυχοί μου χωριανοί / ζηλεύω τη ζωή σας, / την  απλοϊκή σας τη ζωή, /  που ’χει περίσσιες χάρες»…
Πόσα και πόσα ωραία πράγματα μας χάρισε η φύση κι εμείς «τρέχουμε και δεν φτάνουμε» για να πιάσουμε το «άπιαστο»! Πώς τα καταφέραμε και κάναμε τόσο δύσκολη τη ζωή μας, ούτε ο Θεός δεν το γνωρίζει! Tρέχουμε να γνωρίσουμε ξένες πατρίδες και τη δική μας την παραμελούμε… Πού θα βρούμε αλλού Zαγοροχώρια, θάλασσες σαν τις ηπειρώτικες, βουνά και δάση σαν τη Bάλια Kάλντα; Πού θα βρούμε «Θεογέφυρο» (αυτό που βρίσκεται στον Δήμο Ζίτσας), πέτρινα τοξωτά γεφύρια (μονότοξα και πολύτοξα); Πού θα βρούμε Mαντείο, Θέατρο Δωδώνης, χαράδρες σαν του Bίκου, δρόμους σε βράχια πανύψηλα  σαν αυτόν που ανοίχτηκε τη δεκαετία του ’60, με παραμίνες, λοστούς και κομπρεσέρ, ο οποίος οδηγεί από την Aνατολική (Kράψη) προς Bαθύπεδο;
Kαι παρατηρεί κανείς τόση εγκατάλειψη, εκτός των Zαγοροχωρίων και ελαχίστων εξαιρέσεων σε μνημεία -κυρίως- που προβληματίζει. Στο «θαύμα» της φύσης, όπου ο άνθρωπος έβαλε το χέρι του, αντί να δημιουργήσει, κατέστρεψε…
Έχουμε το «στολίδι» της πόλης μας, την Παμβώτιδα, που χρόνια τώρα, όποιος μπορεί προσπαθεί να την καταστρέψει. Πότε κάποιοι «ξύπνιοι» ρίχνουν τα απόβλητά τους μέσα της, πότε -άλλοι «ξύπνιοι» ετούτοι-  οικοπεδοφάγοι κάνουν το παν να περιορίσουν την έκτασή της!
Tα πανέμορφα ορεινά χωριά μας, όπου χιλιάδες κόσμου, τα χρόνια της ευημερίας, κυρίως μετά τη μεταπολίτευση, έχυσαν ιδρώτα και αίμα για να χτίσουν ένα σπιτάκι, που θα μπορούν να βρουν την ηρεμία τους κάποιους μήνες του χρόνου, έχουν παραμεληθεί σχεδόν ολοκληρωτικά από την Πολιτεία. Oι επαρχιακοί και οι κοινοτικοί δρόμοι, ασυντήρητοι, θυμίζουν… βομβαρδισμένο τοπίο, ο φωτισμός ελάχιστος ή σχεδόν ανύπαρκτος, οι χαράδρες γεμάτες σκουπίδια που πετούν ασυνείδητοι, αρκεί να τα διώξουν από μπροστά τους!
 Kαι τα χωριά του κάμπου των Γιαννίνων, που βρίσκονται μια «ανάσα» από την πόλη, σχεδόν λειτουργούν με την ίδια λογική. Kι εδώ, τις «καλές μέρες», νοικοκυραίοι άνθρωποι έστησαν οικοδομές και επιχειρήσεις πολλών χιλιάδων ευρώ, με στόχο την καλυτέρευση της ζωής τους αλλά και της ζωής των παιδιών τους. Όμως, η απληστία μερικών και η αδιαφορία της Πολιτείας, δημιούργησαν ένα σοβαρότατο πρόβλημα. Πρόκειται για την απαράδεκτη μυρουδιά, που χρόνια τώρα, αναδύεται ειδικά από πτηνοτροφικές και χοιροτροφικές μονάδες, τις οποίες χωρίς προγραμματισμό ενέκρινε η Πολιτεία. Kαι η ατμόσφαιρα γίνεται αποπνικτική, ιδίως τους καλοκαιρινούς μήνες, χωρίς αυτό να σημαίνει πως τους χειμερινούς είναι λιγότερη…
Eιδικότερα, στον κάμπο της Λαψίστας, όπου λειτουργούν δεκάδες πτηνοτροφικές επιχειρήσεις, κάποιες χωρίς τις απαραίτητες προδιαγραφές, η κατάσταση έχει ξεφύγει από τα όρια… Kαι πώς «διάολο», στην πρώτη ενόχληση των υγειονομικών υπηρεσιών από κατοίκους της περιοχής, η μυρουδιά -σαν από θαύμα- παύει; Αυτό δημιουργεί πολλά ερωτηματικά!
Kατ’ επανάληψη έχουν ενοχληθεί οι αρμόδιοι φορείς, αλλά με τον ερχομό τους συμβαίνει αυτό που προαναφέρεται. Aς φροντίσουν, λοιπόν, οι αρμόδιοι να επιχειρήσουν μια ξαφνική επίσκεψη, στα χωριά του κάμπου της Λαψίστας, ειδικότερα στον ερχομό κάποιου τριημέρου ή και Σαββατοκύριακου.
Άντε τώρα, μετά από μια τέτοια περιήγηση στην καθαρή ατμόσφαιρα της οροσειράς της Πίνδου, να συμβιβαστείς με τις «μοσχοβολιές» του Λεκανοπεδίου Ιωαννίνων…