Η έννοια της υπακοής στην Ορθόδοξη Εκκλησία μας…

on .

ΛΟΓΟΣ & ΑΝΤΙΛΟΓΟΣ

 Του ΚΩΣΤΑ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΙΔΗ, Θεολόγου

* Κατά την ημέρα της ενθρόνισης του νέου Μητροπολίτη Ιωαννίνων κ. Μαξίμου, δημοσιογράφος της πόλης μας ρώτησε τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο τι πρέπει να επιδείξουμε οι χριστιανοί στον νέο Μητροπολίτη μας και ο Αρχιεπίσκοπος απάντησε:  Υ Π Α Κ Ο Η.
Ο Αρχιεπίσκοπος ως φιλόλογος και Θεολόγος σωστά υπέδειξε την υπακοή ως καθήκον των πιστών Χριστιανών προς τον πνευματικό τους  πατέρα,  τον  Μητροπολίτη  τους.  Και  το έπραξε τούτο διότι γνωρίζει άριστα την έννοια της λέξεως, όπως αυτή χρησιμοποιείται  στην  βιβλική και πατερική διδασκαλία. Δυστυχώς, όμως, η λέξη υπακοή ήχησε παράξενα, τάχατες, στα αυτιά συμπολίτη μας, ο οποίος πιστεύει ότι μπορεί να έχει γνώμη «επί παντός του επιστητού», ακόμη και για καθαρά θεολογικά θέματα, εκθέτοντας έτσι τον εαυτό του στην κοινή συνείδηση των συμπολιτών μας.
Προσωπικά πιστεύω ότι ο εν λόγω συμπολίτης θεώρησε ότι του δόθηκε μια πρώτης τάξεως αφορμή για να εξαπολύσει τους κρουνούς της οργής του κατά του Αρχιεπισκόπου, τον οποίο θεωρεί υπεύθυνο για τη μη λύση του θέματος των εθνικών Κληροδοτημάτων, ενώ γνωρίζει καλά ότι την κύρια ευθύνη φέρει η Πολιτεία.
Προκειμένου να κατανοήσουμε την ιδιάζουσα διαφορά στην έννοια της λέξης ΥΠΑΚΟΗ μεταξύ της «κατά κόσμον», ας μου επιτραπεί η έκφραση και της βιβλικής και πατερικής διδασκαλίας, θα προσπαθήσω, στο μέτρο των δυνάμεών μου, μία θεολογική προσέγγιση του θέματος.
Ως πολίτες π.χ. μιας χώρας οφείλουμε να συμμορφωνόμαστε, να υπακούμε στους νόμους του κράτους, στους κανόνες μιας κοινωνίας, ενός συνόλου, έστω και αν διαφωνούμε με αυτούς ή έρχονται σε αντίθεση με τις αρχές μας ή τις επιθυμίες μας. Η τυχόν παράβαση  των νόμων ή των κανόνων αυτών συνεπάγεται, πολλές φορές, βαρύτατες ευθύνες και τιμωρίες. Δεν είμαστε, κατά συνέπεια, ελεύθεροι να επιλέξουμε τούτο ή εκείνο. Η ανυπακοή  και η καταστρατήγηση των παραπάνω νόμων και κανόνων συνεπάγεται ευθύνες και τιμωρίες.
Αλλά και τα τέκνα οφείλουν υπακοή στους γονείς, όχι μόνο διότι αυτό συνιστά  ο Απόστολος Παύλος: «τα τέκνα υπακούετε τοις γονεύσιν υμών» (Εφεσίους  κεφ.στ’1), αλλά και διότι η κοινή συνείδηση το αποδέχεται ως ορθό. Το ίδιο ισχύει και για την υπακοή των μαθητών  προς στους διδασκάλους τους.
Στη βιβλική και την πατερική παράδοση, αντίθετα, εκλείπει παντελώς το στοιχείο της υποχρεωτικότητας και του καταναγκασμού. Ο κάθε Χριστιανός, σε καθεστώς απόλυτης ελευθερίας, έχει τη δυνατότητα να επιλέξει την υπακοή ή ακόμη και  την ανυπακοή προς τον ίδιο το δημιουργό του Θεό, πολύ δε περισσότερο προς τον πνευματικό προϊστάμενο μιας τοπικής Εκκλησίας, δηλαδή τον Μητροπολίτη. Ελεύθεροι είμαστε, ακόμη, να μη πιστεύουμε και  σ’ αυτή την ύπαρξη του Θεού, να είμαστε δηλ. άθεοι ή αγνωστικιστές (δηλ. κρυπτοάθεοι).
Στο χώρο της Εκκλησίας και της πίστεως ισχύει απόλυτα αυτό που γράφει ο Απ. Παύλος στην επιστολή του προς τους  Γαλάτας: «Υμείς επ’ ελευθερία εκλήθητε αδελφοί» ( Γαλάτας  κεφ.13). Οτιδήποτε  άλλο  λέγεται  ή  γράφεται, είτε από χονδροειδή άγνοια, είτε κακόβουλα  και  από σκοπιμότητα, όπως ότι «το Ευαγγέλιο δε μιλάει πουθενά για υπακοή» ή ότι η λέξη   υπακοή στο χώρο της Εκκλησίας ενέχει ή υποκρύπτει το στοιχείο της δουλείας και της ανελευθερίας είναι απαράδεκτη συκοφαντία.
Ο Απόστολος Παύλος τονίζει ότι οι πιστοί χριστιανοί είναι «τέκνα υπακοής» (Α’ Πέτρου   α’14) και στην επιστολή του προς Εβραίους (ιγ’,17) συμβουλεύει «πείθεσθε  τοις  ηγουμένοις  υμών και υπείκετε, αυτοί γαρ αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών υμών ως λόγον αποδώσοντες». Υπακοή συνιστά και εδώ ο Απ. Παύλος προς τους πνευματικούς μας προϊσταμένους, γιατί αυτοί αγρυπνούν για τις ψυχές μας και γιατί θα δώσουν λόγο γι’ αυτές στον Χριστό.
Ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο σπουδαιότερος ρήτορας της Εκκλησίας μας και ένας από τους εξοχότερους εκκλησιαστικούς συγγραφείς, γράφει ότι: «είναι αρετή για το λαό και τιμή στο να μένει  στην υπακοή», ενώ, αντίθετα, όπου υπάρχει παρακοή ακολουθεί ταραχή: «όπου παρακοή, εκεί κλυδώνιον».
Φθάνει ακόμη, ο Χρυσόστομος και στο σημείο σε μια ομιλία του στον μαθητή του Απ. Παύλου τον Τίτο να πει ότι: «δεν υπάρχει τίποτε πιο ευχάριστο και πιο γλυκό από την επιείκεια, την πραότητα και την υπακοή» και να συμπληρώσει ότι: «ο άνθρωπος που διαθέτει αυτές τις αρετές είναι σε όλους χρήσιμος». Θα αποφύγω την παράθεση και άλλων αγιογραφικών ή πατερικών χωρίων για να μη εκμεταλλευτώ την υπομονή και την αντοχή των φίλων αναγνωστών.
Οφείλουμε όλοι να γνωρίζουμε ότι η οδός της υπακοής στην οποία καλείται ο πιστός δεν είναι οδός δουλείας, αλλά οδός ελευθερίας, είναι οδός ταπεινώσεως, γιατί χωρίς την ταπείνωση η υπακοή, όπως άλλωστε και γενικότερα η χριστιανική ζωή, αποτελεί  υποκρισία. Αλλά και χωρίς την ελευθερία η υπακοή είναι δουλεία. Σεβόμενος, άλλωστε, ο ίδιος ο Θεός την ελευθερία του ανθρώπου δίδαξε το: «όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και  ακολουθήτω μοι».  Αν κανένας δεν υποχρεώνεται να υποταγεί στο Θεό, πολύ περισσότερο δεν υποχρεώνεται να υπακούσει και να υποταγεί στο Μητροπολίτη. «Όπως κανείς δεν αναγκάζεται, ούτε βιάζεται να αποφύγει την αμαρτία, έτσι και κανείς δε βιάζεται να δεχτεί τη διδασκαλία (περί υπακοής) του Ευαγγελίου»  (Ιωάννης ο Χρυσόστομος).
«Η υπακοή», γράφει ο διακεκριμένος  για το συγγραφικό του έργο και την αξιοσύνη του πατήρ Μιχαήλ Καρδαμάκης «δε σημαίνει άρνηση της προσωπικής ελευθερίας, γιατί δεν ταυτίζεται με τη δουλικότητα ή την ταπεινότητα που πραγματικά στερεί τον άνθρωπο από την ελευθερία του και τον ευτελίζει. Αντίθετα, είναι η επιβεβαίωση και το κριτήριο της αληθινής ελευθερίας, η δυνατότητα του πιστού να φτάσει στο ύψιστο σημείο της ελευθερίας που συμπίπτει με την καθαρότητα της διάνοιας. Ο εγωισμός και η φιλαυτία αποτελούν την ουσιαστική άρνηση και κατάλυση της ελευθερίας».
Ο  Χριστός, ως  άνθρωπος, μας έδωσε το πρότυπο της υπακοής, καθώς υπέταξε το δικό του θέλημα στο θέλημα του πατέρα του όταν στην αρχιερατική του προσευχή στον κήπο της Γεθσημανή είπε: «πάτερ μου, ει δυνατόν εστίν παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο, πλην ούχ’ ως εγώ θέλω, αλλ’ ως ΣΥ» ( Ματθ.κστ’39). Έτσι και ο πιστός Χριστιανός που θεωρεί τον  Επίσκοπο - Μητροπολίτη πνευματικό του πατέρα, με απόλυτη ελευθερία υπακούει στις συμβουλές και υποδείξεις του, όταν βέβαια αυτές συμφωνούν με τη διδασκαλία της Αγίας Γραφής και της Ιερής Παράδοσης της Εκκλησίας μας.
Από όλα τα παραπάνω κάθε καλόπιστος χριστιανός μπορεί να αντιληφθεί ότι η ΥΠΑΚΟΗ κατά τη βιβλική και πατερική διδασκαλία «ΔΕΝ ΕΝΕΧΕΙ ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΟ ΤΟΥ ΕΞΑΝΑΓΚΑΣΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΠΙΒΟΛΗΣ, αλλά  της αγαπητικής σχέσης και κοινωνίας με τον Επίσκοπο - Μητροπολίτη», η οποία είναι αναγκαία και ωφέλιμος τόσο για τους πιστούς χριστιανούς όσο και για τους πνευματικούς πατέρες, στους οποίους ασφαλώς την πρώτη θέση έχει για την Εκκλησία μας ο Επίσκοπος - Μητροπολίτης.         
Τέλος,  ο συμπολίτης μας στο άρθρο του, στην έγκριτη εφημερίδα της πόλης μας, τον « ΠΡΩΪΝΟ ΛΟΓΟ», μετέφερε ένα μακροσκελέστατο απόσπασμα από άρθρο του καθηγητή κ. Χρήστου Γιανναρά, το οποίο αναφέρονταν στον τρόπο εκλογής των Μητροπολιτών  και με τα περισσότερα των οποίων συμφωνώ απόλυτα. Θέλω να προσθέσω, όμως, ότι και οι χριστιανοί έχουμε καθήκον να ερευνούμε τη γνησιότητα της ταυτότητας των κληρικών, πολύ δε περισσότερο των Επισκόπων - Μητροπολιτών, τη γνησιότητα του βίου τους και της διδασκαλίας τους. Κανείς, πιστεύω, δε διαφωνεί ότι στον ιερό χώρο της Εκκλησίας εισέβαλαν ανάξιοι κληρικοί, πρόσωπα ακατάλληλα και με κωλύματα ιεροσύνης, έμποροι των μυστηρίων. Η εμπαθής, όμως, κριτική επί δικαίους και αδίκους αποτελεί ιεροσυλία, με τη μεταφορική σημασία της λέξης και δεν τιμά αυτόν που την ασκεί. Οφείλουμε να αναγνωρίσουμε, επίσης, ότι μεταξύ των κληρικών της χώρας μας και της Μητροπόλεώς μας  υπάρχουν κληρικοί όλων των βαθμών της ιεροσύνης  άξιοι «της κλήσεως ης εκλήθησαν»,  φιλόθεοι, ακατηγόρητοι και αφιλάργυροι, πραγματικοί «διάκονοι Χριστού», οι οποίοι διαθέτουν την έξωθεν καλή μαρτυρία και οι οποίοι διακονούν το λαό του Θεού και με την ακατηγόρητη ζωή τους και το λόγο τους οδηγούν τις ψυχές στην οδό της σωτηρίας. Θέλω να πιστεύω ότι αυτούς τους άξιους κληρικούς, θα τους «ανακαλύψει»  ο νέος Μητροπολίτης και θα τους αξιοποιήσει. Σε όλους αυτούς  τους  κληρικούς, που διακονούν το λαό του Θεού  και με τη ζωή τους τιμούν τον ιερατικό χιτώνα που φέρουν στον ώμο τους, οφείλουμε σεβασμό τιμή και ΥΠΑΚΟΗ.