Η κοινωνία αλλάζει τα κόμματα μένουν…

on .

«Το μέλλον διαρκεί πολύ», είπε ο Γάλλος φιλόσοφος Luis Althurer, θέλοντας να δείξει ότι οι αποφάσεις των κοινωνιών και οι συμπεριφορές των ανθρώπων διαμορφώνουν θετικά ή αρνητικά το συλλογικό συμφέρον σε βάθος χρόνου, το οποίο πολλές φορές δεν είναι ούτε ορατό, ούτε προβλέψιμο. Άρα οφείλει μία κοινωνία, και ιδιαίτερα οι ηγέτες της, να πράττουν και να σχεδιάζουν όχι με βάση την καθημερινότητα αλλά με στόχο να επηρεάζουν το μέλλον για θετικές εξελίξεις.
Με βάση, λοιπόν, αυτή την υπόθεση αξίζει να εξετάσουμε τι συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας και πώς αυτή η πραγματικότητα προδιαγράφει το μέλλον όλων μας, μα προπαντός ποιες σταθερές δημιουργεί για τα όνειρα των νέων. Εκτιμώ ότι βαδίζουμε χωρίς πυξίδα και απλώς αγωνιούμε για τον άρτον το επιούσιον. Και γι’ αυτό ευθύνεται πρώτα και κύρια η ηγεσία της κοινωνίας μας, πολιτική και πνευματική, η οποία έχει και το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για τη δραματική κατάσταση που βιώνει ο ελληνικός λαός εδώ και τρία χρόνια.
Θα αποφύγω να μοιρολογήσω για τα δεινά που μας βρήκαν, αλλά και δεν θα μπω στη λογική να αποδώσω τις ευθύνες στους αίτιους, πράγμα που λέγεται παντού και αντί να ανοίγει πόρτες για σκέψη δημιουργική, θρέφει μόνο τα συναισθήματα, μια κατάσταση που οδηγεί σε τυφλή αγανάκτηση και σε διάθεση μόνο τιμωρητική και όχι πολιτική.
Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα αν αυτές τις οδυνηρές εξελίξεις, οι οποίες θα τρέχουν για λίγα ή πολλά χρόνια, θα μπορέσουμε να τις ελέγξουμε. Εκτιμώ πως οι πολιτικές δυνάμεις στο σύνολό τους ξοδεύονται σε πλειοδοσία παροχών. Οι μεν κυβερνητικοί προσπαθούν να μας πείσουν ότι τα δύσκολα τελειώνουν, ενώ η αντιπολίτευση βλέπει παντού την καταστροφή. Έτσι καταφεύγουν σε κηρύγματα ευκολίας που δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα και οδηγούν τον κόσμο ανάλογα με τις συμπάθειές του είτε σε μία αβάσιμη προσδοκία είτε σε έμμονη απαισιοδοξία.
Και οι δύο στάσεις, της προσδοκίας και της απαισιοδοξίας, δεν ωφελούν, αφού δεν βοηθάνε τον πολίτη να αλλάξει τρόπο σκέψης και γενικά να διαμορφώσει την αναγκαία κουλτούρα. Δηλαδή δεν λέγεται καθαρά και ξάστερα η αλήθεια από τα κόμματα, η οποία είναι μία. Οφείλουμε να ζήσουμε από δω και πέρα βίο λιτό και ότι η προγενέστερη ευημερία μας ήταν εικονική, πλασματική και στηριγμένη σε δανεικά. Αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα και όσο την ξεχνάμε τόσο θα κυριαρχεί η αβεβαιότητα και ο αποπροσανατολισμός της κοινωνίας. Όμως, με μύθους και με έπη πτερόεντα δεν αλλάζει ούτε η ζωή μας και ούτε το κράτος μας μπορεί να γίνει κανονικό και σοβαρό μέσα στο  ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον.
Άρα οφείλουν τα κόμματα που διαχειρίζονται την συλλογική μας βούληση και την τύχη της χώρας να αλλάξουν και τον τρόπο σκέψης τους και την τακτική της επικοινωνίας με τους πολίτες. Έπρεπε κιόλας να συνδιαμορφώσουν  ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, γιατί όχι ένα εθνικό όραμα, για το ξεπέρασμα της κρίσης. Να δώσουν σε όλους εμάς την ελπίδα ότι μπορούμε να πετύχουμε κάποιους στόχους στρατηγικούς, που θα μας επιτρέψουν να έχουμε την αξιοπιστία και τον σεβασμό των άλλων κρατών.
Άποψή μου είναι ότι τα κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν την ευκαιρία να προτείνουν την άλλη πορεία και να μην περιορίζονται στο να απορρίπτουν κάθε απόφαση της κυβέρνησης. Έχουμε ανάγκη και το θετικό πρόταγμα από ένα διαφορετικό σχέδιο σωτηρίας. Η λογική του μνημονίου και αντιμνημονίου σήμερα έχει αξία μόνο στο καφενείο ανάμεσα στο τσίπουρο και τη δηλωτή. Εύστοχα παρατηρεί ο Αλέκος Παπαδόπουλος στο βιβλίο του «Πολεμώντας τον επόμενο πόλεμο»: Ο λαός μας δεν μπορεί να γίνεται συνεχώς αντικείμενο εκμετάλλευσης και καπηλείας από κείνους που επιδίδονται στην επιτηδευμένη επεξεργασία της πληροφόρησης και από άλλους που επιδίδονται σε λαϊκιστικές θωπείες.
Δυστυχώς, ως τώρα τα κόμματα δείχνουν ότι παραμένουν ίδια, κολλημένα στη νοοτροπία του παρελθόντος και εξαρτημένα από  τη θεωρία του κόστους. Γι’ αυτό και δεν αντιλαμβάνονται ότι η κοινωνία αλλάζει, έστω και με αργούς ή παράλογους ρυθμούς. Το μόνο που κάνουν είναι να οδηγούν τη νεολαία στο σύνορο της χίμαιρας και του νιχιλισμού.
Αυτή η θλιβερή κομματική πραγματικότητα δείχνει όλο και πιο έντονα την ανάγκη να προκύψει μία νέα μορφή κόμματος, η Δημοκρατική Παράταξη. Σήμερα ο τόπος χρειάζεται όσο ποτέ μία άλλη πολιτική έκφραση που να πείθει και να μπορεί να συντελεί στη σταθερότητα του κοινοβουλευτικού συστήματος και στην εδραίωση μιας πορείας ανάπτυξης για το συμφέρον των πολλών.
Επιτέλους, ας μιλήσουμε για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, για σύγχρονους θεσμούς και για διαμόρφωση άλλης πολιτικής κουλτούρας. Ήρθε η ώρα να αποχτήσουν το πραγματικό τους περιεχόμενο βασικές έννοιες μια δημοκρατικής πολιτείας και να διαγράψουμε από τον πολιτικό μας λόγο την πρόθεση ΠΑΡΑ (π.χ. παρά-οικονομία, παρά-παιδεία, παρά-δικαστικό, παρά-ιατρική και βάλε).