Η ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ… «Εν μνημείοις σωζομένοις»

on .

Του ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΚΩΝ. ΡΙΖΟΥ  Εφέτη επί τιμή

*  Έκθαμβη η παγκόσμια κοινή γνώμη ίσταται προ του εντυπωσιακού μεγέθους και του περίτεχνου διακόσμου του «Τύμβου του Καστά». Η αρχαιολογική σκαπάνη, στην περίπτωση της Αμφιπόλεως, επιβεβαιώνει για μια ακόμη φορά, μετά τους «Βασιλικούς Τάφους» της Βεργίνας, ότι η Μακεδονία υφίσταται «εν λίθοις φθεγγομένοις και μνημείοις σωζομένοις». Λέγω δε Μακεδονία και παραλείπω το ελληνική, γιατί η Μακεδονία είναι μία και ενιαία, δεν υφίσταται δε, ούτε Μακεδονικό Έθνος, ούτε Μακεδονική γλώσσα. Τούτο το μαρτυρούν αφ’ ενός μεν τα λόγια του ιδίου του Βασιλιά των Μακεδόνων Αλεξάνδρου Α’, υιού του Αμύντα, ο οποίος έλεγε «Αυτός τε γαρ Έλλην γένος ειμί τωρχαίον και αντ’ ελευθέρης δεδουλωμένην ούκ αν εθέλοιμι οράν την Ελλάδα», αφ’ ετέρου δε η διακήρυξη του πατέρα της Γεωγραφίας Στράβωνος «Έστι μεν ουν Ελλάς και η Μακεδονία». Την ιστορική αυτή πραγματικότητα δεν την αναιρεί, ούτε η επιχειρούμενη παραχάραξη της ιστορίας, ούτε η «προπαγάνδα»  των Σκοπίων, αλλ’ ούτε η ημιμάθεια και η άγνοια, σκόπιμη ή όχι, της διεθνούς διπλωματίας.
Εναγωνίως τώρα ο Ελληνισμός αναμένει να πληροφορηθεί την ταυτότητα του «Τάφου» της Αμφιπόλεως. Την αγωνία αυτή του Ελληνισμού, αλλά και της διεθνούς κοινής γνώμης, θέλω δε να πιστεύω και των Σκοπίων, για άλλους όμως διαφορετικούς λόγους, δυστυχώς εκμεταλλεύονται τα διάφορα «μέσα ενημερώσεως», αλλά και πολλοί, ειδικοί ή όχι, επιστήμονες και πολιτικοί.
Η «ειδησιογραφία» έχει κατακλύσει τα «διαδύκτια» και μια σύγχυση επικρατεί. Ευτυχώς τον «εκτροχιασμό» αυτόν της φαντασιώσεως, ειδικών ή όχι, πέδησε ο Υπουργός Πολιτισμού κ. Κων. Τασούλας, ο οποίος χωρίς «μεγαλοστομίες», χωρίς «βερμπαλισμούς» και «ανεμώλια έπη», με αίσθηση του καθήκοντος και με δωρική γλωσσική λιτότητα, παρ’ όλον ότι διαθέτει το χάρισμα της ευγλωττίας, διακήρυξε προς όλους αυτούς, ημεδαπούς και αλλοδαπούς, οι οποίοι θέλησαν να «στρατοπεδεύσουν» στον χώρο του Τύμβου και να μονοπωλήσουν την ενημέρωση, ότι το έργο αυτό της ενημερώσεως για τα «ευρήματα» ανήκει αποκλειστικώς στο Υπουργείο Πολιτισμού και ότι αυτό «θα ενημερώνει για ό,τι βρίσκεται και όχι για ό,τι δεν βρίσκεται».
Από σεβασμό προς τους αναγνώστες, αλλά και τους θεσμούς, δεν δικαιούμαι και δεν δύναμαι να έχω «πολιτική βούληση». Εκείνο το οποίο δικαιούμαι να τονίσω είναι ότι δεν πρέπει να συγκρούεται το «πρόσκαιρο κομματικό συμφέρον» με το εθνικό όφελος και την ιστορική πραγματικότητα. Χωρίς να παραβλέπω, ότι στην «Μάχη του ονόματος», για το Κράτος των Σκοπίων, εμφιλοχωρεί ο αμφοτερόπλευρος «μαξιμαλιστικός εθνικισμός», όμως οι προκλητικοί και εξωφρενικοί ισχυρισμοί των Σκοπιανών, ότι και αυτό ακόμα το πασίγνωστο Ομηρικό έπος της «Ιλιάδος», δεν γράφηκε στην ελληνική γλώσσα, αλλά στην ανύπαρκτη «μακεδονική», αν και προκαλούν τον σαρκασμό, δεν πρέπει να μένουν αναπάντητοι.
Ελπίζω και το εύχομαι, ότι την απάντηση στους ανιστόρητους εκείνους «ιστορικούς συγγραφείς», οι οποίοι ισχυρίζονται ότι οι κάτοικοι των Σκοπίων αποτελούν τους γνησίους απογόνους και κληρονόμους του Μεγάλου Αλεξάνδρου, θα δώσουν τα «ευρήματα» και οι «ένοικοι» του «Τύμβου του Καστά». Όσοι δε, ημεδαποί ή αλλοδαποί, έχουν χάσει κάθε σχέση με το «μέτρο» και δεν έχουν διαγράψει την έννοια του ιστορικού «ντετερμινισμού» και αν ακόμα δεν έχουν απωλέσει ολοσχερώς την ιστορική τους μνήμη, ας τείνουν ευήκοα τα ώτα τους να αφουγκραστούν την ιστορία της «Μακεδονίας», την οποία θα επιβεβαιώσουν τα «ευρήματα» της Αμφιπόλεως. Και η ιστορική συγκυρία πιστεύω, ότι έχει επιφυλάξει στον σημερινό Υπουργό Πολιτισμού να είναι εκείνος ο οποίος θα αναφωνήσει «γεγωνυία τη φωνή»… «Έστι μεν ούν Ελλάς και η Μακεδονία».