Αρχαία Ελληνικά με… μουσική!

on .

ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΕΣ

  Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΕΜΟΣ

* Η αναγνώριση της αξίας της Ελληνικής Γλώσσας και ιδιαίτερα της Αρχαίας, έρχεται πολλές φορές από προσωπικότητες άλλων λαών. Σημείο μάλιστα που διδασκόμαστε και εμείς από αυτούς. Μια τέτοια περίπτωση είναι ο Καναδός καθηγητής της Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο του Μόντρεαλ του Καναδά Ζακ Μπουσάρ.
Πριν από λίγα χρόνια ήρθε στην Ελλάδα για να ερευνήσει φιλολογικά κείμενα νεοελληνικά της γενιάς του 1930 και του ελληνικού Διαφωτισμού και συγχρόνως να κάνει διακοπές.
Μια μέρα απήγγειλε σε κάποιον γνωστόν του στίχους από την Ιλιάδα του Ομήρου, εφαρμόζοντας μια πρωτότυπη «θεωρία» της απαγγελίας. Έκανε, όπως εξηγεί, «μεταγραφή των στίχων σε νότες». Και εξήγησε: «Η απαγγελία σέβεται τα μακρά και τα βραχέα φωνήεντα, δηλαδή το καλούπι του εξαμέτρου, που υπάρχει στα έπη» και αναλύει: «πως η ψιλή και η δασεία, η περισπωμένη και η οξεία, η μακρόχρονη λήγουσα και τα βραχύχρονα φωνήεντα… γίνονται νότες».
Και συνεχίζει: «οι θεωρίες της προσωδίας και της Μουσικής (μετρικής) μας επιτρέπουν να απαγγείλουμε τα ομηρικά κείμενα και να τα διαβάζουμε με τη μουσική τους, «χωρίς την θεωρία του τονισμού των λέξεων παύει να υπάρχει και μουσική».
Ο Ζακ Μπουσάρ έδωσε διάλεξη στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο με θέμα: «Επωδή λόγου και τεχνική στίχου στην Ιλιάδα». Στην ομιλία του αυτή ετόνισε: «όταν προσθέτει κανείς στα λόγια μουσική, αυτά ζωντανεύουν και βγαίνουν από το χαρτί. Με τη μουσική και τη μελωδία παίρνει ζωή ολόκληρος ο αρχαιοελληνικός κόσμος, που δεν έχει πεθάνει αλλά ζει εδώ στην Ελλάδα».
Εδήλωσε εντυπωσιασμένος με τον μουσικό πλούτο των αρχαίων Ελλήνων: «Νομίζαμε ότι δεν ξέραμε τίποτε για τη μουσική στην αρχαιότητα, όμως τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Συνέχεια βρίσκουμε νέα ακούσματα. Οι ήχοι αυτοί μπορεί να μην είναι σημερινά ελληνικά αλλά, σύμφωνα με πορίσματα των νέων επιστημών, οδηγούν σε καινούργια πράγματα».
Στη συνέχεια αναφέρθηκα στον  Στέφεν Ντόιτς, καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, που είχε μεταγράψει στο πεντάγραμμο όλη την Ιλιάδα: «μια απαγγελία που είναι σύμφωνη με τους αρχαίους γραμματικούς».
Έφθασε στη θεωρία απαγγελίας των ομηρικών κειμένων ψάχνοντας τον ελληνικό υπερρεαλισμό. Και συνεχίζει: «Τότε αποφάσισα να ασχοληθώ με τα αρχαία ελληνικά κείμενα. Όταν έφθασα στους ομηρικούς στίχους έμεινα άναυδος. Είναι τόσο έντεχνα ποιητικά γραμμένοι, που ακόμη και αν δεν είσαι ειδικός, απολαμβάνεις ανάγνωση».
Ο Παύλος Μάτεσις τον συμβουλεύει να διαβάσει Ιλιάδα, χρησιμοποιώντας μια έκδοση του αρχαίου κειμένου με σχόλια που εξηγούσαν μόνον τις λέξεις που δεν γνωρίζει ο σημερινός Έλληνας ή τις λέξεις που τότε είχαν σημασία διαφορετική από τη σημερινή. «Είναι λέει, μια απόλαυση με το απλό λεξιλόγιο και την σχεδόν ανύπαρκτη γραμματική της».
Ένας άλλος καθηγητής στο Μόντρεαλ ο Ντε Γροότ είχε χωρίσει τις ομηρικές λέξεις σε κατηγορίες: ουσιαστικά, επίθετα, ρήματα και άκλιτα και ανάλογα με το πόσες φορές τις συναντά κανείς στο ομηρικό κείμενο. Ύστερα βρήκε ότι οι λέξεις – λήμματα, τις οποίες αν μάθει κανείς μπορεί να διαβάζει ομηρικά κείμενα χωρίς τη χρήση λεξικού είναι 1821. Πρόκειται, λέει, για έναν «μαγικό» αριθμό, που συγκεντρώθηκε μετρώντας λέξεις τις οποίες απαντά κανείς περισσότερο από δέκα φορές στο ομηρικό κείμενο.
Έτσι, συντάχθηκε το εύχρηστο και βασικό λεξιλόγιο για αρχάριους και ειδικούς με στόχο να αποτελέσει χρήσιμο βοήθημα για όποιον ξεκινά να διαβάσει Όμηρο από το πρωτότυπο κείμενο.
Είναι λέξεις που συναντά ο αναγνώστης περισσότερο από δέκα φορές σε όλο τον Όμηρο και αξίζει τον κόπο να τις μάθει κανείς. Τις λέξεις που συναντά κανείς ελάχιστες φορές μπορεί να τις αναζητήσει σε κάποιο λεξικό.
Εδώ, λέει, αρχίζει η μαγεία. Με τα σημερινά μέσα μπορούμε να κάνουμε διάφορες στατιστικές, να αναλύσουμε το περιεχόμενο, τους στίχους και μαζί το καλούπι του εξαμέτρου. Μπορούμε να παίξουμε…».
Υπάρχουν, συνεχίζει, ήδη μελέτες για το πού πέφτει ο τόνος στο στίχο σε σχέση με το σημασιολογικό του περιεχόμενο. Καταπληκτικά πράγματα, που είναι ικανά να γοητεύσουν ακόμη και μυημένους.
Πρόκειται, όπως λέει, για έναν λογοτεχνικό θησαυρό. Κάτι τόσο πλήρες, που ξεπερνά την φαντασία…
Η απόφαση μελέτης αρχαίων ελληνικών, συμπληρώνει, τον οδηγεί στην ανάλυση των λογοτύπων (ομηρικές φόρμουλες). Κάτι που είναι και το κλειδί της όλης υπόθεσης. Οι φόρμουλες αυτές, λέξεις που πάνε πάντοτε μαζί με άλλες και δημιουργούν κάτι πολύ περίπλοκο, είναι τομές που έχουν ιδιαίτερη σημασία από τη στιγμή που ποτέ η μία λέξη ή στίχος δεν μπαίνουν τυχαίως μαζί.
Και ο Ντε Γροότ συνεχίζει: Τα ομηρικά κείμενα, με μουσική ή χωρίς μουσική, είναι προσωπική μου απόλαυση. Και σαν «χόμπυ», η καθημερινή γυμναστική μου. Αντί να πάω στο γυμναστήριο ή στο πάρκο που βρίσκεται κοντά στο σπίτι μου για τρέξιμο…».
Στα ομηρικά κείμενα και την σημερινή γλώσσα συμβαίνει το εξής καταπληκτικό: «Η δομή της ελληνικής γλώσσας παραμένει η ίδια από τον Όμηρο έως σήμερα. Αντιθέτως, από τα λατινικά στις δύο γλώσσες τις νεολατινικές (ιταλικά και γαλλικά) έγινε μια μεταρρύθμιση τόσο μεγάλη, που η γλώσσα – θυγατέρα έχει τελείως διαφορετική ποιότητα και γλωσσικό σύστημα από την γλώσσα – μητέρα».
Η ελληνική γλώσσα, λέει, «έχει συνέχεια και σε μαθαίνει να είσαι αδέσποτος και να έχεις μια δόξα, δηλαδή μια γνώμη. Στη γλώσσα αυτή δεν υπάρχει ορθοδοξία (απαράβατος κανόνας). Έτσι, ακόμη και αν το εκπαιδευτικό σύστημα θέλει ανθρώπους νομοταγείς, σε ένα καλούπι, το πνεύμα των αρχαίων κειμένων και η γλώσσα σε μαθαίνουν να είσαι αφεντικό…».
***
Από τα παραπάνω επιβεβαιώνεται η μουσικότητα των αρχαίων ελληνικών. Και επιβεβαιώνεται μάλιστα από ξένες πνευματικές προσωπικότητες με τέτοιο τρόπο που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί από κανέναν.
Οι Νεοέλληνες, δυστυχώς, πάνω από 35 χρόνια τώρα κάνουμε ό,τι μπορούμε να κακοποιήσουμε την ωραιότερη γλώσσα, που μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας. Ο αείμνηστος καθηγητής της φιλοσοφίας Ιω. Θεοδωρακόπουλος είχε δηλώσει: «πίσω από την κακοποίηση της γλώσσας κρύβονται κακοί σκοποί».
Μετά την επιβολή του μονοτονικού, οι θιασώτες του συστήματος προέβαλαν ως επιχειρήματα ότι οι αρχαίοι πρόγονοί μας δεν είχαν τόνους. Οι τόνοι των προγόνων μας βρισκόταν στην προσωδία, στην εναλλαγή μακρών και βραχέων, πνευμάτων και τόνων. Η αρχαία γλώσσα είχε μουσικότητα». Η προφορά των λέξεων έπαιρνε διάφορη χροιά κάθε φορά στη συλλαβή που έπρεπε να τονιστεί. Δηλαδή η φωνή γινόταν  οξεία ή βαρεία (βαριά, χοντρή) ή περιεσπάτο, έκανε κυματισμούς (περισπωμένη). Εκεί συνέπιπταν οξεία και βαρεία.
Και σ’ αυτό το θέμα ήταν τόσο εξασκημένο το αυτί του απλού πολίτη, ώστε «έπιανε» και την πιο ασήμαντη παρατονία. Είναι αποκαλυπτική η εξής περίπτωση: όταν παιζόταν η τραγωδία «ΟΡΕΣΤΗΣ» του Ευριπίδη ο ηθοποιός Ηγέλοχος, όταν έφθασε στην απαγγελία του στίχου 279 που έλεγε: «εκ κυμάτων γαρ αύθις γαλήν ορώ». Δηλαδή «διότι μετά την τρικυμία αντικρίζω και πάλιν γαλήνη». Το γαλήν’ με απόστροφο=γαληνά, ουδέτερο πληθυντικού που σημαίνει ησυχία, γαλήνη οξύνεται. Όμως ο ηθοποιός έκανε το λάθος και το πρόφερε με περισπωμένη, δηλαδή με τόνο, ο οποίος στη μέση της προφοράς του «σπάει», πέφτει προς τα κάτω (περισπάται εξ ου και περισπωμένη). Φυσικά, ο χρόνος αυτός ήταν δευτερόλεπτα, κλάσματα δευτερολέπτου μάλλον. Κι όμως το εξασκημένο αυτί του κοινού «έπιασε» το λάθος. Γιατί γαλήν, με περισπωμένη, σημαίνει γάτα (στην αιτιατική). Οπότε όλοι οι θεατές άρχισαν να νιαουρίζουν αποδοκιμάζοντας τον ηθοποιό…
Οι τόνοι και τα πνεύματα είχαν σπουδαίο ρόλο στο γραπτό λόγο. Π.χ. οι λέξεις βίος και βιός, βίος= ζωή, βιός= τόξο. Ο Ηράκλειτος, για να υπογραμμίσει την αλλαγή της σημασίας εξαιτίας του τόνου, έγραψε: ο βιός (=τόξον) είχε το όνομα του βίου, φέρνει όμως τον θάνατον. Άλλο παράδειγμα: ώρα (με δασεία)= η ώρα, ώρα (με ψιλή)= φροντίδα, π.χ. θυρωρός= αυτός που φροντίζει τη θύρα. Σύρος (με περισπωμένη)= το νησί Σύρος. Σύρος (με οξεία)= ο κάτοικος της Συρίας. Κ.λ.π, κ.λπ.
Η κατάργηση όλων αυτών οδηγεί, ουσιαστικά, στην κατάργηση της Γραμματικής και την εισαγωγή της φωνητικής ορθογραφίας. Το επόμενο βήμα είναι η λατινοποίηση της γλώσσας. Ο σοφός Κοραής γράφει: «Έθνος που περιφρονεί τους κανόνες της Γραμματικής, γρήγορα θα καταφρονήσει και τους κανόνες της Λογικής».
Αλλά, ας μη εκπληττόμαστε. Το μανιφέστο του Κίσσινγκερ αποτελεί τον οδηγό πορείας της παγκοσμιοποίησης και των πολεμίων του Ελληνορθόδοξου πολιτισμού.
Το ειδικό μανιφέστο που διακήρυξε ο σύγχρονος Μέττερνιχ που λέγεται Χένρυ Κίσσινγκερ είναι: «Ο Ελληνικός λαός είναι δυσκολοκυβέρνητος και γι’ αυτό πρέπει να τον πλήξουμε βαθιά στις πολιτισμικές ρίζες. Τότε, ίσως, συνετισθεί. Εννοώ δηλαδή, να πλήξουμε τη γλώσσα, τη θρησκεία, τα πνευματικά και ιστορικά του αποθέματα, ώστε να εξουδετερώσουμε κάθε δυνατότητα του να αναπτυχθεί, να διακριθεί, να επικρατήσει…».
Η προσπάθειά τους να μας «συνετίσουν» γίνεται αισθητή κάθε μέρα. Κάθε μέρα προσπαθούν να «εξουδετερώσουν κάθε δυνατότητα να αναπτυχθούμε».
Με το να τα επισημαίνουμε δεν αλλάζει τίποτε, αλλά προτιμώ να ανάβω κερί παρά να καταριέμαι το σκοτάδι.