Καλύτερη λύση είναι μια Κυβέρνηση συνεργασίας!

on .

➤  Γράφει ο ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΓΚΛΙΝΑΒΟΣ, πρ. Βουλευτής και πρ. Δήμαρχος Ιωαννίνων

  Το ερώτημα «αυτοδύναμη ή Κυβέρνηση Συνεργασίας» τίθεται όλο και πιο συχνά όσο πλησιάζει η ώρα της κάλπης, από όλο και μεγαλύτερο αριθμό πολιτών. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων θέλει και επιθυμεί μετά τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου 2015 να σχηματιστεί μια Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας, θα έλεγα Κυβέρνηση συνεργασίας και συνεννόησης περισσότερων κομμάτων. Αυτό εξάλλου δείχνουν και όλες οι δημοσκοπήσεις.  
Ούτε ειδικός, ούτε ιδιαίτερα ευφυής χρειάζεται να είναι κανείς για να αντιληφθεί ότι οι δυσκολίες που θα κληθεί να αντιμετωπίσει η νέα Κυβέρνηση, όποια κι αν είναι αυτή για να επιλύσει τα πολλά και δύσκολα οικονομικά, κοινωνικά και εθνικά θέματα θα είναι τεράστιες.
Yπάρχει η άποψη ότι μια αυτοδύναμη Κυβέρνηση έχει αρκετές θετικές πλευρές, όπως άμεση συγκρότηση Κυβέρνησης χωρίς χάσιμο χρόνου, εφαρμογή συγκεκριμένου προγράμματος χωρίς συμβιβασμούς, στελέχωση των κυβερνητικών θέσεων με πρόσωπα επιλογής της που κατά κανόνα έχουν κοινές ιδεολογικές αφετηρίες και άλλες ίσως θετικές πλευρές. Όλα αυτά θα μπορούσε να τα λάβει κανείς υπόψιν του αν μιλούσαμε για ομαλές καταστάσεις.
Όμως εμείς ως χώρα βρισκόμαστε σε μια πολύ κρίσιμη καμπή της σύγχρονης ιστορίας μας. Πολλά ζητήματα κυριολεκτικά κρέμονται από μια κλωστή. Οι αποφάσεις που θα ληφθούν και οι διαπραγματεύσεις που θα γίνουν με τους δανειστές μας απαιτούν ευρύτερες συναινέσεις, εσωτερική γαλήνη και ομοψυχία. Πώς λοιπόν μια Αυτοδύναμη Κυβέρνηση που θα έχει εκλεγεί με ένα 35 ή 36% των Ελλήνων ψηφοφόρων θα μπορέσει να τα βγάλει πέρα όταν το άλλο 65% των πολιτών θα είναι αντίθετο έως και έντονα αρνητικό;
Η διακυβέρνηση της Eλλάδας τα τελευταία σαράντα χρόνια (1974-2014) μας διδάσκει ότι οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις που ήταν ο κανόνας κάθε άλλο παρά έκαναν το καλύτερο για τη χώρα μας. Πολύ δε περισσότερο που στην παρούσα συγκυρία η χώρα βρίσκεται με πολλά και πελώρια ζητήματα που μόνο με ένα πλειοψηφικό και αρραγές μέτωπο μπορούν να αντιμετωπιστούν.
Η άποψη ότι οι συνεργασίες και η συνεννόηση είναι δύσκολες στην Ελλάδα, είναι ξεπερασμένη. Μπροστά στο εθνικό συμφέρον όλα τα άλλα  έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Εξάλλου, σε μια δημοκρατική χώρα οι ρόλοι καθορίζονται με βάση τη θέληση του λαού, που αποτυπώνεται στο εκλογικό αποτέλεσμα.
Η βιασύνη να πάρουν κάποιοι την εξουσία, όπως - όπως είναι κακός Σύμβουλος και την έχουμε πληρώσει ακριβά σε άλλες περιόδους.
Σε τέσσερις λοιπόν ημέρες από σήμερα θα κληθούμε να αποφασίσουμε με ποιο τρόπο και από ποιους θέλουμε να κυβερνηθούμε. Κάνοντας μια σύντομη αναδρομή στα αποτελέσματα των προηγούμενων εθνικών εκλογών του Μαΐου και Ιουνίου 2012 βλέπουμε τα εξής:
- Κανένα κόμμα, ούτε στην πρώτη ούτε στην επαναληπτική εκλογή, δεν συγκέντρωσε την απαιτούμενη πλειοψηφία ώστε να σχηματιστεί αυτοδύναμη κυβέρνηση.
- Με βάση το ισχύον άδικο εκλογικό σύστημα το πρώτο κόμμα, έστω και με μια ψήφο διαφορά, παίρνει 50 έδρες επιπλέον από αυτές που αναλογούν στο εκλογικό του ποσοστό.
Πιο συγκεκριμένα, τον Μάιο του 2012 τα διάφορα κόμματα έλαβαν τα εξής ποσοστά και έδρες: ΝΔ έλαβε 18,85% και 108 έδρες, ΣΥΡΙΖΑ έλαβε 16,78% και 52 έδρες, ΠΑΣΟΚ έλαβε 13,18% και 41 έδρες, Ανεξάρτητοι Έλληνες έλαβαν 10,60% και 33 έδρες, ΚΚΕ έλαβε 8,48% και 26 έδρες, Χρυσή Αυγή έλαβε 6,97% και 21 έδρες, ΔΗΜΑΡ έλαβε 6,11% και 19 έδρες
Τα άλλα κόμματα έλαβαν ποσοστά κοντά στο 3% που προβλέπει ο νόμος 3636/2008 του Π. Παυλόπουλου και έμειναν εκτός Βουλής, ήτοι ποσοστό 8,38% που αντιστοιχεί περίπου σε 700.000 ψήφους. Με ένα σύστημα πιο δίκαιο θα λάμβαναν 25 έδρες, όμως με το ισχύον το ποσοστό αυτό δεν είχε κανένα αντίκρισμα και πήγε υπέρ του πρώτου κόμματος που πήρε το Bonus των εδρών.
Από μια πρώτη εκτίμηση στα αποτελέσματα των εκλογών του Μαΐου, βγαίνει το συμπέρασμα ότι οι πολίτες, παρά τον άδικο εκλογικό Νόμο, δεν έδωσαν σε κανένα κόμμα  πλειοψηφία, ούτε βέβαια αυτοδυναμία. Γίνεται φανερό ότι απαιτούσαν κυβέρνηση συνεργασίας. Αυτό το μήνυμα έστειλαν οι πολίτες από την κάλπη.
Ωστόσο, με βάση τα αποτελέσματα του Μαΐου θα μπορούσε να σχηματιστεί τετρακομματική ή και τρικομματική κυβέρνηση κάτι,  που δεν έγινε για διάφορους λόγους που δεν είναι του παρόντος να αναλύσουμε.
Το αποτέλεσμα αυτής της εξέλιξης ήταν να γίνουν δεύτερες εκλογές μετά από ένα μήνα τον Ιούνιο του ‘12. Έτσι, χάθηκε πολύτιμος χρόνος με ανυπολόγιστο κόστος τόσο σε δαπάνες εκλογών από το Κράτος, τα κόμματα και τους υποψήφιους, ενώ υπήρξε γενική αναστάτωση της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής του τόπου.
Οι δεύτερες εκλογές στην ουσία έγιναν από πείσμα, αλαζονεία και κομματικές σκοπιμότητες με κρυφή την ελπίδα της απόκτησης πλειοψηφίας και την κατάκτηση της εξουσίας. Τα αποτελέσματα και των νέων εκλογών δεν δικαίωσαν τους υποστηρικτές της λύσης αυτής, αφού κανένα κόμμα δεν επιβραβεύτηκε από τους πολίτες, οι οποίοι πάλι ζήτησαν με την ψήφο τους Κυβέρνηση συνεργασίας.
Με βάση τα εκλογικά αποτελέσματα του Ιουνίου του ‘12 τα κόμματα έλαβαν τα εξής ποσοστά και έδρες: ΝΔ ποσοστό 29,66% και 124 έδρες, ΣΥΡΙΖΑ ποσοστό 26,89% και 71 έδρες, ΠΑΣΟΚ ποσοστό 12,28% και 33 έδρες, Ανεξάρτητοι Έλληνες ποσοστό 7,51% και 20 έδρες, Χρυσή Αυγή ποσοστό 6,92% και 18 έδρες, ΔΗΜΑΡ ποσοστό 6,26% και 17 έδρες, ΚΚΕ ποσοστό 4,50% και 12 έδρες.
Το συμπέρασμα και αυτών των εκλογών ήταν ότι κανένα κόμμα δε συγκέντρωσε τον απαιτούμενο αριθμό σε ψήφους και έδρες ώστε να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Το μόνο που έγινε σε αυτές ήταν η πόλωση, η συμπίεση των μικρότερων κομμάτων και η ενίσχυση των δύο μεγαλύτερων. Η πόλωση η οποία οδηγεί τους πολίτες σε διλήμματα  είναι ένας έμμεσος τρόπος βιασμού της βούλησής τους. Παρόλα αυτά και κάτω από την πίεση των γεγονότων σχηματίστηκε τρικομματική κυβέρνηση, κάτι που θα μπορούσε να γίνει από την πρώτη εκλογή αποφεύγοντας το τεράστιο κόστος της δεύτερης διαδικασίας. Κάτι βέβαια που δεν πρέπει να επαναληφθεί αυτή τη φορά…
Σήμερα ζούμε μια παρόμοια κατάσταση. Ο εκλογικός αγώνας έχει φθάσει σε τέτοιο βαθμό όξυνσης που μόνο θετικές πολιτικές προοπτικές δεν προοιωνίζονται. Στη δημοκρατία που επαγγελλόμαστε ότι έχουμε δεν πρέπει να καλούμε τους πολίτες να αλλάξουν γνώμη με το φόβο της ακυβερνησίας και της καταστροφής ή ακόμη με δελεαστικές προτάσεις που είναι αβέβαιο ότι μπορούν να υλοποιηθούν ή εν πάση περιπτώσει με άλλες σκοπιμότητες. Αυτό που πρέπει να κυριαρχεί σ’ έναν προεκλογικό αγώνα είναι το συμφέρον του Λαού και του Τόπου.
Στις εκλογές της ερχόμενης Κυριακής  πρέπει οι πολίτες να βάλουν πάνω απ‘ όλα την Πατρίδα για να ωφεληθούμε όλοι. Μια κυβέρνηση συνεργασίας και συνεννόησης με  δημοκρατικό και προοδευτικό πρόσημο θα ήταν κατά τη γνώμη μου η καλύτερη λύση. Ο Λαός ο Κυρίαρχος έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο.