Μάτιασμα και ξεμάτιασμα …

on .

Αναδρομές

  Του ΔΗΜΗΤΡΗ ΚΟΡΑΚΗ

•  Ακούγοντας τις προάλλες μια μάνα να λέει στο παιδί της «Φτου μη βασκαθείς» για κάτι ίσως έξυπνο που είπε, θυμήθηκα τη δική μου μάνα που όταν είμαστε κυρίως παιδιά, μας πρόσεχε εμένα και τα αδέλφια μου από το μάτιασμα.
Όλες οι μάνες ίσως του κόσμου, αλλά περισσότερο οι ηπειρώτισσες μάνες είχαν έντονο το φόβο του ματιάσματος των παιδιών τους και ανήσυχες πάντα παρακολουθούσαν κά`θε αδιαθεσία ή αρρώστια αυτών, που την απέδιδαν κατ' αρχήν στη βασκανία ή στο «κακό μάτι». Το μάτιασμα ή βάσκαμα δεν το απέδιδαν μόνο στο φθόνο και στην κακία μερικών ανθρώπων για κάτι καλό που γίνεται σ' ένα σπίτι ή για ένα όμορφο και έξυπνο παιδί, αλλά και στο θαυμασμό και στον καλοπροαίρετο έπαινο γι' αυτά.
Για την αντιμετώπιση του ματιάσματος, μέσα στο κύλισμα της ζωής, είχαν βρει διαφόρους τρόπους για ξεμάτιασμα.
Έτσι ακούγαμε και βλέπαμε κι ακούμε και βλέπουμε ακόμα και σήμερα να λένε: «Φτου μασιαλά», «φτου μη βασκαθείς», «Σκόρδα στα μάτια 'τς», «Κακό μάτι να μη σε δει» κ.λ.π., καθώς επίσης να φτύνουν ελαφρά τρεις φορές, να φοράνε διαφόρων ειδών φυλαχτά, να κρεμάνε σκόρδο ή πέταλο κ.λ.π. και να σταυρώνουν με αλάτι, με λάδι, με γαρίφαλα (μοσχοκάρφια) κ.λ.π. τους ματιασμένους.
Στο σπίτι μας, όταν ήμασταν παιδιά, ζούσαμε έντονα το μάτιασμα και το ξεμάτιασμα, γιατί η μάνα μας στην παραμικρή ανημπόρια μάς σταύρωνε εκείνη με τα γαρίφαλλα ή γειτόνισσες με τα χοντρά κομμάτια του αλατιού ή με το λάδι του καντηλιού.
Ήταν νομίζω δικαιολογημένος ο φόβος της γιατί πίστευε ότι το δεύτερο παιδί της από τα εφτά που είχε κάνει πέθανε από μάτιασμα. Εμείς δε τα υπόλοιπα πέντε παιδιά που ζήσαμε, μεγαλώναμε στις δύσκολες μέρες του πολέμου, της κατοχής και στη συνέχεια του εμφυλίου πολέμου κι έτσι η ευαισθησία της μάνας και του πατέρα ήταν μεγάλη, όπως και η προσπάθεια να μας κρατήσουν στη ζωή χωρίς αρρώστιες.
Τις νύχτες των παραπάνω δύσκολων περιόδων, η μάνα κυρίως μας έλεγε μεταξύ των άλλων, και το περιστατικό του χαμού της κόρης της και αδελφής μας, που τον απέδιδε στο μάτιασμα, γιατί ήταν ένα όμορφο, έξυπνο και ήσυχο κοριτσάκι.
Έτσι, κάθε φορά που είχαμε πονοκέφαλο, ακεφιά ή ξαφνικό πυρετό, εκείνη αναστατωμένη έτρεχε γρήγορα να μας σταυρώσει με τα γαρίφαλλα που ήξερε αυτή, γιατί όπως έλεγε «κουτσοκεφαλίστηκαν στα καλά καθούμενα τα παιδιά» επομένως είναι ματιασμένα. Εμείς τα παιδιά δεν φέρναμε αντίρρηση γιατί ενδόμυχα θέλαμε κι εμείς το ξεμάτιασμα.
Εμένα νομίζω, σαν πιο μικρός, με συνέπαιρνε περισσότερο το σταύρωμα με τα γαρίφαλλα, γιατί όλες οι ενέργειες της μάνας γι' αυτό παρουσίαζαν ενδιαφέρον.
Θυμάμαι, όταν έπρεπε να ξεματιάσει εμένα, με έβαζε να κάτσω στο μπάσι του καθιστικού δωματίου του σπιτιού μας και με ρώταγε ποιους ή ποιές συνάντησα όταν ήμουν έξω για παιχνίδι ή για δουλειά ή για το σχολείο.
Εκείνη συγκρατούσε τα ονόματα και ύστερα από το εντοιχισμένο ντουλάπι του δωματίου έπαιρνε μια λαμπάδα της Αναστάσεως, που είχε φυλαγμένη και μου την έδινε εμένα να την κρατάω αφού την είχε ανάψει.
Ύστερα έπαιρνε εννιά γαρίφαλλα (μοσχοκάρφια) από το διαφανή φάκελο που τα είχε, τα χώριζε σε τρία μέρη από τρία και με τα τρία γαρίφαλλα έκανε το σημείο του σταυρού σε μένα τρεις φορές ψελλίζοντας χαμηλόφωνα προσευχές.
Αυτό φυσικά επαναλαμβάνονταν άλλες δύο φορές και μετά την τρίτη φορά έβγαζε από το δεμένο στο κεφάλι της γιαννιώτικο μαντήλι ένα από τα καρφοβέλονα με μαύρο κεφάλι, που το συγκρατούσαν στα μαλλιά της και παίρνοντας από την αριστερή της παλάμη που είχε τα εννιά γαρίφαλλα ένα, ένα άρχιζε το ξεμάτιασμα.
Στο καρφοβέλονο λοιπόν κάρφωνε το κεφάλι του γαρίφαλου κι ενώ με το νου της έβαζε ένα όνομα απ' όσα της είχα πει, πλησίαζε και έκαιγε στη φλόγα της λαμπάδας το γαρίφαλλο που καιγόμενο φούσκωνε και μερικές φορές έσκαγε και έφευγε και από το καρφοβέλονο.
Τότε η μάνα έλεγε ότι αυτός ή αυτή με μάτιασε και συνέχιζε το ξεμάτιασμα με τα υπόλοιπα γαρίφαλλα κατά τον ίδιο τρόπο.
Αυτό γινόταν πιο συγκλονιστικό όταν η όλη «ιεροτελεστία» γινόταν νύχτα, γιατί τότε με το φως της λάμπας ή μερικές φορές του καντηλιού, οι φλόγες των καιομένων γαρίφαλλων γέμιζαν το δωμάτιο με ποικιλόμορφες ανταύγειες.
Αναπολώντας τώρα τα παλιά και ανασκαλεύοντας τις παιδικές μου αναμνήσεις που μία απ' αυτές είναι και το παραπάνω θέμα, που συνοπτικά ανέπτυξα, βλέπει κανείς το μεγαλείο της αγάπης της μάνας, όχι μόνο της δικής μου, αλλά όλων των μανάδων, που με κάθε τρόπο δείχνουν τη στοργή, τη λαχτάρα και την αγάπη τους στα παιδιά τους.