Με ευθύνη όλων μας ο κόμπος έφτασε στο…χτένι!

on .

Διαπιστώσεις...

  Γράφει ο ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΤΣΟΥΡΗΣ, Καθηγητής Φιλολογίας Παν/μίου Ιωαννίνων

•  Ο κόμπος έφτασε στο χτένι! Οι αποφάσεις που θα ληφθούν από τους εταίρους μας στην Ε.Ε. και την Κυβέρνηση του κ. Τσίπρα τις προσεχείς ημέρες ή εβδομάδες θα είναι καθοριστικές για το μέλλον αυτού του τόπου και για την οικονομική και κοινωνική κατάσταση που θα δημιουρ-γηθεί. Τέσσερεις μήνες τώρα η κοινωνία βρίσκεται ἐπὶ ξυροῦ ἀκμῆς, δηλαδή στην κόψη του ξυραφιού. Πράγμα που υποδηλώνει ότι απαιτούνται πολύ λεπτοί χειρισμοί, για να μην κόψουμε οι ίδιοι τον εαυτό μας από λάθος χειρισμούς.
Είναι αλήθεια, και ουδείς μπορεί να το αμφισβητήσει, ότι το πρόγραμμα που επιβλήθηκε από  τους δανειστές (την περιβόητη τρόικα) ήταν σκληρό και εξοντωτικό για τον Ελληνικό λαό και εντελώς αποτυχημένο, πράγμα που φάνηκε από τις τραγικές συνέπειες, την εκτόξευση της ανεργίας στα ύψη, τους δεκάδες χιλιάδες αστέγους που ποτέ προηγουμένως δεν είχε γνωρίσει η χώρα μας, το κλείσιμο εκατοντάδων χιλιάδων επιχειρήσεων, τις αυτοκτονίες χιλιάδων συμπολιτών μας, τη διάλυση της μεσαίας τάξεως, την απώλεια των εισοδημάτων κατά 30-50%, τη μετανάστευση εκατοντάδων χιλιάδων νέων επιστημόνων στο εξωτερικό κ.ά.
Ωστόσο, οι ευθύνες βαρύνουν πρωτίστως εμάς τους ίδιους, και τους πολίτες και τις κυβερνήσεις που διαχειρίστηκαν τις τύχες αυτού του τόπου τα τελευταία σαράντα περίπου χρόνια, στη διάρκεια των οποίων κυριάρχησε ο λαϊκισμός και τα ψέματα εκ μέρους των κυβερνώντων, αφ’ ενός, και ο ατομισμός και η αποφυγή των υποχρεώσεων των πολιτών προς το κράτος, αφ’ ετέρου. Η λατρεία του χρήματος και ένας άκρατος ευδαιμονισμός ήταν τα κυρίαρχα στοιχεία αυτού του βίου, χαρακτηριστικά τα οποία, δυστυχώς, εξακολουθούν ακόμη να αποτελούν τον στόχο της ζωής πολλών.
Ο λαός, αγανακτισμένος από τη βαριά φορολογία της προηγούμενης κυβερνήσεως, στήριξε τις ελπίδες του για ένα ελαφρύτερο φορολογικό σύστημα και για ένα σχετικά καλύτερο μέλλον στην αριστερά, σε έναν ετερογενή συνασπισμό, που τον ένωνε η επιθυμία κατάκτησης και νομής της εξουσίας.
Η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, δυστυχώς, όπως αποδείχτηκε εκ των πραγμάτων, ήταν εντελώς απροετοίμαστη, για να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Οι υποσχέσεις της προς τους πολίτες ισοδυναμούσαν με το «λεφτά υπάρχουν» του  τέως πρωθυπουργού κ. Παπανδρέου, υπευθύνου για να οδηγηθεί η πατρίδα μας υπό την εποπτεία της τρόικας, με συνέπεια τα όσα δεινά επακολούθησαν. Δεν είναι, βέβαια, η πρώτη φορά που συνέβη αυτό, δηλαδή οι προεκλογικές υποσχέσεις να είναι αναντίστοιχες με τα μέτρα που λαμβάνονται, εφόσον κατακτηθεί η εξουσία.
Τα διαπραγματευτικά λάθη, επιπλέον, κατέστησαν την κατάσταση ακόμη χειρότερη. Οι ιδεολογικές αγκυλώσεις, ιδιαίτερα της  ακραίας αριστεράς πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ, δεν επέτρεψαν να προσέλθει η Κυβέρνηση με ρεαλιστικές προτάσεις, οι οποίες θα καθιστούσαν εφικτή μια σύντομη και επωφελή για τη χώρα μας συμφωνία με τους δανειστές. Η επικοινωνιακή πολιτική υπερίσχυσε της ουσιαστικής και αποτελεσματικής διαπραγμάτευσης. Με την αλλαγή των ονομάτων θέλησε να ξορκίσει την τρόικα και τα μνημόνια. Ο υπουργός Οικονομικών έδωσε, με τη σειρά του, υπερβολική σημασία στην αυτοπροβολή και μερικές φορές έδωσε την εντύπωση ενός υπεροπτικού ύφους έναντι των εκπροσώπων των δανειστών και της Ε.Ε.
Βασικές μεταρρυθμίσεις, που έπρεπε να είχαν γίνει αυτοβούλως από τις ελληνικές κυβερνήσεις χωρίς καταναγκασμό από την τρόικα, δυστυχώς δεν έγιναν. Αντ’ αυτών βαφτίστηκαν μεταρρυθμίσεις οι μειώσεις μισθών και συντάξεων κατά 30-50%, πράγμα που δεν έχει γίνει σε καμιά χώρα του κόσμου. Αντί να κόψουν τις κρατικές σπατάλες, να μειώσουν τον υπερτροφικό κρατικό μηχανισμό και να τον κάνουν πιο αποτελεσματικό,  να καθιερώσουν επιτέλους την αξιοκρατία στην πράξη και όχι μόνο στα λόγια, να μειώσουν τον αριθμό των βουλευτών και να καταργήσουν τα προνόμιά τους, να δώσουν έμφαση στην ιδιωτική πρωτοβουλία και να προσελκύσουν επενδύσεις με ένα μόνιμο και σταθερό φορολογικό σύστημα, να πατάξουν την παραοικονομία που ανθεί, να βρουν τρόπους να εισπράττουν τον ΦΠΑ, να δώσουν μόνιμη λύση στο ασφαλιστικό με την κατάργηση των απαράδεκτων και προκλητικών πρόωρων συντάξεων πλην ελαχίστων περιπτώσεων, αντί όλων αυτών και πολλών άλλων προτίμησαν τον εύκολο δρόμο της επιβολής βαριάς φορολογίας, τέτοιας που δημιούργησε ένα φαύλο κύκλο που φαίνεται να μην τελειώνει.
Τα νέα μέτρα που έρχονται είναι ακόμα πιο βαριά από τα προηγούμενα και για τους πολίτες ως άτομα και για τις επιχειρήσεις. Πού εδράζει τις ελπίδες του ο πρωθυπουργός και η Κυβέρνηση ότι θα υπάρξει ανάπτυξη; Ποιος θα έρθει να επενδύσει με ένα φορολογικό σύστημα που κάθε χρόνο αλλάζει, με φόρους και «έκτακτες» εισφορές που επιβάλλονται και γίνονται πιο μόνιμες από ποτέ, με ποσοστό φορολόγησης που δεν είναι ανταγωνιστικό με τις γειτονικές χώρες; Γιατί μια επιχείρηση να επενδύσει εδώ και να μην επενδύσει π.χ. στην Αλβανία ή στη Βουλγαρία ή στη ΦΥΡΟΜ;
Ανησυχητικό είναι, επίσης, αν αληθεύει, αυτό που μεταδίδει το πρακτορείο Reuters σχετικά με δηλώσεις του Προέδρου της Κομισιόν Ζαν Κλωντ Γιούνκερ, ο οποίος κατηγορεί ανοικτά την ελληνική Κυβέρνηση ότι «μεταφέρει στους ψηφοφόρους πράγματα που δεν τα είπε ο ίδιος» και ότι «αυτά που λέει δεν ανταποκρίνονται σε αυτά που είπε ο ίδιος στον Έλληνα πρωθυπουργό». Είναι να διερωτάται κάποιος, πού οφείλεται αυτό, αν βέβαια αληθεύει;
Το γεγονός είναι ότι η αβεβαιότητα και η αγωνία, που για τέσσερεις τώρα μήνες επικρατεί στη χώρα μας, έχει οδηγήσει σε πολύ δύσκολες καταστάσεις. Ας ελπίσουμε, να μην γίνει η κατάσταση ακόμα χειρότερη. Έχουμε ήδη με την πολιτική των προηγούμενων κυβερνήσεων πέσει στον γκρεμό, τουλάχιστον ας μην πέσουμε στο βάραθρο με τις ενέργειές μας. Όταν χρωστάμε 323 δισεκατομμύρια και η οικονομία είναι σε ύφεση για έκτο συνεχές έτος, το να κάνουμε τον «τσαμπουκά» ισοδυναμεί με αυτοκτονία. Αυτό το ξέρουν οι δανειστές και γι’ αυτό συμπεριφέρονται έτσι, όπως συμπεριφέρονται. Η βασική αρχή της οικονομίας που ήδη από τον Αριστοτέλη έχει διατυπωθεί, δηλαδή τα έξοδα να μην υπερβαίνουν τα έσοδα, έχει δυστυχώς παραβιαστεί από τους πολιτικούς μας για ψηφοθηρικούς και δημαγωγικούς σκοπούς.
Σε μια Ενωμένη Ευρώπη, στην οποία, όπως φάνηκε και από την περίπτωση της Κύπρου, η αλληλεγγύη υπάρχει μόνο κατ’ όνομα και η σκληρότητα των δανειστών είναι ανάλογη ή παρόμοια με του Σάιλοκ, απαιτούνται υπεύθυνοι χειρισμοί και υπεύθυνοι πολιτικοί άνδρες. Αντί, λοιπόν, να λέμε «δεῖ δὴ χρημάτων», καλύτερα να λέμε «δεῖ δὴ χρηστῶν και υπεύθυνων πολιτικῶν ἀνδρῶν».
Και κάτι τελευταίο, όχι όμως ασήμαντο. Η εικόνα που δίνει η χώρα στο εξωτερικό είναι μεγίστης σημασίας για την επιτυχία των στόχων της, όποιοι και να είναι αυτοί, οικονομικοί ή πολιτικοί. Ήδη ο Πλάτων, τον 4ο αιώνα π.Χ., στους Νόμους, είχε σημειώσει το εξής: «δεν πρέπει ποτέ να θεωρεί μια πόλη ότι είναι ασήμαντο να δίνει την εντύπωση στους άλλους ότι είναι έντιμη ή όχι… θα πρέπει να δίνει ιδιαίτερη σημασία στη δημιουργία καλής φήμης και εντύπωσης στους περισσότερους. Το πιο ορθό, βέβαια, και το πιο σπουδαίο είναι, να είναι πράγματι καλή  και έτσι να επιδιώκει την δημιουργία καλής φήμης».
Δυστυχώς, σε αυτόν τον τομέα, έχουμε καταφέρει να δώσουμε σε όλο τον κόσμο την εντύπωση ότι είμαστε αναξιόπιστοι και ανεύθυνοι και, γι’ αυτό, έχουμε στρέψει όλους εναντίον μας και έχουμε απομονωθεί, πράγμα από το οποίο δεν υπάρχει χειρότερο στην πολιτική και τα συμφέροντα της χώρας.