Πολιτική Παιδεία και Δημοκρατία…

on .

- Γράφει ο  ΣΠΥΡΟΣ  ΕΡΓΟΛΑΒΟΣ,
φιλόλογος-συγγραφέας

 Σε ένα από τα σπουδαιότερα έργα του ο Πλάτων, στους "Νόμους", δίνει τον ορισμό της Παιδείας, ο οποίος, μέχρι σήμερα, διατηρεί την επικαιρότητά του. Τον παραθέτω αυτούσιο, γιατί, πιστεύω, γίνεται εύκολα κατανοητός: "Την μεν προς αρετήν εκ παίδων παιδείαν – γράφει – ποιούσαν επιθυμητήν και εραστήν του πολίτην γενέσθαι τέλειον, άρχειν τε και άρχεσθαι επιστάμενον μετά δίκης, ταύτην την τροφήν αφορισάμενος ο λόγος ούτος, βούλοιτ’ αν μόνην παιδείαν προσαγορεύειν".  
Λίγη προσοχή στον παραπάνω ορισμό μας δίνει τη δυνατότητα να συλλάβουμε την αληθινή έννοια της παιδείας και να διακρίνουμε τα συστατικά της στοιχεία: Η Παιδεία, κατά του Πλάτωνα, είναι εξάσκηση συστηματική που αρχίζει από την παιδική ηλικία, και όταν η εξάσκηση αυτή, κατά ένα βαθμό, ολοκληρωθεί, αποβαίνει τροφή πνευματική που τρέφει και αναζωογονεί τον άνθρωπο, ώστε να πάρει σωστό προσανατολισμό στη ζωή του, να ακολουθήσει το δρόμο της αρετής, γινόμενος “πολίτης τέλειος”, και αυτό το πετυχαίνει, όταν κατορθώσει να άρχει τους άλλους και να άρχεται από τους άλλους με γνώμονα πάντα τη δικαιοσύνη.
Είναι μια τέτοια επιδίωξη εφικτή; Ασφαλώς όχι πάντα. Και αυτό συμβαίνει γιατί η ευόδωση μιας τέτοιας προσπάθειας δεν εξαρτάται μονάχα από το άτομο, αλλά είναι συνυφασμένη και με την κοινωνία μέσα στην οποία ζει. Σε επίπεδο ατομικό η προσπάθεια αυτή προϋποθέτει τη θέληση και την ικανότητά του να αποκτήσει όχι χωρίς μόχθο και θυσίες – γνώση ουσιαστική των πραγμάτων, όχι γνώσεις θρυμματισμένες και ανούσιες που δίνει τη δυνατότητα για την κριτική σκέψη· αυτό ο Αριστοτέλης το ονόμασε φρόνηση, και σου επιτρέπει, κάθε φορά, να βρεις τη σωστή απάντηση για κάθε θέμα που σε απασχολεί, και να προχωρήσεις, στη συνέχεια, στη σωστή ενέργεια.
Σε επίπεδο δε κοινωνικό προϋποθέτει την ύπαρξη μιας κοινωνίας που δίνει τη δυνατότητα στους πολίτες, ύστερα από ουσιαστική παιδεία, να ασκήσουν στην πράξη την κρίση τους και τη φρόνησή τους: Με βάση όμως τα σημερινά δεδομένα και οι δυο αυτές προϋποθέσεις διατρέχουν μεγάλους κινδύνους, καθώς είναι κοινή η διαπίστωση πως η παρεχόμενη στη χώρα μας, παιδεία δεν είναι άσχετη με την πολιτική και κοινωνική αδράνεια και παθητικότητα που χαρακτηρίζει ένα μεγάλο μέρος των ατόμων της κοινωνίας, και αυτό μάλιστα δε γίνεται τυχαία.
Συμβαίνει απλούστατα γιατί, συχνά, οι κυβερνώντες, καθώς προέρχονται από πολιτικά τζάκια και είναι απλοί “αχθοφόροι του οικογενειακού ονόματος” ή καθώς αναρριχώνται στην εξουσία με το ασανσέρ του κομματικού σωλήνα, προκειμένου να δικαιολογήσουν την ύπαρξή τους στο χώρο της εξουσίας, προτιμούν να έχουν να κάνουν με πολίτες παθητικούς και αδιάφορους για τα κοινά, γιατί εύκολα τέτοιου είδους υπηκόους μπορείς να τους εξουσιάζεις και να τους παραπλανάς.
Έτσι, κάθε τόσο, διαπιστώνουμε πως συρρικνώνεται, σε βαθμό ανησυχητικό, η ψήφος της γνώμης και της ευθύνης, και διευθύνεται η ψήφος της συναλλαγής, η γνωστή σε όλους μας, “πελατειακή ψήφος”, που συχνά θεμελιώνεται στο “do ut des” (δίνω για να δίνεις), όπως έλεγαν οι Ρωμαίοι, δηλαδή σε στηρίζω πολιτικά για να ανέλθεις στην εξουσία, με αντάλλαγμα να μου προσφέρεις τις ανάλογες προσωπικές διευκολύνσεις.
Τότε όμως, εκτός από ένα σωρό άλλες συνέπειες, για τα άτομα και για την κοινωνία, εμφανίζεται το πιο μεγάλο κακό, καθώς “ο κυρίαρχος λαός” υποβιβάζεται σε μάζα, σε όχλο, που πιστεύει πως το κοπάδι για να κυβερνηθεί, χρειάζεται το βοσκό, το τσούρμο τον κατάλληλο τιμονιέρη. Έτσι, ανενόχλητα, κάνουν την εμφάνισή τους οι γνωστοί επαγγελματίες της πολιτικής, οι οποίοι δεν είναι μόνο ότι, αντί να ζουν για την πολιτική, ζουν, όπως έλεγε ο Mαx Weber, από την πολιτική, αλλά – και αυτό είναι “το πάντων δεινότατον”, κατά το Δημοσθένη – τα πολιτικά κόμματα, από κύτταρα Δημοκρατίας που πρέπει να είναι, μετατρέπονται “σε αγέλες χωρίς ψυχή, που υπακούουν σ’ έναν αρχηγό και αγωνίζονται – με νύχια και με δόντια – για την κατάληψη και τη διατήρηση της εξουσίας”.
Είναι τότε ακριβώς που δυναμιτίζεται το πολίτευμα της Δημοκρατίας, καθώς τα άτομα χάνουν την εσωτερική τους – την πνευματική – ελευθερία, και δεν είναι σε θέση, κάθε φορά που χρειάζεται, να λυτρώνονται από τις πλάνες τις σοφιστικές και τις δημαγωγικές υποσχέσεις αυτών που μας κυβερνάνε και ζητάνε, μ’ αυτές, να νομιμοποιήσουν την εξουσία τους με την επαλήθευση των “χαρισμάτων” τους από τους οπαδούς τους·
Ας το πάρουμε, λοιπόν, απόφαση: Η ελεύθερη πολιτική σκέψη, καρπός αγλαός συστηματικής παιδείας, συνιστά και εμπεριέχεται στο νόημα της πραγματικής Δημοκρατίας. Η Δημοκρατία τότε εκδηλώνεται ως μορφή διακυβέρνησης που βασίζεται στο σεβασμό των θεσμών. Και τους θεσμούς αυτούς τους σέβονται άρχοντες και αρχόμενοι. Αυτό ακριβώς κάνει την πολιτική εξουσία το καλύτερο σχολείο γι’ αυτούς που την ασκούν, καθώς εκόντες, άκοντες μαθαίνουν να αφαιρούν από τη δραστηριότητά τους το προσωπείο της απάτης και αγωνίζονται να επιβληθούν όχι με δημαγωγικές φλυαρίες, αλλά με την υπεροχή της προσωπικότητάς τους και της “έντιμης πολιτικής δραστηριότητας”.
Τι συνέβαινε όμως όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολιτευτικής μας Δημοκρατίας, κατά τα οποία “χωρίς περίσκεψη, χωρίς λύπη και χωρίς αιδώ, μεγάλα και υψηλά τριγύρω μας έκτισαν τείχη, και ανεπαισθήτως μας έκλεισαν από τον κόσμο έξω”; Αφού γευθήκαμε για λίγο την ανανεωμένη “Νέα Δημοκρατία” μας, αφού χορτάσαμε από εθνική ανεξαρτησία, λαϊκή κυριαρχία και κοινωνική δικαιοσύνη, με γαρνιτούρα την “αλλαγή” που όμως γρήγορα ξεθώριασε, και πέσαμε έτσι στο “θολό και κακέκτυπο εκσυγχρονισμό”, αφού απολαύσαμε “νταβατζήδες και συντεχνίες” που θα τους έδιωχναν τάχα “οι αλλαγές και μεταρρυθμίσεις” που ακολούθησαν, αλλά δεν πραγματοποιήθηκαν, βρεθήκαμε ξαφνικά μπροστά σε ματαιόδοξους “εθνοσωτήρες” που θα απεργάζονταν τη σωτηρία μας, και έτσι πολίτες με αδιαφορία και παθητικότητα και πολιτικοί με ανικανότητα, καιροσκοπισμό και ιδιοτέλεια – πέσαμε σε μια παγερή πολιτική νύχτα, με σκοτάδι πηχτό – σκοτάδι πολιτικό, θεσμικό, πνευματικό και τελικά οικονομικό. Έντρομοι τότε αναζητήσαμε σωτήρες στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στους οποίους εθελουσίως παραδοθήκαμε, και περιμένουμε με τα δάνειά τους και τα Μνημόνια που μας επέβαλαν να ανανήψουμε, αναζητώντας, ως τραγικοί επιμηθείς, τη χαμένη εθνική μας περηφάνια και αξιοπρέπεια και προσπαθώντας να χτίσουμε το νέο οικοδόμημά μας σε ελπίδες φρούδες που δε φαίνονται – ούτε θα φανούν – στον ορίζοντα, όσο εξακολουθούμε να είμαστε αμέτοχοι μιας ουσιαστικής πολιτικής παιδείας και της συνακόλουθης με αυτή πολιτικής και πνευματικής ελευθερίας.