ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ: Πίσω από τα συνθήματα πρέπει να δούμε τη ρίζα του κακού...

on .

«Ταράσσει, ΤΟΝ ΝΟΥΝ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΩΝ, όχι το πράγμα αλλά τα περί των πραγμάτων δόγματα».
Επίκτητος
• Όσοι αναλύοντας τα γεγονότα του Πολυτεχνείου θέλουν να κολλήσουν στους χαρακτηρισμούς «χούντα» και «φασισμός» από τη μία ή «αναρχικοί» και «εχθροί του Έθνους» από την άλλη, όπου κι αν ανήκουν, συναντώνται σ’ ένα βασικό κοινό σημείο: αρνούνται να δουν το αίτιο. Περιορίζονται, θεληματικά ή αθέλητα στο αιτιατό. Δεν θέλουν ή δεν μπορούν να διεισδύσουν πίσω από τα φαινόμενα. Όμως αυτό ακριβώς οφείλουμε να κάνουμε όσοι πονάμε αυτό τον τόπο και τους ανθρώπους του – όλους τους ανθρώπους του, τους «αναρχικούς» και τους «φασίστες» και προπάντων τους νέους, φοιτητές και στρατιώτες, οικοδόμους και αξιωματικούς.
Να ξεπεράσουμε τα χιλιοειπωμένα συνθήματα και τους ξεπερασμένους χαρακτηρισμούς και να δούμε πίσω από τα δακρυγόνα και τα οδοφράγματα τι υπάρχει εκεί, στη ρίζα του κακού. Τότε θα βρεθούμε πρόσωπο με πρόσωπο με το πρόβλημα. Θα το ανατάμουμε. Θα βρούμε τι φταίει. και θα διαπιστώσουμε τι πρέπει να γίνει.
Ποιος φταίει για την 17η Νοεμβρίου; Πιστεύω ότι φταίμε όλοι μας!
Η 21η Απριλίου, ο πολιτικός κόσμος και η Κυβέρνησις.
Ας το πάρουμε με τη σειρά.
Πρώτον: Εμείς η «Επανάστασις»!..
Αν είχαμε χορτάσει την πείνα της νεολαίας για ιδεολογία, προσφέροντάς της ιδέες υψηλές που δίνουν νόημα στη ζωή, αντί να της λέμε να περιορίζεται αποκλειστικά και μόνο στα μαθήματά της, λησμονώντας ότι «ουκ επ’ άρτω μόνον ζήσεται ο άνθρωπος»...
Αν είχαμε ικανοποιήσει τη δίψα της για πολιτική δράση, αντί να της αρνούμεθα το δικαίωμα να έχει πολιτικά ενδιαφέροντα.
Αν είχαμε ιδρύσει πολιτικές λέσχες για τους νέους μας, αντί να τους λέμε να μην ασχολούνται με την πολιτική, λησμονώντας ότι όταν λες στους νέους να μην κάνουν πολιτική είναι σα να τους λες το αντίθετο...
Αν είχαμε παραμερίσει αποφασιστικά τη γεροντοκρατία στα Πανεπιστήμια, στον πνευματικό βίο, στο πολιτικό πεδίο, στην διοίκηση, στην επιστήμη.
Αν είχαμε προωθήσει παντού, τολμηρά νέους ανθρώπους, με νέες ιδέες, φορείς νέων μεθόδων.
Αν είχαμε ανορθώσει την Παιδεία μας. Αν το δημοτικό είχε γίνει 8ετές και αναμορφωθεί η Μέση Παιδεία, είχαν καταργηθεί οι εξετάσεις για εισαγωγή στο Πανεπιστήμιο και είχαμε πολλαπλασιάσει τις δαπάνες για την Παιδεία.
Αν είχαμε βελτιώσει ριζικά το σύστημα καταρτίσεως των εκπαιδευτικών μας, και είχαμε συγχρονίσει ουσιαστικά όλη τη μεθοδική της εκπαιδεύσεως.
Αν είχαμε καθιερώσει την αληθινή ελληνική γλώσσα, αυτή που όλοι μιλούμε και καταλαβαίνουμε, ξεπερνώντας το ψεύτικο σχήμα «δημοτική – καθαρεύουσα». Αν είχαμε προωθήσει νέους καθηγητάς στα ανώτατα εκπαιδευτικά μας ιδρύματα από το ν’ ανοίξουν μερικές ρωγμές στα παμπάλαια τείχη, για να πνεύσουν μέσα στις ανώτερες σχολές οι ζωογόνες αύρες της νέας σκέψεως.
Αν είχαμε οργανώσει την ελεύθερη Πανεπιστημιακή έρευνα όπως το επιβάλλει η εποχή μας και είχαμε ενθαρρύνει τον καλόπιστο διάλογο με τους νέους, που τόσα έχουν να πουν.
Αν είχαμε ανοίξει μερικές δικλείδες για να μην ασφυκτιά ο δυναμισμός του νέους και η επιτακτική ανάγκη που νιώθει να εκφρασθεί και να υπάρξει διά του εαυτού του.
Αν δεν καταπιέζαμε συνεχώς κάθε μη συμβατική εκδήλωση της νέας γενεάς που δεν ταίριαζε με τα γούστα μας. Αν δεν θέλαμε να βλέπουμε κοντόφθαλμα τον σφύζοντα χώρο της σαν ένα απέραντο στρατώνα και όλους τους νέους πειθήνιους, απρόσωπους και πειθαρχημένους ως τις πιο ασήμαντες λεπτομέρειες.
Αν είχαμε καλλιεργήσει συστηματικά σχέσεις αγάπης και κατανοήσεως ανάμεσα στους αστράτευτους και τους στρατευμένους νέους, ανάμεσα στη νέα γενεά και στις Ειρ. Δυνάμεις.
Αν, με άλλα λόγια, δεν μας έλειπαν τόσο πολύ η πολιτική και κοινωνιολογική γνώσις, η ιδεολογική κατάρτισις, η αναγκαία εμβάθυνσις στα κοινωνικά φαινόμενα και δεν νομίζαμε ότι όλα τακτοποιούνται με άνωθεν διαταγές και ερασιτεχνικές αυστηρότητες.
Αν παράλληλα με όλα αυτά είχαμε προωθήσει την λύση όλων των επιμέρους προβλημάτων – ασφαλιστικό, υγειονομικό, συνταξιοδοτικό, πολιτικό, κοινωνικό, εκκλησιαστικό, πολιτιστικό, διοικητικό κ.λπ. πρόβλημα – που συνθέτουν το Μέγα Ελληνικό πρόβλημα και είχαμε καλέσει τους νέους να βοηθήσουν σ’ αυτό το τιτάνιο έργο, αλλά και τους είχαμε παράσχει τις δυνατότητες για να το κάνουν έμπρακτα.
Αν είχαμε δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για ανανέωση του πολιτικού βίου και διαμόρφωση νέου πολιτικού κόσμου, με νέους ανθρώπους, νέα σχήματα και νέες ιδέες.
Τότε, δεν πιστεύω ότι υπήρχε επανάστασις και εξέγερσις σ’ ένα τμήμα της νέας γενεάς. Και τότε, όσο κι αν πάσχιζαν δημαγωγοί και ανατροπείς, γεγονότα σαν της 17ης Νοεμβρίου θα ήταν αδύνατον να δημιουργηθούν. Με άλλα λόγια αν η 21η Απριλίου είχε σταθεί επανάστασις πραγματική, όχι μόνο με την νομική αλλά και με την ευρύτερη έννοια του όρου και είχε λύσει το Ελληνικό πρόβλημα, όπως μπορούσε και έπρεπε, η 17η Νοεμβρίου δεν θα είχε υπάρξει.
Ας προσέξουμε! Δεν υπάρχει πρόβλημα πραγματικό, κοινωνικό, ιδεολογικό, πολιτικό, εκπαιδευτικό. Δεν αρκεί η καταστολή των ταραχωδών εκδηλώσεων αυτού του προβλήματος. Οφείλουμε να άρουμε το ίδιο πρόβλημα, όχι με αστυνομικά μέσα, γιατί αυτό είναι ανέφικτο, αλλά με κοινωνικά και εκπαιδευτικά μέτρα, με ιδεολογική εργασία, με πολιτικές ενέργειες. Αλλιώς, όσο εθελοτυφλούμε και επιχειρούμε να αντιμετωπίσουμε καινούργια φαινόμενα παλιές διαδικασίες, εκδηλώσεις σαν της 17ης Νοεμβρίου θα επανέρχονται. Και οι νέοι με τη στολή του αστυνομικού ή του στρατιώτη, θα καλούνται να αντιμετωπίσουν τους νέους με τις γραβάτες ή με τα μπλου-τζηνς. Απλά αυτή δεν είναι λύσις.
Λύσις είναι να πλησιάσουμε το νέο αυτόν που είναι μέσα στο τανκ και αυτόν που είναι έξω από αυτό, κατανοώντας ότι όσο κι αν τους χωρίζουν η σύγχυσις των ιδεών, η ορολογία και τα δημιουργημένα από τις εσωτερικές μας συγκρούσεις αυτόματα ανακλαστικά, στο βάθος και οι δύο θέλουν τα ίδια πράγματα: δημοκρατία, εθνική ανεξαρτησία, κοινωνική δικαιοσύνη, αναγέννησι του τόπου. Μόνον τότε θα έπαυε μία μερίδα της νεολαίας να μας χαρακτηρίζει «φασίστες» και εμείς να τους θεωρούμε «αναρχικούς».
Τότε θα μας έβλεπαν σαν αναμορφωτάς του τόπου, σαν αληθινή Επανάσταση. και μείς θα τους βλέπαμε σαν αυριανούς ιατρούς, μηχανικούς, αρχιτέκτονες, εκπαιδευτικούς, υπαλλήλους, διανοουμένους, σαν την αυριανή Ελλάδα, σαν συνεχιστές και κληρονόμους μας.
Δεύτερον: οι άλλοι οι πολιτικοί...
Αν έπαυαν να βλέπουν το χώρο της νέας γενεάς σαν πεδίο εύκολης δημοκοπίας.
Αν έπαυαν να θέλουν να χρησιμοποιούν το πολύτιμο νεανικό δυναμισμό για την προώθηση των επιδιώξεών τους. Αν, τότε, ο Π. Κανελλόπουλος δεν εξωθούσε τους νέους σε ακρότητες. Αλήθεια γιατί το τανκ που έσπασε την πύλη του Πολυτεχνείου δεν βρήκε μπροστά του, όρθιο, τον Π. Κανελλόπουλο περιστοιχιζόμενο από όλους τους «αντιστασιακούς» πολιτικούς; Πού ήσαν; Γιατί άφησαν τους νέους να αιματοκυλιούνται και αυτοί έμεναν στα σαλόνια τους, εφαρμόζοντας το «ή όλοι να πεθάνετε ή όλοι να νικήσουμε;». Αν διαφωνούσαν με τους αυτοπολιορκημένους του Πολυτεχνείου, ώφειλαν να διακηρύξουν έγκαιρα την αντίθεσή τους. Αν συμφωνούσαν, ώφειλαν να είναι εκεί, παρόντες αναλαμβάνοντας τις ευθύνες τους.
Τότε δεν θα μιλούσε περί «τιμημένων νεκρών» από την ασφάλεια του μακρινούν Καναδά ο Α. Παπανδρέου. Γιατί δεν θα υπήρχαν νεκροί.
Τρίτον: Η Κυβέρνηση Μαρκεζίνη.
Αν δεν έλαμπε με ακατανόητη την απουσία της. Αν ο Υπουργός και υφυπουργός Παιδείας έσπευδαν εκεί επί τόπου να συζητήσουν με τους νέους, έστω και αν, όπως ελέχθη, από εκείνους που τους συμβούλευαν, να μη το κάνουν, κινδυνεύουν να μεταβληθούν σε ομήρους.
Αν δεν διαπραγματευόταν με τους νέους διά των εισαγγελέων και των αστυνομικών διευθυντών, αλλά απ’ ευθείας η ίδια, με τους αρμοδίους Υπουργούς και τους πνευματικούς της ανθρώπους. Τότε ο Μαρκεζίνης ίσως δεν θα αναγκαζόταν να καλέσει τον Στρατό για να επιβάλει την τάξη.
Ας μην έχουμε αυταπάτες. Αν μπόρεσαν να δράσουν αποτελεσματικά μερικά ανατρεπτικά στοιχεία, αυτό συνέβη γιατί υπήρχε αντικειμενικά, ένα πεδίο πρόσφορο. Στην εξάλειψη αυτού του πεδίου οφείλουμε να βοηθήσουμε όλοι μας. Γιατί όλοι μας φταίμε που υπάρχει. Όλοι συμβάλαμε για να γίνει. Ας ανανήψουμε. «Επανάστασις», πολιτικός κόσμος και Κυβέρνησις, ας δούμε όλοι τις ευθύνες μας.
* * *
Η νεολαία μας κατηγορεί. Και παρά τις ακρότητες μερικών μελών της, στην ουσία έχει δίκιο. Οι νέοι πάντοτε έχουν δίκιο, έστω και αν δεν ξέρουν, ούτε να το εκφράσουν ορθά, ούτε να το υποστηρίξουν με τον σωστό τρόπο. Και εμείς, οι άλλοι, έχουμε άδικο. Αρκετά τους κατηγορήσαμε.
Έφτασε, πια, η ώρα να αυτοκατηγορηθούμε. Και κυρίως, έφθασε η ώρα να ενεργήσουμε θετικά για να μην επαναληφθούν τέτοια τραγικά γεγονότα. Διαφορετικά η ιστορία δεν θα καταδικάσει τους νέους. Εμάς θα καταδικάσει. Γιατί εμείς θα φταίμε αν ανοίξει για την πατρίδα μας ένα κεφάλαιο με τον τίτλο INCIPIT TRAGEDIA.