Παγκόσμιες οι αξίες των αρχαίων Ελλήνων!

on .

Στις 19 Οκτωβρίου 2006 αναγορεύτηκε σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου Αθηνών ο λογοτέχνης-ποιητής Ντέρεκ Ουόλκοτ, που τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ το 1992.
Γεννήθηκε στη Σάντα Λουτσία, ένα μικρό νησί των Δυτικών Ινδιών και ζει στην Αμερική όσο και στην πατρίδα του. Έγινε γνωστός παγκοσμίως με το έργο του «Όμηρος», στο οποίο παρομοίασε τον Όμηρο με τον Έρνεστ Χεμινγουέι.
Η Σουηδική Ακαδημία, όταν τον τίμησε με το Νόμπελ, χαρακτήρισε το έργο του «ποιητικό» πολύ φωτεινό, που βασίζεται σ’ ένα ιστορικό όραμα, αποτέλεσμα ενός πολύ πολιτισμικού κατορθώματος. Ο ίδιος δήλωσε: «Μισώ τις λέξεις παγκοσμιοποίηση και πολιτισμικότητα».
Στο έργο του συνθέτει την κουλτούρα της Καραϊβικής (όπου μένει κατά διαστήματα), με τη Ρωσική ποίηση και την Ελλάδα του Ομήρου. Ο ίδιος εξέφρασε την άποψη ότι η κουλτούρα της Καραϊβικής μοιάζει με τον πολιτισμό της Αιγύπτου και τόνισε τη φρεσκάδα του Ομήρου, που τον ενέπνευσε για το δικό του έργο με τον τίτλο «Όμηρος».
Μιλώντας με τους δημοσιογράφους αναφέρθηκε στη τεράστια δύναμη της αρχαίας ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς, λέγοντας χαρακτηριστικά: «Νομίζω ότι είναι πολύ δύσκολο να είσαι Έλληνας ποιητής, διότι έχεις πίσω σου όλο το παρελθόν. Κάθε νέος ποιητής στην Ελλάδα που σηκώνει την πένα είναι σαν να σηκώνει ένα κιονόκρανο».
Στη συνέχεια τόνισε: «Για μένα, που δεν έχω διαβάσει τον Όμηρο στα ελληνικά, μοιάζει με πρόζα. Έχετε υπέροχη πρόζα που έχει ασκήσει επιρροή σε όλη την αγγλική λογοτεχνία. Ο Όμηρος, εκτός από μεγάλος ποιητής, υπήρξε και μεγάλος μυθιστοριογράφος. Είναι σαν να διαβάζω Χεμινγουέι».
Ο Ντέρεκ Ουόλκοτ ενδιαφέρεται πολύ και για τη νεώτερη ελληνική ποίηση. Ομιλεί με τα καλύτερα λόγια για τους δύο νομπελίστες ποιητές, τον Σεφέρη και τον Ελύτη, αλλά και για τον Γιάννη Ρίτσο. Σε μία εποχή που χαρακτηρίζεται «αντιποιητική», ο Ντέρεκ Ουόλκοτ δεν έκρυψε την ανησυχία του για την ομοιομορφία που μας απειλεί και ότι οι ζωές μας κατευθύνονται από τις μεγάλες εταιρείες.
Προτιμάει περισσότερο την Οδύσσεια από την Ιλιάδα και συμπληρώνει: «Βλέπω στον Όμηρο έναν Οικουμενικό συγγραφέα που δημιουργεί εμβληματικές εικόνες ενός ναυτικού πολιτισμού που μοιάζει με τον πολιτισμό της Καραϊβικής. Εκεί βρίσκω θησαυρούς. Αυτό που έχει σημασία για μένα είναι η φρεσκάδα του Ομήρου, ο αέρας που φυσάει. Όταν διάβαζα την Οδύσσεια με τις καταιγίδες, ένιωθα σαν να διάβαζα καραϊβική ποίηση». Γι’ αυτό και έδωσε το όνομα του κορυφαίου ποιητή στο δικό του έργο «Όμηρος».
* * *
Είναι πολλοί οι ξένοι άνθρωποι των Γραμμάτων και γενικά πνευματικοί άνθρωποι, που αισθάνονται μαθητές των μεγάλων αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, ποιητών και φιλοσόφων. Και αυτό σημαίνει ότι το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα, εξακολουθεί να φωτίζει και να διδάσκει τον σύγχρονο κόσμο. Φυσικά αυτό μπορούν να το εκτιμήσουν μόνον οι άνθρωποι του πνεύματος, οι οποίοι συνεχώς διδάσκονται από εκείνους.
Είναι χαρακτηριστική και εντυπωσιακή η περίπτωση του ηγέτη της Ν. Αφρικής Νέλσον Μαντέλα, ο οποίος στα 27 χρόνια που έζησε στη φυλακή μελετούσε το Θουκυδίδη κυρίως, αλλά και άλλους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς, από τους οποίους αντλούσε δύναμη και κουράγιο να αντιμετωπίσει την πολύχρονη φυλάκισή του, που δεν ήταν και λίγη…
Σε συνέντευξή του, αρκετά χρόνια από την αποφυλάκισή του είπε: «Αφιέρωσα τη ζωή μου στον αγώνα για τη δημοκρατία και την ειρήνη. Οι αξίες των αρχαίων Ελλήνων έφθασαν έως εμάς γιατί είναι παγκόσμιες. Επιθυμία μου είναι αυτές οι αξίες να ριζώσουν σε ολόκληρο τον κόσμο».
Και συνέχισε με τα λόγια του Ηροδότου: «Στην ειρήνη τα παιδιά θάβουν τους πατεράδες τους, στον πόλεμο οι πατεράδες θάβουν τα παιδιά τους».
Τότε δάκρυσε γιατί και ο ίδιος έχει χάσει ένα γιό του.
Ένας άλλος νομπελίστας από τη Νότια Αμερική ο Χιλιανός ποιητής Πάμπλο Νερούντα, όταν ήρθε για λίγο κάποτε στην Αθήνα, ανέβηκε στην Ακρόπολη, για να θαυμάσει από κοντά τον Παρθενώνα, αγκάλιασε μία κολώνα και την φίλησε…
Είδαμε πιο πάνω ότι το Αρχαίο Ελληνικό Πνεύμα εξακολουθεί να φωτίζει και να διδάσκει το σύγχρονο κόσμο. Έχει επικρατήσει να γίνεται λόγος για την λογοτεχνική, την φιλοσοφική, την φιλολογική κληρονομιά από την αρχαία Ελλάδα. Υπάρχει, όμως, και μία άλλη πλευρά του Αρχαίου Ελληνικού Πολιτισμού: Είναι η Επιστήμη και η Τεχνολογία.
Οι αρχαίοι Έλληνες δεν αρκούνται να ζουν στον κόσμο και να ικανοποιούν μέσα σ’ αυτόν τις ανάγκες τους. Θέλουν να τον καταλάβουν με το λογικό, τον νου, που είναι το ανώτερο στον κόσμο. Νους βασιλεύς, έλεγε ο Αναξαγόρας. Ο νους είναι ο εξουσιαστής όλων!..
Αυτή η «ανακάλυψη» των αρχαίων Ελλήνων αποτελεί τη μεγαλύτερη προσφορά τους στον άνθρωπο, το βάθρο και την ουσία του πολιτισμού τους. Νους και μέτρον και καθαρότητα, όπως είπε ο Σίλλερ, ήταν η ελληνικότητα.
Ερχόμαστε τώρα στον υπολογιστή των Αντικυθήρων, ο οποίος είναι ο πρώτος παγκόσμιος υπολογιστής. Βρέθηκε το 1901 σε ένα ναυάγιο που βρέθηκε σε βάθος 60 μέτρων στο νησί Αντικύθηρα. Ήταν αρχαίο ναυάγιο γεμάτο με μπρούτζινα και μαρμάρινα αγάλματα. Είχε μήκος 50 μέτρα και χρονολογείται γύρω στο έτος 86 π.Χ.  Ήταν φορτηγό πλοίο και μετέφερε στη Ρώμη χάλκινα και μαρμάρινα αγάλματα, αμφορείς, έπιπλα και διάφορα άλλα έργα τέχνης, όλα τους «προϊόντα» της λεηλασίας της Ελλάδος από τους Ρωμαίους…
Ανάμεσα σε όλα αυτά βρέθηκε και ο υπολογιστής των Αντικυθήρων. Ο μηχανισμός αυτός είναι κατασκευασμένος από κράμα χαλκού-κασσιτέρου (καλάι). Είναι ένα αστρονομικό όργανο μεγάλης ακρίβειας. Αποτελεί μια πολύπλοκη σύνθεση 30 οδοντωτών τροχών (γραναζιών), στους οποίους συμπεριλαμβάνεται και ένα διαφορικό γρανάζι, που ετίθετο σε κίνηση με μια χειρολαβή. Το όργανο έδειχνε τις κινήσεις του Ηλίου, της Γης και της Σελήνης και χρησιμοποιούνταν για αστρονομικούς και ημερολογιακούς σκοπούς.
Ο υπολογιστής των Αντικυθήρων απασχόλησε πολλούς μελετητές Έλληνες και ξένους μέχρι να διαπιστώσουν περί τίνος πρόκειται. Έτσι, ο μηχανισμός των Αντικυθήρων δεν αποτέλεσε απλώς μία αφετηρία για την άνθηση της ωρολογοποιίας στην Ευρώπη, αλλά έδωσε και μια άλλη διάσταση στην εξέλιξη αυτή, που οδήγησε στις υπολογιστικές μηχανές και τους αυτοματισμούς. Ο μηχανισμός των Αντικυθήρων είναι ο πρώτος πολυσύνθετος υπολογιστής της ιστορίας, η κορύφωση μιας εξελικτικής πορείας από τον απλό άβακα του Παλαμίδη (αριθμητήριο) στις σύνθετες υπολογιστικές μηχανές. Οι Έλληνες κατάφεραν για πρώτη φορά να δημιουργήσουν έναν μηχανισμό που εκτελεί αυτομάτως υπολογισμούς και έθεσαν τις βάσεις για την μετέπειτα τεχνολογική πρόοδο.
Ατράνταχτες αποδείξεις αυτού του γεγονότος η ύπαρξη του υπολογιστή των Αντικυθήρων και του βυζαντινού ηλιακού ωρολογίου και ημερολογίου.
Η γνώση πέρασε από τους Έλληνες στους Άραβες και έπειτα με τις σταυροφορίες στους Δυτικούς, που αργότερα ανέδειξαν τον σύγχρονο τύπο του ηλεκτρικού πλέον υπολογιστή, το γνωστό μας «κομπιούτερ» (computer).
Ευκαιρία, λοιπόν, να μάθουμε ότι η λέξη κομπιούτερ είναι ελληνικότατη… Οι αρχαίοι οικοπεδομετρητές υπολόγιζαν την έκταση ενός οικοπέδου με ένα σχοινί με δεσμούς, δηλαδή με κόμπους (κομπολόγιου). Όταν υπολόγιζαν, λοιπόν, κομπούσαν (κομπόω= υπολογίζω με το σχοινί που έχει κόμπους), από αυτό προήλθε και το κομπάζω (υπερηφανεύομαι, καυχιέμαι, κομπαστής= καυχησιάρης), διότι όσοι γνώριζαν να υπολογίζουν εκόμπαζαν (εκαυχιότανε).
Από το κομπόω και κομπέω προέκυψε το λατινικό κομπούτο-κομπουτάρε, από το οποίο προήλθε η ονομασία «κομπιούτερ» για τον υπολογιστή.
Ο καλύτερος επίλογος μιας αναφοράς για τον υπολογιστή των Αντικυθήρων είναι αυτός του Άρθουρ Κλάρκ, μηχανικού και διασήμου συγγραφέα έργων επιστημονικής φαντασίας, ο οποίος, αφού πρώτα παρατηρεί ότι ο Γαλιλαίος έδειξε τον δρόμο για την κατανόηση του σύμπαντος με πολύ πιο πενιχρά μέσα, σημειώνει: «Αν η διορατικότητα των Ελλήνων συμβάδιζε με την ιδιοφυία τους, τότε ίσως και η βιομηχανική επανάσταση να άρχιζε χίλια έτη πριν τον Κολόμβο. Και στην εποχή μας τότε δεν θα προσπαθούσαμε να περιφερόμαστε απλώς γύρω από τη Σελήνη, αλλά θα είχαμε φθάσει και σε άλλους πλανήτες».
Οι Ευρωπαίοι φροντίζουν πάντα να αποφεύγουν την ομολογία ότι ο πολιτισμός τους, οι πολιτισμικές τους ρίζες βρίσκονται στην Ελλάδα. Υπάρχουν, ευτυχώς, κάποιες ειλικρινείς φωνές που ομολογούν την αλήθεια. Ένας από αυτούς είναι ο συμπατριώτης του Σίλλερ ο μεγάλος φιλόσοφος Φρειδερίκος Νίτσε, ο οποίος στο βιβλίο του «Η Γέννηση της τραγωδίας από το Πνεύμα της Μουσικής» γράφει (σελ.106) «… Σχεδόν σε κάθε εποχή οι διαδοχικοί πολιτισμοί προσπάθησαν με αγανάκτηση να αποσείσουν τον ζυγό των Ελλήνων, γιατί κάθε προσωπική δημιουργία, ενώ εκ πρώτης όψεως θαυμαζόταν ειλικρινά σαν πρωτότυπη, δίπλα σ’ αυτούς έχανε ξαφνικά το χρώμα και την ζωντάνια της και γινόταν έκτρωμα αδέξιας μιμήσεως και γελοιογραφία.
Και κάθε στιγμή ξεσπάει για μια ακόμη φορά η υπόκωφη οργή η μαζεμένη στα βάθη της καρδιάς εναντίον αυτού του αλαζονικού λαού, που είχε την τόλμη να χαρακτηρίσει με το επίθετο «βάρβαρος» κάθε τι που του ήταν ξένο. Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, λέμε, που διεκδικούν ανάμεσα στους λαούς μια ξεχωριστή θέση;
Όμως, ούτε ο φθόνος, ούτε η αχαλίνωτη συκοφαντία και η οργή κατόρθωσαν να αγγίξουν την αυθάδη τους γαλήνη. Γι’ αυτό μπροστά στους Έλληνες νιώθουμε ντροπή και δέος. Ας τολμήσουμε, επιτέλους, να διαλαλήσουμε πως οι Έλληνες κρατούν στα χέρια τους τα χαλινάρια της τέχνης, όπως άλλωστε και κάθε τέχνης…».
Άλλωστε από τον 18ο αιώνα ο Γερμανός ποιητής και φιλόσοφος Φρ. Σίλλερ εκφράζει ανάλογο πνεύμα στο ποίημά του «Καταραμένε Έλληνα»:
Όπου και να γυρίσω την σκέψη μου//όπου να στρέψω την ψυχή μου//Μπροστά μου σε βρίσκω.//Τέχνη λαχταρώ//ποίηση, θέατρο, αρχιτεκτονική//Εσύ μπροστά//Αθλητισμό γυρεύω//το γιατρικό του κορμιού μου//εσύ πάλι μπροστά// μπροστάρης και αξεπέραστος//Καταραμένε Έλληνα//Καταραμένη Γνώση//Γιατί να σ’ αγγίξω;//Για να καταλάβω πόσο μικρός είμαι;//Πόσο ασήμαντος και μηδαμινός;//Γιατί, γιατί δεν μ’ αφήνεις//στην ησυχία μου και στην ξεγνοιασιά μου;
Πολύ σημαντικό αλλά και πρωτότυπο είναι αυτό που είπε ο Γάλλος ποιητής και Ακαδημαϊκός Αντρέ Μπρετόν συνομιλώντας με την Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ: «Εσείς οι Έλληνες μας έχετε εικοσιπέντε αιώνες (πνευματική) Κατοχή»…