Ανάγκη ή τραγωδία τα κοινωνικά δίκτυα;

on .

Tα social media ξεκίνησαν ως δίαυλος επικοινωνίας και έμελλε να γίνουν αναπόσπαστο συστατικό της καθημερινότητας, σε κάθε γωνιά του πλανήτη όπου υπάρχει πρόσβαση στο διαδίκτυο. Το να συνδέεσαι, να μιλάς, να ανταλλάζεις πληροφορίες, φωτογραφίες ανέξοδα με οποιονδήποτε στον κόσμο, αποτελεί από μόνο του επανάσταση στον τομέα της επικοινωνίας-δικτύωσης-διάδρασης. Εργαλείο επαγγελματικής προβολής για αρκετούς, πεδίο εκτόνωσης και άσκησης ανέξοδης επιδοκιμασίας ή αποδοκιμασίας για άλλους, ένα παράλληλο σύμπαν για να φλερτάρεις αλλά και μετερίζι έκφρασης πολιτικού λόγου  και προσωπικών πιστεύω. Η εφεύρεση του Ζάκεμπεργκ και των άλλων φοβερών παιδιών της Silicon Valley φαντάζει ως το τέλειο δώρο για να έρθει πιο κοντά η ανθρωπότητα, είναι όμως έτσι;
Όλο και περισσότερο πληθαίνουν οι φωνές αυτών που υποστηρίζουν τον εκφυλισμό των μέσων δικτύωσης. Περιπτώσεις ανθρώπων με χιλιάδες φίλους στο facebook  που αυτοκτόνησαν εξαιτίας μοναξιάς, είναι ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα ότι το «φατσοβιβλίο» αποτελεί παραμορφωτικό καθρέφτη της αληθινής ζωής. Στο κοντινό μας παρελθόν παραθεριστές και λουόμενοι κατέφθαναν στην παραλία κρατώντας το κοντάρι της ομπρέλας θαλάσσης. Σήμερα κρατούν και μεταφέρουν με ευλάβια ένα άλλο κοντάρι: το selfie stick.
 Ο Καρτέσιος ο «φιλόσοφος της αμφιβολίας» αν ζούσε σήμερα θα διορθωνε τη γνωστή του ρήση «σκέφτομαι άρα υπάρχω» σε «κοινοποιούμαι  άρα υπάρχω». Επειγόντως check in σε μοδάτα, χλιδάτα μέρη να πιστοποιηθεί ότι διαθέτεις και τσεκ (επιταγών) αλλά ότι είσαι και in. Μπορεί να ξεχάσεις να κάνεις τσεκ-απ για να μάθεις αν ζείς ή αν πεθαίνεις, αλλά check in για να μάθουν πως «περνάς ζάχαρη» δεν θα λησμονήσεις. Το like, η νέα μονάδα μέτρησης ματαιοδοξίας και αυτοεπιβεβαίωσης. Τα status updated που σε παρακινούν ως παντογνώστη να καταθέσεις την άποψη επι παντός επιστητου, ανεξάρτητα πόσο σχετικός ή άσχετος είσαι. Άλλωστε, στα social media «ότι δηλώσεις είσαι» (παραφράζοντας μια ρήση γνωστού πολιτικού).
Τα φίλτρα του instagram σου δίνουν την ευκαιρία να αποκτήσεις αψεγάδιαστο πρόσωπο και αλαβάστρινο κορμί. Δεν έχει σημασία αν στο τέλος δεν αναγνωρίζεις ούτε εσυ τον ίδιο σου τον εαυτό. Ρετρό duckface  ναρκισισμός, φιληδονισμός, τεστοστερόνη, ευμάρια, ευτυχία και τελειότητα ξεχειλίζουν, αν κάποιος επιχειρήσει ένα scrolling στην οθόνη του smartphone. Κι ύστερα το twitter η μεγάλη πρόκληση να γράψεις κάτι τσιτάτο με 140 χαρακτήρες. Δεν έχει σημασία να βελτιωθούμε και να μην είμαστε «παλιοχαρακτήρες» αλλά να τουιτάρουμε ένα αστείο, σκωπτικό, πύρινο, αξιομνημόνευτο σχόλιο.
Η γενιά του διαδικτύου. Παιδιά των social media. Γενημμένοι από τη μήτρα της ραγδαίας τεχνολογικής-επικοινωνιακής εξέλιξης όπου: το φιλικό χτύπημα στην πλάτη και το χάδι έγινε poke (σκούντηγμα),  το σφίξιμο του χεριού για συγχαρητηρία έγινε like, η ανάγκη να βρεθώ με την παρέα μου να τους πώ μια ωραία ιστορία έγινε share (κοινοποίηση), το μεταδοτικό-θεραπευτικό  γέλιο των κατ’ ιδίαν συζητήσεων αντικαστάθηκε με emoticons.
Αλήθεια, πόσο θα γελούσε κάποιος από «εκει πάνω» αν έβλεπε ότι οσο περισσότερες οι δυνατότητες και οι ανακαλύψεις του ανθρώπινου είδους τόσο λιγότερη η πραγματική επαφή, το άγγιγμα, το χάδι, η χειραψία, η ουσιαστική φιλία, ο έρωτας, η συνάντηση;
Συνάντησα  χθες τυχαία στο δρόμο περπατώντας παλί εκείνο το κορίτσι-φίλη στο fb. Δεν έχουμε γνωριστεί ποτέ, δεν έχουμε μιλήσει ποτέ. Ξέρω όμως πού μεγάλωσε, πού σπούδασε, την οικογένεια της, την εξελιξη της επαγγελματικής της καριέρας, πότε χώρισε με τον προηγούμενο σύντρόφο, τι  τρώει, τι πίνει, πού διασκεδάζει, πόσα μαγιώ έχει, ποια σπόρ κάνει, ποια είναι τα πολιτικά και θρησκευτικά της πιστεύω, τι έκανε πέρυσι το καλοκαίρι, τι φέτος, τι προγραμματίζει να κάνει. Με τι θυμώνει, με τι γελάει.  Νομίζω πως ξέρω περισσότερα για αυτή παρά για εμένα. Προσπεράσαμε γρήγορα ό ενας τον άλλο διασταυρώνοντας μια ματιά αμηχανίας. Γιατί ίσως μάθαμε-χειραγωθήκαμε να προσπαρνάμε την αληθινή ζωή  και να βολευόμαστε στα «αποστειρωμένα» διαδικτυάκα avatar. Μπορεί να αναζητούμε την ένταση της επαφής, αλλά συχνά μόλις έρθει τρομάζουμε και χάνουμε την ισορροπία μας. Παρότι διαισθανόμαστε ότι δεν υπάρχει τίποτα πιο υγιές από μια αυθεντική συνάντηση, χωρίς πληκτρολόγια, χωρίς «μάσκες».
Οι χρήστες μέσων κοινωνικής δικτύωσης τελικά είναι θύματα ή θύτες; Οι ρόλοι εναλλασονται άλλοτε ακούσια άλλοτε ηθελημένα.  «Δαμόκλειος σπάθη» η σύγκριση. Η δημοσιοποίηση λεπτομεριών της ζωής μας, αναπόφεκτα οδηγεί σε σύγκριση της εξωτερικής εμφάνισης, του βιοτικού επιπέδου, των δυνατοτήτων πρόσβασής μας σε καταναλωτικά αγαθά και υπηρεσίες.  Σύμφωνα με έρευνες ένα μεγαλο ποσοστό των καταθλίψεων οφείλεται στα social media.
Άραγε είναι τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, η Μήδεια που σκοτώνει τα παιδιά της; Που αφαιρεί  από τους χρήστες το οξυγόνο του καθαρού αέρα της πραγματικής ζωής αντικαθιστώντας το με τεχνική μηχανική υποστήριξη; Η απάντηση ίσως βρίσκεται στο «παν μέτρον άριστον». Βέβαια γεννιέται το ερώτημα ποίος ορίζει το μέτρο. Η μετροταινία του καθενός είναι διαφορετική. Ξεχωριστοί άνθρωποι, αλλιώτικες πεποιθήσεις, διαφορετικές ανάγκες. Η χρηστή χρήση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης  είναι σε μεγάλο βαθμό υποκειμενικό ζήτημα. Ωστόσο  όταν οι εικόνες, οι μυρωδιές, η ομορφιά που αιχμαλωτίζεις στο διάβα σου στο μονοπάτι της ζωής δεν χρειάζεται απαραίτητα να κοινοποιηθούν στο «κοντέρ καταγραφής  της  δημόσιας κοινής βάσης δεδομένων» αλλά αρκεί που εντυπώνεται στο μνημονικό και την ψυχή σου, τότε είσαι σε καλό δρόμο. Όταν θα σε ενδιαφέρει περισσότερο το «είναι» από το «φαινεσθαι»…
Ο Καβάφης με το ποίημά του «όσο μπορείς» φωτίζει ίσως  τον «ίσιο»  δρόμο: μέσα από την προάσπιση της προσωπικής ελευθερίας, την αξιόπρέπεια στην κοινωνική ζωή, την αντίσταση στη μαζοποίηση και στην αλλοτρίωση και την προτροπή να μην συμβιβασθούμε με το φαίνεσθαι, τις ανούσιες κοινωνικές σχέσεις και συναναστροφές αλλά να αποκτήσουμε σχέσεις με ουσία, βάθος και αξία…
«Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.

Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κ’ εκθέτοντάς την
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινήν ανοησία,
ώς που να γίνει σα μια ξένη φορτική».
 
* Ο Πέτρος Ι. Μπούγιας  είναι Msc Αγρ. Τοπογράφος Μηχανικός και Περιφερειακός συντονιστής στο Ποτάμι.