Παιδεία, Πολιτισμός και Παράδοση κράτησαν ζωντανή τη Β. Ήπειρο!..

on .

Ο Βορειοηπειρωτικός λαός, είναι γνήσιο τμήμα του ελληνισμού, αφού η παιδεία, ο πολιτισμός και η λαϊκή του παράδοση αποτυπώνουν ολοκάθαρα τον εθνικό του χαρακτήρα. Όλα στη Βόρειο Ήπειρο είναι ελληνικά: Ήθη, έθιμα, θρύλοι, παραδόσεις, τραγούδια, χοροί, λαϊκή τέχνη, ενδυμασίες, γλώσσα, φρόνημα, όλα είναι ελληνικά και σφραγίζουν την ελληνικότητα των κατοίκων της.
Μια μικρή αναφορά και γνωριμία με την παιδεία και τον πολιτισμό του μαρτυρικού μας τόπου κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας συμβάλλει στην εθνική μας αυτογνωσία. Μετά την κατάκτηση της Ηπείρου και μέχρι τις αρχές του 17ου αιώνα, βαθύ σκοτάδι σκέπαζε την Ήπειρο. Την εποχή αυτή η παιδεία βρήκε άσυλο στα μοναστήρια και στους νάρθηκες των εκκλησιών. Τα ελληνόπουλα διδάσκονταν από τους ταπεινούς μοναχούς λίγα κολυβογράμματα: ξερή ανάγνωση, λίγη γραφή και αποστήθιση προσευχών.
Από τα μέσα του 17ου αιώνα και μετά παρατηρούμε σημαντική εκπαιδευτική δραστηριότητα με την ίδρυση ανώτερων και κατώτερων σχολείων.
Το 1633 ο επίσκοπος Δρυϊνουπόλεως Κάλλιστος, ίδρυσε ελληνική σχολή στο Αργυρόκαστρο. Το 1672 ο Σοφιανός, Επίσκοπος Δρυϊνουπόλεως, ίδρυσε σχολή στο μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου στην Πολύτσανη, ενώ το 1682 ο επίσκοπος Δελβίνου και Χιμάρας Μανασσής ίδρυσε σχολεία σε όλα τα χωριά της επαρχίας του. Μεγάλη υπήρξε η συμβολή στην ανάπτυξη των γραμμάτων και τη σύσταση σχολείων του εθναποστόλου Κοσμά του Αιτωλού.
Με το πέρασμα του Πατροκοσμά η προσοχή του σκλαβωμένου έθνους στράφηκε στην εκπαίδευση του λαού και δικαιολογημένα θεωρείται ο θεμελιωτής των σχολείων και ο βασικότερος παράγοντας της αναγέννησης των γραμμάτων στην Ήπειρο.
Τη μεγαλύτερη εκπαιδευτική και πνευματική ακμή γνώρισαν οι πόλεις της Βορείου Ηπείρου Μοσχόπολη και Κορυτσά. Η Μοσχόπολη υπήρξε φάρος πολιτισμού επί τουρκοκρατίας για όλα τα Βαλκάνια. Τότε ιδρύθηκε το «Ελληνικό Φροντιστήριο», φυτώριο φιλολογίας και φιλοσοφίας. Η σχολή αυτή μετονομάστηκε σε «Νέα Ακαδημία» και δίδαξαν σ’ αυτή διαπρεπείς Έλληνες φιλόλογοι και φιλόσοφοι. Μέσα στο πρωτόγονο Τουρκαλβανικό κράτος της αμάθειας και του σκοταδισμού, η Μοσχόπολη εξέπεμπε φως και πολιτισμό. Το 1728 ιδρύθηκε στη Μοσχόπολη το πρώτο ελληνικό τυπογραφείο στα Βαλκάνια, το οποίο διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στη διάδοση των ελληνικών γραμμάτων και της ελληνικής παιδείας.
Η ανθηρότητα της πόλης προκάλεσε το φθόνο και το μίσος των Τουρκαλβανών. Έτσι το 1769 άγρια στίφη Τουρκαλβανών επιτέθηκαν εναντίον της, την λεηλάτησαν και τέλος την παρέδωσαν στη φωτιά.
Η Μοσχόπολη καταστράφηκε ολοσχερώς από άγρια στίφη εξωμοτών το 1916. Μετά την καταστροφή της πνευματικό κέντρο αναδείχτηκε η Κορυτσά, που έγινε σπουδαίο εκπαιδευτικό κέντρο. Η οικονομική ανάπτυξη της πόλης βοήθησε στην πρόοδο της ελληνικής παιδείας. Χτίζονταν σχολεία και εκκλησίες. Το γυμνάσιο ιδρύθηκε το 1843, συντηρούνταν από το κληροδότημα του μεγάλου Ευεργέτη Ιωάννη Μπάγκα και λειτουργούσε σύμφωνα με τα προγράμματα του ελληνικού κράτους. Το 1840 ιδρύθηκε το Παρθεναγωγείο, το οποίο ανανεώθηκε το 1882. Όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Κορυτσάς συντηρούνταν από ειδικό εκπαιδευτικό ταμείο, το λεγόμενο «Λάσο» (δηλαδή κληροδότημα), το οποίο ιδρύθηκε το 1850. Οι Κορυτσαίοι είχαν συνείδηση της ιστορικής και εθνικής τους παράδοσης και είναι φανερή η ελληνικότητα της πόλης και των κατοίκων της.
Εκτός από την Μοσχόπολη και την Κορυτσά η Βόρειος Ήπειρος παρουσιάζει ζηλευτή εκπαιδευτική κίνηση και πρόοδο. Κάθε χωριό έχει το σχολείο του και το δάσκαλό του, που πληρώνεται από τα εισοδήματα της εκκλησίας και τη λοιπή περιουσία της Κοινότητας και από κληροδοτήματα των τέκνων της.
Συγκεκριμένα: Στην Πρεμετή λειτουργούσε Αρρεναγωγείο και Παρθεναγωγείο, στο Χοτάχοβο της Πρεμετής ίδρυσε ελληνικό σχολείο ο Απόστολος Αρσάκης. Ο Μεγάλος Ευεργέτης του ελληνισμού ίδρυσε το περίφημο «Αρσάκειο» των Αθηνών, πρωτοποριακό σχολείο για την εποχή του και σημαντικό μέχρι σήμερα.
Από το Κεστοράτι Αργυροκάστρου και το Κάτω Λάμποβο κατάγονταν οι Μεγάλοι Ευεργέτες Χρηστάκης Ζωγράφος και Α/φοί Ζάππα (Ευαγγέλης και Κων/νος). Η Ακαδημία Αθηνών, το Ζάππειο, το Αστεροσκοπείο και πολλά άλλα χτίστηκαν με τη γενναιοδωρία Βορειοηπειρωτών. Ο Σίνας, ο Αρσάκης, ο Ζάππας, ο Ζωγράφος, ο Μπάγκας και πολλοί άλλοι πανελλήνιας φήμης ευεργέτες, αποτελούν το καύχημα και τη δόξα της Βορείου Ηπείρου.
Να θυμίσουμε ότι ελληνικά σχολεία, σχολαρχεία, Παρθεναγωγεία, Ανώτερες Παιδαγωγικές και Ιερατικές σχολές, Αλληλοδιδακτικά και αστικά σχολεία λειτούργησαν, εκτός από τις πόλεις, τα μεγάλα αστικά κέντρα, τη Μοσχόπολη, την Κορυτσά, το Δέλβινο, την Πρεμετή, το Αργυρόκαστρο, τη Χιμάρα και σε πολλά κεφαλοχώρια, όπως στη Δρόβιανη, στη Βάνιστα, στη Δούβιανη, στη Δερβιτσάνη, στο Κεστοράτι, στο Λάμποβο, στην Πολύτσανη, στη Δίβρη, στη Μουζίνα, στη Λεσινίτσα, το Σωπίκι, το Κακοδίκι, το Πικέρνι, τη Νίβιτσα, το Αλύκο και αλλού. Πριν από το 1913 στην περιοχή της Βορείου Ηπείρου λειτουργούσαν συνολικά 360 ελληνικά σχολεία με 491 δασκάλους και 22.575 μαθητές και 366 εκκλησίες με 338 παπάδες.
Είναι φανερό ότι η διάδοση της ελληνικής παιδείας στη Βόρειο Ήπειρο είχε φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα, σε σημείο η γωνιά αυτή από όλες τις περιφέρειες του υπόδουλου ελληνισμού να θεωρείται η «Ελλάς της Ελλάδος». Στη διαμόρφωση αυτής της εικόνας συνέβαλαν όλα εκείνα τα στοιχεία που αποτελούν τον πολιτισμό του λαού του.
Το πρώτο σοβαρό στοιχείο είναι η ελληνική γλώσσα, που για τον λαό της Βορείου Ηπείρου αποτελεί το κυρίαρχο γλωσσικό όργανο. Αλήθεια είναι ότι οι πιέσεις και οι εξισλαμισμοί επέδρασαν στους Βορειοηπειρώτες με αποτέλεσμα ένα μέρος από αυτούς να χρησιμοποιεί και τις δύο γλώσσες. Η ελληνική γλώσσα ήταν η γλώσσα του εμπορίου και της επιστήμης, ενώ στις καθημερινές σχέσεις, στη διοίκηση, στα δικαστήρια και με τους ξένους χρησιμοποιούσαν την ελληνική.
Άλλο βασικό στοιχείο είναι η πίστη στη θρησκεία των προγόνων και η προσήλωση στις θρησκευτικές παραδόσεις. Η Ορθοδοξία είχε και έχει βαθιές ρίζες στη Βόρειο Ήπειρο.
Τα χωριά της Βορείου Ηπείρου έχουν ονόματα που από μόνα τους φανερώνουν την ελληνική τους καταγωγή. Από τα σπουδαιότερα στοιχεία του ελληνικού πολιτισμού των κατοίκων είναι οι κοινωνικές εκδηλώσεις και τα ήθη και έθιμα. Τα ήθη και έθιμα του ιδιωτικού βίου των κατοίκων της Βορ. Ηπείρου είναι αντιγραφή και συνέχεια των αρχαίων ελληνικών και βυζαντινών συνηθειών. Οι τελετές του γάμου με τα «επιθαλάμεια» τραγούδια, οι κηδείες, είναι ίδια. Τα μοιρολόγια στην Βορ. Ήπειρο συναγωνίζονται με τα μανιάτικα μοιρολόγια. Τα πολυφωνικά τραγούδια, πένθημα ή χαρούμενα, έχουν άμεση σχέση με την γνήσια αρχαιοελληνική μουσική παράδοση.
Αυτή η κατάσταση επικρατούσε στη Βορ. Ήπειρο στους τομείς της παιδείας, του πολιτισμού και της λαϊκής παράδοσης στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας και μέχρι την παραχώρησή της στην Αλβανία. Το τι έγινε μετά και μέχρι τις μέρες μας είναι γνωστό, αφού όλοι μας είμαστε μάρτυρες των γεγονότων που διαδραματίστηκαν, τουλάχιστον κατά τα τελευταία 45 χρόνια, που επικράτησε η κομμουνιστική δικτατορία. Παρόλα αυτά δεν μπόρεσαν να αλλοιώσουν την ψυχή και το ελληνικό φρόνημα των κατοίκων.
Η Βόρειος Ήπειρος ζει και χάρη στην αναλλοίωτη εθνική της ελληνική φυσιογνωμία, τον υψηλό βαθμό του ελληνικού της πολιτισμού και την επιμονή της στην εθνική, χριστιανική και πνευματική της κληρονομιά παραμένει και σήμερα σταθερή στα εθνικά της ιδανικά.