Ανάμεσα σε δύο Ελλάδες...

on .

Με αφορμή τη ΔΕΘ και την ομιλία του αρχηγού της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, μοιραία ήρθαν στο μυαλό μου οι εξαγγελίες και τα ψεύδη του Πρωθυπουργού από το ίδιο ακριβώς βήμα προ δύο ετών.  
Από τη μία ο κ. Τσίπρας σε μια επίδειξη, άνευ προηγουμένου, ακατάσχετης παροχολογίας και λαϊκισμού, έταξε σε όλους τα πάντα. Θα έσκιζε τα μνημόνια με ένα νόμο κι ένα άρθρο, για να φέρει ένα τρίτο και χειρότερο όλων. Θα έδινε πίσω τη 13η σύνταξη, και αντ’αυτού κατάργησε το ΕΚΑΣ και μείωσε τις εναπομείνασες 12 συντάξεις. Θα καταργούσε τον ΕΝΦΙΑ και αντ’αυτού τον αύξησε για τουλάχιστον 2,2 εκατομμύρια συμπολίτες μας. Και φυσικά δεν θα έδινε κανένα σπίτι σε χέρια τραπεζίτη, και αντί αυτού θα πωληθούν σωρηδόν στα ξένα funds, τους γύπες των αγορών κατά τον ίδιο. Έταξε συνολικά περί τα 12 δισ. παροχές, για να πάρει αντιθέτως μέτρα 9 δισ. Έκανε δηλαδή κυριολεκτικά το άσπρο-μαύρο!
Από την άλλη πλευρά ο κ. Κυριάκος Μητσοτάκης, ανέπτυξε με απόλυτη σαφήνεια, έναν οδικό χάρτη οριστικής εξόδου από την εποχή των Μνημονίων και της οικονομικής κρίσης. Παρουσίασε μια σειρά ενδεικτικών, συγκεκριμένων και πλήρως κοστολογημένων μέτρων συνολικού ύψους 1,9 δισ. και ανέλυσε επακριβώς τις απαιτούμενες περικοπές από το σκέλος των δημοσίων δαπανών, προκειμένου να μην υπάρξει αρνητική επίπτωση στο στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος. Με λίγα λόγια, για πρώτη φορά στα χρονικά της ΔΕΘ, αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, δεν έκανε ανέξοδες εξαγγελίες ή κατά τον κύριο Τσίπρα «τζάμπα μαγκιές», παρά με απόλυτη υπευθυνότητα και σοβαρότητα, πρότεινε συγκεκριμένες, ρεαλιστικές και άμεσα εφαρμόσιμες λύσεις, που αφορούσαν στη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων από το 29% στο 20% και φόρου μερισμάτων από 15% στο 5%, προκειμένου να ανακοπεί το κύμα λουκέτων και να γίνει η χώρα μας φιλική προς τις επενδύσεις. Πρότεινε επίσης, μείωση του ΦΠΑ στα αγροτικά τιμολόγια από το 24% στο 13% και κατάργηση του ΕΦΚ στο κρασί, ώστε να δοθεί μια πολύτιμη ανάσα στον πρωτογενή τομέα. Εξήγγειλε επίσης, μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30% εντός διετίας.
Πέραν όμως αυτών, ο κ. Μητσοτάκης μίλησε για την ανάγκη αλλαγής του συνολικού μείγματος πολιτικής. Στα πλαίσια μιας ειλικρινούς και ουσιαστικής διαπραγμάτευσης μεταξύ εταίρων, οι στόχοι του πλεονάσματος θα πρέπει να μειωθούν μετά το 2018 από το 3,5% στο 2%, καθώς εθνικός μας στόχος θα πρέπει να είναι μια οικονομική ανάπτυξη της τάξεως του 4% σε ετήσια βάση, αν θέλουμε να ανακτήσουμε το χαμένο έδαφος και να αφήσουμε πίσω μας οριστικά την κρίση. Το μείγμα αυτό αποτελείται από την εμπροσθοβαρή εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τη σημαντική μείωση και σταθεροποίηση της δυσβάστακτης φορολογίας, την εξάλειψη των γραφειοκρατικών βαρών και τη γενναία μείωση της δημόσιας σπατάλης. Δύο εντελώς διαφορετικές παρουσίες στη ΔΕΘ, από τη μια ο λαϊκισμός και οι μύθοι της Αριστεράς και από την άλλη ο ρεαλισμός και η υπευθυνότητα της Φιλελεύθερης Παράταξης.
Τα τελευταία χρόνια επικράτησε στη χώρα μας το παραμύθι, πως για όλα φταίει ο φιλελευθερισμός και η λιτότητα. Καλλιεργήθηκε πρωτίστως από την Αριστερά, αλλά βρήκε υποστήριξη σε αθεράπευτους κρατιστές όλων των αποχρώσεων. Τίποτε όμως δεν θα μπορούσε να απέχει περισσότερο από την αλήθεια. Παρότι ψέγουν τη λιτότητα για όλα τα δεινά, ξεχνούν πως η Ελλάδα ήταν μια χώρα με δίδυμα ελλείμματα σε όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης και μάλιστα διψήφια σε αρκετές περιπτώσεις [δημοσιονομικό (δημόσια έσοδα/έξοδα) και τρεχουσών συναλλαγών (εισαγωγές/εξαγωγές)].
Ξορκίζουν τις φιλελεύθερες πολιτικές σε μια χώρα, όπου το δημόσιο εκπροσωπεί το 55% του ΑΕΠ, που έφτασε από 250 χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους να έχει 1 εκατομμύριο μέσα σε λίγες δεκαετίες και που έρχεται 138η στο δείκτη οικονομικής ελευθερίας, κάτω από το Τατζικιστάν! Το άκρον άωτον δηλαδή.  Κοντολογίς, το μόνο που δεν έφταιξε σε τούτη τη δύσμοιρη χώρα είναι η λιτότητα και ο φιλελευθερισμός, αλλά η αλόγιστη κρατική σπατάλη και ο ασύδοτος κρατισμός, χαρακτηριστικά των σοσιαλιστικών καθεστώτων.
Η κυριότερη παθογένεια της πατρίδας μας ήταν και είναι στην πραγματικότητα, το υπέρογκο, αντιπαραγωγικό και σπάταλο κράτος και η νοοτροπία του άκρατου κρατισμού, που είναι εμπνευσμένη από την ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς, που την καλλιεργούσε σε όλη την μεταπολίτευση. Ένα κράτος που για να συντηρηθεί, απαιτεί υπέρογκους φόρους, φόρους που οδηγούν νομοτελειακά στην εξόντωση του ιδιωτικού τομέα και της οικονομίας συνολικά.
Τα αριστερά σοσιαλιστικά καθεστώτα, που «σέβονται τον εαυτό τους», δεν μένουν μόνο στον έλεγχο της οικονομίας δια του κρατισμού, αλλά επιδιώκουν πάντα και τη συγκέντρωση συνολικά όλων των εξουσιών, προκειμένου να επιτύχουν τον απόλυτο έλεγχο της οικονομίας και της κοινωνίας. Οδηγούνται δηλαδή πάντοτε σε απολυταρχικές μεθόδους στο δρόμο για το σοσιαλισμό ή αλλιώς το «Δρόμο προς τη Δουλεία», όπως μας περιγράφει ο Friedrich Hayek με χαρακτηριστική λεπτομέρεια στο ομώνυμο έργο του. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ, έχει δώσει ουκ ολίγα δείγματα τέτοιας γραφής στους 20 μήνες διακυβέρνησής της. Με συνεχείς αθέμιτες παρεμβάσεις στη δικαιοσύνη (Πολάκης, Παπαγγελόπουλος, υπόθεση Ντογιάκου κτλ), με τη διαρκή απόπειρα πλήρους ελέγχου της ενημέρωσης (διάλυση και παραγκωνισμός ΕΣΡ, κατάργηση διάκρισης εκτελεστικής και 4ης εξουσίας μέσω νόμου Παππά, διαγωνισμός για τις άδειες παρωδία, σκάνδαλο Καλογρίτσα κτλ), με τον έλεγχο του χρηματοπιστωτικού τομέα (εσπευσμένη στοχοποίηση της συζύγου του Διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος, σκάνδαλο Attica Bank). Παράλληλα, στον ζωτικό τομέα της Παιδείας πηγαίνουν συνειδητά τη χώρα δεκαετίες πίσω, οδηγώντας την Παιδεία σε πλήρη ισοπέδωση. Είναι πλέον ολοφάνερο πως βήμα - βήμα, πιστοί στο σοσιαλιστικό δόγμα τους, χτίζουν καθεστώς.
Αυτή λοιπόν είναι η Ελλάδα της Αριστεράς, του λαϊκισμού και του κρατισμού, μια χώρα που μοιραία οδηγείται σε οικονομική κατάρρευση και με ένα ολοένα και περισσότερο αυταρχικό κράτος.
Υπάρχει εναλλακτική ή μήπως είμαστε καταδικασμένοι οριστικά και αμετάκλητα; Η απάντηση βρίσκεται στην φιλελεύθερη πολιτική. Πρέπει επιτέλους να αντιληφθούμε ως κοινωνία, πως προκειμένου να βγούμε από την κρίση και να έρθει στην χώρα μας η ανάπτυξη και η ευημερία, είναι μονόδρομος η προώθηση της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και των επενδύσεων. Ο δρόμος αυτός περνάει από τη δραστική μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, ένα σταθερό φορολογικό πλαίσιο, την πολιτική σταθερότητα και την εξάλειψη της περιττής γραφειοκρατίας. Δεδομένης της αδυναμίας χρηματοδότησης της χώρας μας από τις αγορές, είναι ηλίου φαεινότερο, πως επιβάλλεται η όποια μείωση των φορολογικών εσόδων να συνοδεύεται και από αντίστοιχη μείωση των κρατικών δαπανών. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να προβούμε ως έθνος, σε μια ριζική αναδιάρθρωση του κράτους μας, μια διαδικασία που θα περιλαμβάνει: την πλήρη αξιολόγηση και κοστολόγηση των κρατικών φορέων, ώστε να δομήσουμε το κράτος, που πραγματικά χρειαζόμαστε χωρίς περιττές δομές. Την αδιάβλητη και αντικειμενική αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων με κίνητρα παραγωγικότητας και αυστηρές κυρώσεις για επίορκους και ασυνεπείς υπαλλήλους, με στόχο την εμπέδωση της αξιοκρατίας και την αύξηση της παραγωγικότητας. Και φυσικά την εφαρμογή ενός εκτεταμένου προγράμματος κινητικότητας, ώστε να καλυφθούν όλες οι πραγματικές ανάγκες και τα όποια κενά. Η χώρα μας χρειάζεται ένα σαφώς μικρότερο αλλά πιο λειτουργικό και παραγωγικό κράτος. Ένα κράτος, που θα αφήνει το επιχειρείν στον ιδιωτικό τομέα, αλλά θα διασφαλίζει μέσω ουσιαστικού και αυστηρού ελέγχου, τον υγιή ανταγωνισμό και άρα, το κοινωνικό συμφέρον. Ένα κράτος, που θα διαπνέεται από τις αρχές τις αξιοκρατίας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας και της αριστείας. Με ισχυρές και πραγματικά ανεξάρτητες αρχές και σαφή διάκριση των εξουσιών.
Αυτή λοιπόν είναι και η Ελλάδα που αξίζουμε, είναι η Ελλάδα, που θα προκύψει από τη Συμφωνία Αλήθειας, την οποία υπέγραψε ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τον ελληνικό λαό στη ΔΕΘ.
 
* Ο Κωνσταντίνος Δαρδαμάνης είναι Υπεύθυνος Τομέα Δράσης Οικονομίας ΝΟΔΕ Ν.Δ. Ιωαννίνων.