Το πρόβλημα του χρόνου και η υπέρβασή του...

on .

Χωρίς καλά-καλά να το καταλάβουμε το 2016 έγινε παρελθόν και ήδη μπήκαμε στο 2017. Αισθήματα μελαγχολίας και αισθήματα αισιοδοξίας συγχωνεύονται στις ψυχές μικρών και μεγάλων, αφού δεν γνωρίζουμε τι θα μας παρουσιάσει η καινούργια χρονιά.
Κάθε καινούργια χρονιά θέτει επί τάπητος το πρόβλημα του χρόνου, που είναι ένα από τα πλέον ακανθώδη προβλήματα της φιλοσοφίας και το οποίο απασχόλησε και απασχολεί τόσο τους παλαιοτέρους όσο και τους νεωτέρους διανοουμένους.
Η λέξη χρόνος παράγεται ετυμολογικά από τη λέξη κρόνος και αυτή με τη σειρά της από το ρήμα κραίνω, που σημαίνει εκπληρώνω ή ολοκληρώνω κάτι. Για τον Πλάτωνα είναι η κινούμενη εικόνα της αιωνιότητας. Ο Ηράκλειτος ορίζει τον χρόνο «ως πεδίον, εν ω τελείται η διαλεκτική της του παντός ροής». Ο Πυθαγόρας θεωρεί τον χρόνο ως «την σφαίραν του περιέχοντος». Εντελώς συμβατικά ορίζουμε τον χρόνο ως τη νοητή συγκεκριμενοποίηση της διάρκειας.
Συνήθως λέμε ότι ο χρόνος αποτελείται από τρεις διαστάσεις. Το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Ερχόμαστε από ένα παρελθόν που δεν υπάρχει πια. Πορευόμαστε σε κάποιο μέλλον, που δεν ήρθε ακόμη. Από το παρελθόν κρατάμε τις αναμνήσεις. Για το μέλλον τρέφουμε ελπίδες. Και το παρόν; Τι είναι το παρόν; Ένα σημείο χωρίς έκταση. Το σημείο εκείνο, όπου το μέλλον γίνεται παρελθόν. Είναι η θύρα, που ανοίγει και κλείνει αδιάκοπα και κάνει το μέλλον παρελθόν. Πολύ εύστοχα ο Μέγας Βασίλειος παρατηρεί: «Τοιούτος ο χρόνος, ου το μεν παρελθόν ηφανίσθη, το δε μέλλον ούτω πάρεστι, το δε παρόν πριν γνωσθήναι διαδιδράσκει την αίσθησιν» (Ε.Π.Ε. 4, 38).
Είναι αλήθεια ότι πολλές φορές μιλάμε για το χρόνο σαν να είναι μια πραγματικότητα ανεξάρτητη από μας. Δηλαδή αντικειμενικεύουμε το χρόνο και τον αποδεσμεύουμε από το εγώ μας. Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική και συγκλονιστική για τον άνθρωπο. Ο χρόνος «παρέρχεται», «ρει», «περνάει», συμπαρασέρνει τα πάντα και μας τοποθετεί μπροστά σε έντονα προβλήματα και αγωνίες. Και αυτές είναι η αγωνία της παροδικότητας και ο φόβος της στασιμότητας.
Βοήθεια στο συγκεκριμένο πρόβλημα υπόσχεται η φιλοσοφική μεταφυσική, που είναι μια προσπάθεια επεκτάσεως του χρόνου. Η προσπάθεια όμως εξόδου της μεταφυσικής μοιάζει με τα σχέδια που κάνει ο φυλακισμένος χωρίς κανένα μέσο, χωρίς καμία απολύτως δυνατότητα να φύγει από το σιδηρόφρακτο κελλί του.
Μέσα στον όλο συσκοτισμό της προβληματικής του θέματος μια μονάχα λύση υπάρχει. Λύση που εγκλείεται μέσα σε δύο λέξεις: «εν Χριστώ». Οι δύο αυτές λέξεις εκφράζουν μια μοναδική πραγματικότητα, αφού πηγάζει η ανωτέρα περί χρόνου αντίληψη. Έτσι ο χρόνος δεν εξαντλείται στις τρεις διαστάσεις, παρελθόν, παρόν και μέλλον, αφού προστίθεται και η Τετάρτη διάσταση, που είναι η αιωνιότητα. Η Εκκλησία ως σώμα Χριστού, που είναι «ο ων και ο ην και ο ερχόμενος», συνθέτει λειτουργικά όλες τις διαστάσεις του χρόνου και τις μεταβάλλει σε πλαίσιο φανερώσεως της θείας αιωνιότητας.
Μέσα στην Εκκλησία ο χρόνος παίρνει άλλες διαστάσεις. Με τα σωστικά μέσα που παρέχει η Εκκλησία είναι δυνατόν το χαμένο παρελθόν να ξανακερδηθεί, το επερχόμενο μέλλον να γίνει μία ευχάριστη προσμονή και το παρόν μία διαρκής καρποφορία με γεύση αιωνιότητας.
Με το μυστήριο της μετανοίας και εξομολογήσεως, που έχει προσθενεργό και αναδρομική ισχύ, η Εκκλησία προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα μεταμορφώσεως του χαμένου παρελθόντος και ενός ξεκινήματος για μια καινούργια ζωή. Και τούτο, γιατί η μετάνοια κατά τους Πατέρες της Εκκλησίας δεν είναι μια αποφασιστική στιγμή, αλλά μια αποφασιστική ζωή. Είναι μια μεταμορφωτική δύναμη καθάρσεως διανοίας, αισθημάτων και βουλήσεως.
Για το παρόν η Εκκλησία μιλάει με ξεχωριστή βαρύτητα και τονίζει την αποφασιστική του σημασία για την πνευματική ζωή και κυρίως για τη σωτηρία. Ο σοφός Περίανδρος τόνιζε: «Χρόνου φείδου δαπανώμενος γαρ εφ’ α μη δει, ολίγος εστιν εφ’ α δει». Δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να αφήνουμε αναξιοποίητο το παρόν, γιατί η ζωή είναι ένα χρέος, έστω και αν διαρκούσε μια στιγμή. Σε ορισμένο χρονικό διάστημα καλείται ο άνθρωπος να αποδώσει το maximum των δυνατοτήτων του. Ποτέ δεν πρέπει να επιτρέψουμε στους εχθρούς του παρόντος, που είναι η αναβλητικότητα, η οκνηρία, η αβελτηρία και η ακηδία να αλώσουν την οντότητά μας.
Των φωτεινών πνευμάτων και των μεγάλων ανδρών το μυστικό της μεγαλωσύνης τους ήταν η θετική αξιοποίηση του χρόνου. Ο Μέγας Βασίλειος έζησε μόνον 49 έτη, ο Πασκάλ 39, ο Κύριλλος, αδελφός του Μεθοδίου, μόνον 42 έτη, ο Θωμάς Ακινάτος 52 έτη και πολλών άλλων διασήμων ανδρών η ζωή ήταν βραχεία. Ο Μέγας Αλέξανδρος σε ηλικία 33 ετών ολοκλήρωσε την πολιτιστική του αποστολή. Κάποιος σύγχρονος φιλόσοφος έγραψε τα εξής χαρακτηριστικά για τη μεταφυσική αξία του παρόντος: «Συλλογίζομαι κάποτε την ευθύνη που έχω για το μέγα αγαθό του χρόνου, όταν οι «εκδημήσαντες» θα έδιδαν το παν, που είχαν στη γη, για μια στιγμή μονάχα, ή, όταν φαντάζομαι και τους καθημένους ακόμη και στα δεξιά του δικαιοκρίτη, πως θάθελαν πολύ λίγες στιγμές γηΐνου χρόνου, για να ωριμάσουν καλύτερα και νάναι καλύτερα στα υπέρχρονα δώματα! Λίγες στιγμές μονάχα, μα τόσο πολύτιμες».
Η θετική αξιοποίηση του παρόντος διατρέχει πολλούς κινδύνους, όπως ο υποσυνείδητος επηρεασμός μας από το παρελθόν, η αναβολή όλων των στόχων στο μέλλον, η έλλειψη ιδανικού που δίνει νόημα στη ζωή και η έλλειψη της συναισθήσεως της αξίας του χρόνου και της παροδικότητάς του.
Αν το παρελθόν μας ενδιαφέρει από την άποψη ότι μπορούμε να το ανακτήσουμε σε περίπτωση που έφυγε άδειο και αναξιοποίητο και αν το παρόν μας απασχόλησε ως ο κατ’ εξοχήν χώρος  που έχουμε στα χέρια μας για δράση, το μέλλον μας ενδιαφέρει ακόμη περισσότερο, γιατί σ’ αυτό περιμένουμε την εκδίπλωση όλης της προσωπικότητάς μας και την εξέλιξη της ζωής μας. Το μέλλον, αν και είναι άγνωστο, δεν αναμένεται από τον πιστό ως τελείως ξένο, αλλά ως συνέχιση και συμπλήρωση της εμπειρίας, που ζει ήδη μέσα στο παρόν.
Έτσι, η καλύτερη προετοιμασία για το μέλλον συνίσταται στη σωστή ζωή του παρόντος, στη ζωή της πίστεως, της ελπίδος και της αγάπης. Με την μετοχή του στη ζωή της Εκκλησίας ο πιστός ελευθερώνεται από τους περιορισμούς του χώρου και του χρόνου και προγεύεται την αιωνιότητα. Με αυτόν τον τρόπο ο χρόνος μέσα στην περιοχή της καινής κτίσεως μεταβάλλεται σε παράγοντα πνευματικής προκοπής και τελειώσεως.

ΜΙΧΑΗΛ ΤΡΙΤΟΣ