Δυστυχώς δεν είμαστε μόνοι!

on .

Τουρισμός σημαίνει προσφορά υπηρεσίας. Είναι από τους μεγαλύτερους και δυνατότερα αναπτυσσόμενους κλάδους και σύμβολο της παγκόσμιας οικονομικής δικτύωσης, πολύ πριν την καθιέρωση της προσφιλούς έννοιας της παγκοσμιοποίησης. Η Ευρώπη βρίσκεται διεθνώς και με μεγάλη απόσταση στην κορυφή του τουρισμού και τίποτα δεν προμηνύει ότι κάτι ξαφνικά θα μπορούσε να αλλάξει στο πέρασμα του χρόνου.
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν χάνει σιγά-σιγά μερίδιο της αγοράς της. Νέοι ελκυστικοί ταξιδιωτικοί στόχοι εκτός Ευρώπης, οδηγούν στην απώλεια μεριδίων της. Το 1995 το μερίδιο της Ευρώπης στην παγκόσμια τουριστική αγορά αποτελούσε το 60 % των αφίξεων με 310,8 εκ. αφίξεις  επί συνόλου 536 εκατομμυρίων. Για το 2020 το μερίδιό της στην αγορά υπολογίζεται να φτάσει στο 45 %.
Η Ήπειρος μια απομονωμένη και συγκριτικά μικρή έκταση στη βορειοδυτική Ελλάδα με πρωτεύουσα τα Γιάννενα, είναι προικισμένη με μια τεράστια τουριστική ποικιλία σε φυσιογεωλογικά και μικροκλιματικά αποθέματα, γλωσσικές διαλέκτους και πολιτισμούς, ιστορικές και παραδοσιακές διηγήσεις, θέατρα και αρχαιολογικά μνημεία σε βουνά, ποτάμια και λίμνες που ενώνουν την γέννηση με την αιωνιότητα και προσπαθούν να εξηγήσουν το μυστικό της ζωής.
Πίσω όμως από την παραπάνω θετική αλλά γενική περιγραφή γίνονται ορατές κάποιες τάσεις, τις οποίες οι υπεύθυνοι για τον τουρισμό του τόπου θα πρέπει να λάβουν σοβαρά υπ όψη τους και να αντιδράσουν, εάν θα θέλανε να αναπτυχθεί αλλά και να επιζήσει η Ήπειρος στον στρόβιλο του παγκόσμιου ανταγωνισμού.
Με την κατάργηση των συνόρων, την διεύρυνση της ευρωπαϊκής αγοράς και την παγκοσμιοποίηση προσφέρονται και στον τουρισμό της Ηπείρου νέες ευκαιρίες αλλά και νέες προκλήσεις. Η συσσωρρευμένη ζήτηση για ταξίδια των ανατολικών χωρών της Ευρώπης, της αραβικής χερσονήσου και των μακρυνών ασιατικών οικονομιών με το αναπτυσσόμενο βιοτικοκοινωνικό επίπεδο, προσφέρουν στις χώρες υποδοχής σημαντικές ευκαιρίες για ανάπτυξη. Από την άλλη πλευρά όμως χώρες ,όπως π.χ η Βουλγαρία, η Ρουμανία, η Τσεχία, η Σλοβακία , η Ουγγαρία, η Πολωνία, η Σλοβενία, αλλά και η Κροατία, η Αλβανία, το Μαυροβούνι και οι εξωτικές πόλεις και τα νησιά της Ανατολής, εξελίσσονται σε σοβαρούς ανταγωνιστές στην ταξιδιωτική αγορά. Η έλξη του νέου και άφθαρτου κάνει την νέα Ευρώπη και την Ανατολή ελκυστικό ταξιδιωτικό προορισμό, αλλά και σκληρό ανταγωνιστή.
 Ένα δεύτερο ανταγωνιστικό πλεονέκτημα των χωρών αυτών, οι χαμηλές τιμές των ξενοδοχειακών και γενικά των υπηρεσιών που σε συνδυασμό με τις νέες τάσεις της αγοράς για «επισκέψεις ιστορικών και πολιτιστικών κέντρων», τις φτηνές ιατρικές προσφορές , τις κοντινότερες χιλιομετρικές αποστάσεις με την βοήθεια και των «Low Cost Carrier» αλλά και τον διαφαινόμενο κορεσμό και την μειωμένη σημασία του παραδοσιακού τρόπου των διακοπών, εξελίσσονται σε πραγματικές προκλήσεις.
Οι ορίζοντες μεγαλώνουν, νέοι κόσμοι εμφανίζονται και είναι καιρός και η Ήπειρος και ιδιαίτερα τα Γιάννενα να ξεφύγουν από το αρρωστημένο και καταστροφικό για μια κοινωνία σφίξιμο του κορσέ της αρχομανίας και της προσωπικής επιβολής.
Η προσεκτική ανάλυση των αποθεμάτων της ορεινής και θαλάσσιας Ηπείρου και η σύμπλεξή τους με το είδος και την πορεία των εξελίξεων στην τουριστική αγορά, είναι η ανεπιτήδευτη υπόδειξη της φύσης για τον δρόμο που θα πρέπει να ακολουθήσουν τα Γιάννενα για την δημιουργία και την καθιέρωση ενός ευέλιγκτου αναπτυξιακού τουριστικού μοντέλου,  με πελατειακό προσανατολισμό που να βασίζεται σε ένα ανεξάρτητο Management και τις ικανότητες ενός εξειδικευμένου εσωτερικού και εξωτερικού Marketing.
«Στην Ήπειρο του μαρασμού, της ανεργίας και της υπανάπτυξης...» (Π.Λ.) επικρατεί δυστυχώς και στον νέο προγραμματισμό για το 2017 μοντελική σύγχιση. «Η νέα προσπάθεια προσέλκυσης τουριστών...» πρέπει να έχει ως αφετηρία την πορεία των εξελίξεων και την ισχυροποίηση της θέσης της περιοχής στις αγορές, με την δημιουργία ενός προφίλ μοναδικότητας.
Η ιδιαιτερότητα της μοναδικότητας ενός ποιοτικά δυνατού  προϊόντος, είναι το βιωματικό γεγονός που θα αυξήσει τις διανυκτερεύσεις και τις αγορές των τουριστών στην υπόλοιπη οικονομία και θα διαφοροποιήσει τον τουρισμό της Ηπείρου από τον ανταγωνισμό. Και είναι αυτό δείγμα της μακροβιότητας και της επιτυχίας ενός σωστού ηπειρωτικού μοντέλου, ικανού να επεκτείνει τον ξενοδοχιακό και γαστρονομικό τομέα και να επιρρεάσει έμμεσα την τοπική οικονομία και την απασχόληση. Η επιτυχία ενός τουριστικού συστήματος δεν πρέπει να μετριέται με την πληρότητα ή μή της υπάρχουσας ξενοδοχειακής χωρητικότητας και την κατά καιρούς περιοδική απασχόληση αλλά με την σταθερότητα της λειτουργίας του, την μονιμότητα της απασχόλησης και τις προοπτικές επέκτασης της τοπικής οικονομίας.
Η υποκειμενική εκτίμηση ενός προϊόντος η μίας πράξης αποκτά τότε μόνο αξία, όταν συνοδεύεται από την αντικειμενικότητα της αποδοχής του στην αγορά και μεταφράζεται σε θησαυρικό μέγεθος.
Ο θεσμός των εκθέσεων δεν παύει να είναι η σκεπή του τουριστικού οικοδομήματος, που ακολουθεί μετά την απόκτηση του προφίλ και την αποδοχή ενός τουριστικού προϊόντος από την αγορά, διότι αλλοιώς υπάρχει ο κίνδυνος μια εκθεσιακή προσπάθεια με δομικές και οργανωτικές αδυναμίες να πέσει στο κενό όσο καλά και αν είναι προετοιμασμένη.
Κι’ αυτό είναι ένα θέμα αρκετά σοβαρό που σχετίζεται με την θεραπεία της περιβαλλοντικά σοβαρής υδάτινης πληγής του τόπου και την ανεπάρκεια της αεροπορικής σύνδεσης της πόλης των Ιωαννίνων με το εξωτερικό, αλλά και με το εσωτερικό της χώρας.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΑΣΩΝΙΤΗΣ