Ένας ουσιαστικός διάλογος για το μάθημα των Θρησκευτικών!

on .

Με αφορμή το μάθημα των θρησκευτικών στα σχολεία, που πυροδότησε την ένταση στις σχέσεις «Εκκλησίας» και «Πολιτείας», όπως συγκεκριμενοποιήθηκε σε ορισμένα πρόσωπα εκατέρωθεν, θεωρήσαμε σκόπιμη τη δημοσιοποίηση κάποιων σκέψεών μας χάριν του αναμενόμενου, θέλουμε να πιστεύουμε, ουσιαστικού διαλόγου.
Είναι αλήθεια, νομίζουμε, ότι ολίγα ακραία περιστατικά αμαύρωσαν έν τινι μέτρω την καλή εικόνα, που έπρεπε να εμφανίζουν οι καθ' οιονδήποτε τρόπον διαλεγόμενοι ή και οι απλώς εκφραστές της γνώμης των. Έτσι:
Άλλο προβολή εκκλησιαστικών θέσεων και άλλο ύβρεις και κατάρες κατά των αμφισβητιών τους.
Άλλο έκφραση σκεπτικισμού, άρνησης ή και αθεΐας ακόμη, διακηρυγμένης ή πρακτικής, ως προσωπική επιλογή, και άλλο διάθεση επιβολής αυτών σε μία συλλογική οντότητα, όπως είναι η Πολιτεία, στο όνομα μάλιστα μίας «προοδευτικής ιδεολογίας». Εν προκειμένω η τελευταία εδράζεται βασικά σε έναν αμφιλεγόμενο στις μέρες μας ορθολογισμό. Η δυτικότροπη ratio, ως «ικανότητα του ορθώς διανοείσθαι» (facultas rationis), έχει υποστεί καθίζηση στη στάση αξιόλογων προσωπικοτήτων του Δυτικού αλλά και του δικού μας πολιτισμικού χώρου. Ο επαρχιωτισμός των επιχώριων υποστηρικτών του Διαφωτισμού, γνήσιου εκφραστή του ορθολογισμού, επιμένει σε μοντέλα νεωτερικά με τα όσα και όποια αδιέξοδα τον παρακολουθούν, κύριο μεταξύ των τελευταίων το μεταφυσικό κενό, έστω και αν θεωρήσουμε τη μεταφυσική ως «έξοδο από τον εκλογικευμένο λόγο», όπως σημειώνει ο Χάιντεγκερ. Ο θάνατος της πίστης -ως εμπιστοσύνης στην αξιοπιστία των μαρτύρων και όχι ως ιδεολογίας- επέφερε περισσότερα προβλήματα από όσα ο Διαφωτισμός διακήρυσσε ότι θα λύσει.
Στην κρίση της νεωτερικότητας δεν μπορεί να αναφερθεί ένα άρθρο, όπως το παρόν. Η δική μας πολιτιστική παράδοση στη διαχρονία της καιρός είναι να καταλάβει σοβαρότερη θέση στα ενδιαφέροντα όλων μας και ιδίως των όποιων ηγετών αυτού του τόπου. Αξίζει τον κόπο και οι δύο πλευρές να ξεπεράσουν τις όποιες αδυναμίες συνάντησης στη βάση αναζήτησης μίας κοινής γλώσσας. Η τελευταία υπό προϋποθέσεις κρύβει εκπλήξεις. Πόσοι από τους όποιους άρχοντες π.χ. υποψιάζονται ότι Εκκλησία και θρησκεία είναι έννοιες αντιθετικές και ότι η Εκκλησία δικαιώνει ακόμη και τη θέση του Μαρξ ότι: «Η θρησκεία είναι όπιο του λαού», αφού ο ατομοκεντρισμός της τελευταίας την χαρακτηρίζει; Μήπως «έχουμε σκοτώσει τις λέξεις, αδελφοί»;
Για τη δημιουργία ενός ευκταίου καθ' ημάς κλίματος καταλλαγής, ας μη ξεχνάμε:
α) Ούτε οι πιστοί είναι προστάτες του Θεού (salvatores Dei) -λες και ο Θεός έχει ανάγκη της δικής μας βοηθείας- ούτε και οι πολιτικοί άρχοντες σωτήρες του τόπου.
β) Τον τρόπο δράσης και συμπεριφοράς των πατέρων της Εκκλησίας, που αντιμετώπιζαν ισχυρούς, κοσμικά, ιδεολογικούς και πολλάκις και πολιτικούς αντιπάλους. Τους αντιμετώπιζαν με επιχειρήματα, που ταίριαζαν σε κάθε μια περίπτωση, με μία επιχειρηματολογία ομόλογη του αντιπάλου χωρίς λοιδορίες και ύβρεις.
γ) Αντιδράσεις βασισμένες σε ένα εκρηκτικό θυμικό δεν οδηγούν σε θετικά αποτελέσματα.
δ) Μήπως «δι' ημάς βλασφημείται το όνομα του Θεού εν τοις έθνεσιν»;
ε) Μήπως στον εκτός της Εκκλησίας χώρο υπάρχουν «δυνάμει πιστοί» και αντιθέτως στον εντός της Εκκλησίας «δυνάμει άπιστοι»;
στ) Μήπως οι έννοιες της «κανονικότητας» και της «νομιμότητας» πρέπει να επαναπροσδιορισθούν;
Ας αναλογισθούμε ο καθένας μας τις ευθύνες του. «Οι καιροί ου μενετοί».