Οι μετανάστες και όσα δε λέει η Κυβέρνηση!

on .

Επειδή στον σημερινό κόσμο οι ειδήσεις διαδίδονται αστραπιαία από την μιαν άκρη στην άλλη μέσῳ διαδικτύου, είναι επόμενο ότι η πολιτική ανοικτών συνόρων του ΣΥΡΙΖΑ και το άνοιγμα των κέντρων κράτησης των λαθρομεταναστών θα ωθούσε τους διακινητές - «δουλέμπορους» να εκμεταλλευτούν αυτό το γεγονός, για να προωθήσουν δεκάδες χιλιάδες μετανάστες στη χώρα μας και μέσῳ αυτής στις υπόλοιπες Ευρωπαϊκές χώρες. Η άκριτη δε και μονομερής απόφαση της Γερμανίας να ανοίξει τις πύλες της σε εκατοντάδες χιλιάδες είχε δημιουργήσει το πρόβλημα που ταλαιπώρησε και τους ίδιους τους μετανάστες και τη χώρα μας και συνάμα έδωσε στην Τουρκία ένα ισχυρό διαπραγματευτικό χαρτί, δηλαδή να απειλεί με ανεξέλεγκτη εισροή εκατομμυρίων στη χώρα μας και στην Ευρώπη. Και όταν ο διάδρομος προς τη Γερμανία και την υπόλοιπη Ευρώπη έκλεισε, εγκλωβίστηκαν στην πατρίδα μας δεκάδες χιλιάδες με τις γνωστές σε όλους μας συνέπειες.
Μέσα σε όλους αυτούς είναι βέβαιο ότι εισήλθαν, μεταμφιεσμένοι ως μετανάστες ή πρόσφυγες, και εξτρεμιστές, οι οποίοι είναι αποφασισμένοι, όποτε τους δοθεί εντολή, να αιματοκυλίσουν και να σπείρουν τον φόβο σε όλη την Ευρώπη. Δυστυχώς, και σε αυτόν τον τομέα η Κυβέρνηση στηρίζει την πολιτική της στο ψέμα. Όπως, όμως, ξέρουμε όλοι, ο χρόνος δεν λαμβάνει υπόψη τις πολιτικές σκοπιμότητες, αλλά αδυσώπητα και ανελέητα αποκαλύπτει κάποια στιγμή την αλήθεια.
Πιο συγκεκριμένα. Τι λέει η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στις τοπικές κοινωνίες, όπου εγκατέστησε μετανάστες και πρόσφυγες; Ότι δήθεν αυτοί θα παραμείνουν για ένα απροσδιόριστο χρονικό διάστημα στη χώρα μας και ότι μετά, με κάποιον θαυματουργικό τρόπο, θα φύγουν. Εντωμεταξύ, λαμβάνεται πρόνοια, και αρκετά συχνά επιβάλλεται στις ντόπιες κοινωνίες, τα χιλιάδες παιδιά των προσφύγων και των μεταναστών να φοιτήσουν σε δημόσια σχολεία. Και βέβαια δεν θα είχε κάποιος αντίρρηση να γίνει αυτό, αν οργανώνονταν ειδικά γι’ αυτούς σχολεία στα κέντρα όπου είναι εγκατεστημένοι οι γονείς τους. Εξ άλλου, όπως ακούμε, έχουν δοθεί εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ στην Ελληνική Κυβέρνηση και στις λεγόμενες ΜΚΟ για την προσωρινή σε ανθρώπινες συνθήκες εγκατάσταση των προσφύγων και μεταναστών. Η μετάδοση της ελληνικής παιδείας θα ήταν γι’ αυτούς μάννα εξ ουρανού.
Αυτό που η Κυβέρνηση αποκρύπτει από τις ντόπιες κοινωνίες και τους πολίτες είναι ότι, μετά την ολοκλήρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσής τους, όλοι αυτοί αποκτούν, βάσει νόμου που ψήφισε η Βουλή κατά τη διακυβέρνηση της χώρας από τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, πριν από μερικά χρόνια, την Ελληνική ιθαγένεια. Πράγμα που σημαίνει ότι μπορούν και οι γονείς και οι στενοί συγγενείς τους να κάνουν το ίδιο. Αυτό σημαίνει δικαίωμα μόνιμης παραμονής στη χώρα μας όλων αυτών των χιλιάδων με τον προφανή κίνδυνο δημογραφικής αλλοίωσης του πληθυσμού και τη δημιουργία οξύτατων κοινωνικών προβλημάτων, ιδιαίτερα σήμερα που η πατρίδα μας βρίσκεται σε δεινή οικονομική, και όχι μόνον, κρίση.
Η άκριτη Ελληνοποίηση, όπως δείχνουν και τα πρόσφατα παραδείγματα με Αλβανικής καταγωγής νεοσυλλέκτους εθνικιστές, είναι δυνατόν να προκαλέσει, σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, σοβαρώτατα προβλήματα στην ασφάλεια και την εθνική ακεραιότητα της χώρας μας.
Φαίνεται ότι η Κυβέρνηση είτε δεν αντιλαμβάνεται τους κινδύνους αυτούς ή τους υποτιμά ή σκόπιμα τους συγκαλύπτει. Τα μηνύματα που εκπέμπει σε πολλές χώρες, κυρίως της Ανατολικής Μεσογείου και της Βόρειας Αφρικής, ότι όλοι αυτοί είναι καλοδεχούμενοι, είναι πολύ πιθανόν ότι θα προσελκύσουν ακόμη περισσότερους. Σύμφωνα με πληροφορίες, φτάνουν στην πατρίδα μας οικονομικοί μετανάστες ακόμα και  από την Λατινική Αμερική!
Ένα ακόμα «προσκλητήριο» για να έρθουν και άλλοι «πρόσφυγες» είναι η προκλητική απόφαση της Κυβέρνησης να δίνει 400 ευρώ μηνιαίως σε αυτούς που εγκατέστησε εδώ για τα έξοδά τους! Δηλαδή, επιπλέον του γεγονότος ότι σε όσους εγκαθίστανται δωρεάν σε ξενοδοχεία ή άλλους χώρους, τους παρέχονται όλα δωρεάν (φαγητό, θέρμανση κ.ά.), επιχορηγούνται με 400 ευρώ, ένα ποσόν καθόλου ευκαταφρόνητο, χωρίς να προσφέρουν οποιαδήποτε κοινωνική υπηρεσία.
Αυτό είναι ένα χρυσό δέλεαρ για πολλούς να προσπαθήσουν να έρθουν στην πατρίδα μας. Όταν στις χώρες τους είναι άνεργοι ή ο καλύτερος μισθός είναι ένα ευρώ την ημέρα ή έστω και λίγο μεγαλύτερος, γιατί να μην προτιμήσουν να έρθουν εδώ ως «πρόσφυγες»;
Πόσες χιλιάδες Έλληνες, οι οποίοι με τις καταστροφικές πολιτικές που ακολούθησαν οι προηγούμενες και η τωρινή Ελληνική κυβέρνηση έχουν εξαθλιωθεί, δεν θα εύχονταν να έχουν δωρεάν στέγαση, φαγητό και 400 ευρώ στην τσέπη κάθε μήνα, χωρίς μάλιστα να δουλεύουν; Και πόσοι Έλληνες νέοι είναι άνεργοι και πόσοι από όσους εργάζονται αμείβονται με 400 ευρώ τον μήνα;
Για όλους αυτούς ποιος νοιάζεται; Για τις χιλιάδες Έλληνες άστεγους στα αστικά κέντρα, για τις χιλιάδες προσοντούχους νέους μας που εγκαταλείπουν την πατρίδα μας για αναζήτηση ενός καλύτερου μέλλοντος στις χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής; Για τα εκατομμύρια των Ελλήνων που βλέπουν τους μισθούς και τις συντάξεις τους ολοένα και περισσότερο να περικόπτονται και τη ζωή τους να γίνεται πιο δύσκολη, μέσα σε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας και ακρίβειας;
Όλες αυτές οι σκέψεις δεν έχουν το νόημα ότι δεν θα πρέπει να φερθούμε με ανθρωπισμό στους κατατρεγμένους. Ακριβώς το αντίθετο. Σε τίποτα δεν μας φταίνε τα αθώα παιδάκια και οι γυναίκες που από τη μια στιγμή στην άλλη έχασαν τα πάντα και αναγκάστηκαν να αφήσουν τα σπίτια τους για ξένους και συνήθως αφιλόξενους τόπους. Ο πολιτισμός μας απαιτεί να τους παράσχουμε τα μέσα να επιβιώσουν, μέχρι να μπορέσουν κάποια στιγμή να επιστρέψουν στις χώρες τους. Και δεν νομίζουμε ότι διαφωνεί κανείς με το να δώσουμε στα παιδιά τους την ευκαιρία να γνωρίσουν τον Ελληνικό πολιτισμό και τη γλώσσα μας. Άλλο, όμως, αυτό και άλλο να τους παρέχεται αυτοδίκαια η Ελληνική ιθαγένεια. Δεν θα πρέπει να δίνουμε την εντύπωση ότι η Ελλάδα είναι ένας από τους καλύτερους προορισμούς γι’ αυτούς και έτσι να δημιουργούμε ακόμα μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά που υπάρχουν στην πατρίδα μας, τόσο δημογραφικού όσο και εθνικού χαρακτήρα.
Το ότι πολλοί επιβουλεύονται την εθνική κυριαρχία και ακεραιότητα της πατρίδας μας το βλέπουμε όλοι και μάλιστα με ολοένα και μεγαλύτερη ένταση και θρασύτητα. Αν δεν είμαστε προνοητικοί και σώφρονες, θα το πληρώσουμε πολύ ακριβά, και τότε θα είναι ανώφελο το «στερνή μου γνώση να σε είχα πρώτα». Θα μας καταριούνται οι επόμενες γενιές, επειδή θα τους παραδώσουμε μια πατρίδα «ελάττω».