21η Φεβρουαρίου: Ιστορική μνήμη αλλά και αυτοκριτική…

on .

Η 21 Φεβρουαρίου 1913 αποτελεί ορόσημο όχι μόνο για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων από τον Τουρκικό ζυγό αλλά και για τη νεότερη εθνική μας ιστορία. Η πόλη των γραμμάτων και των τεχνών, του εμπορίου και των μεγάλων δασκάλων του Γένους, «η Αθήνα» του υπόδουλου Ελληνισμού, που διατήρησε άσβηστη τη φλόγα της Ελληνικής Παιδείας σε χαλεπούς καιρούς, ύστερα από πέντε αιώνες σκληρής σκλαβιάς, ανέπνεε τον αέρα της λευτεριάς.
Ευλογημένη μέρα. Χαρμόσυνα ηχούσαν οι καμπάνες. Η πόλη πνιγμένη από τις γαλανόλευκες σημαίες, με φρενήρη ενθουσιασμό και δάκρυα χαράς, υποδεχόταν τους ηρωικούς μαχητές του Μπιζανίου, της Μανωλιάσας, του Αυγού, της Αετοράχης, της Καστρίτσας και του Δρίσκου, οι οποίοι μετά από σκληρές μάχες με τον εχθρό και αντίξοες καιρικές συνθήκες, έφεραν σε αίσιο πέρας την αποστολή τους.
Τιμή και δόξα σε όλους αυτούς αλλά πολύ περισσότερο στους αθάνατους νεκρούς, που δεν μπόρεσαν ν’ απολαύσουν, όπως οι επιζώντες τους καρπούς των αγώνων τους. Αγωνίστηκαν για ιδανικά και διαχρονικές αξίες, για μια πατρίδα ελεύθερη, ισχυρή, απαλλαγμένη από ξένα αφεντικά, κυρία του οίκου της δημοκρατική, με ισονομία, ισοπολιτεία και κοινωνική δικαιοσύνη, για όλα τα παιδιά της, για μια πατρίδα που θα ενώνει και δε θα διχάζει, με όραμα, προοπτική κι ελπίδα, για ένα καλύτερο μέλλον.
Μια πατρίδα, με ηγέτες σοβαρούς, υπεύθυνους, διορατικούς και προνοητικούς, οι οποίοι, έχοντας ως πυξίδα τα συμφέροντά της, θα την οδηγούσαν στην Ιθάκη των ονείρων της χωρίς θύελλες και τρικυμίες.
Ταυτόχρονα όμως η ημέρα αυτή είναι και μέρα προβληματισμού κι εθνικής περισυλλογής, για το τι είχαμε και το χάσαμε πέφτοντας σε βάραθρο βαθύ και ζυγό αιώνων.
Την απάντηση δίνει εύστοχα στους μεστούς σε περιεχόμενο στίχους του ο εθνικός μας ποιητής Κ. Παλαμάς, ο οποίος γράφει χαρακτηριστικά: «Ήταν οι καιροί που η Πόλη, πόρνη σε μετάνοιες ξενυχτούσε και τα χέρια της δεμένα τα κρατούσε και καρτέρεγε ένα μακελάρη, και ξολοθρεμός ο μακελάρης Ρούσοι, Νορμανδοί, Βουλγάροι, Καταλάνοι κι ο Χριστιανομάχος ο Σαρακινός», φθείρουν τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Παράλληλα οι συνεχείς στάσεις, οι αιρέσεις, οι επαναστάσεις, ο παπισμός, συμπληρώνουν το σκηνικό της καταστροφής. Μια χιλιόχρονη πορεία είχε δραματικό τέλος.
Και πάλι ο εθνικός μας ποιητής, με πόνο ψυχής θα αναφερθεί, με το δικό του τρόπο στο χαμό της βασιλεύουσας και στη διάλυση της Αυτοκρατορίας: «Έρμη, σκλάβα πικρή Ρωμιοσύνη, τι αμαρτίες πληρώνεις. Στα χρυσά ρηγικά σου παλάτια γνέθει η αράχνη και μείρεται ο γκιώνης και στα χέρια του αντίχριστου, κοίτα, του χαμού τη σαΐτα».
Και όλα αυτά συνέβησαν, γιατί οι ηγέτες αυτής δεν αφουγκράστηκαν τα μηνύματα από το ιστορικό παρελθόν της τρισχιλιετούς εθνικής μας πορείας.
«Αρχή άνδρα δείκνυσι» έλεγαν οι σοφοί μας. Πόσο δίκιο είχαν! Δυστυχώς όλοι σχεδόν αποδείχτηκαν ανίκανοι, κοντόφθαλμοι, φίλαρχοι και μη διορατικοί για να προλάβουν γεγονότα και δραματικές εθνικές περιπέτειες. Και αυτό ο λαός μας το πλήρωσε πολύ ακριβά.
Όπως και στην Επανάσταση του 1821, ποτέ δε θα φτάναμε στο Ναυαρίνο, αν ομονοούσαν οι πρόγονοί μας και δεν άρχιζαν τις εμφύλιες διαμάχες μεταξύ τους, στην κρισιμότερη καμπή του Αγώνα.
Τα ίδια λάθη συνεχίστηκαν και μετά την απελευθέρωση, με τη δολοφονία του σοφού ηγέτη Καποδίστρια, μέχρι τον πόλεμο του 1897. Με μια μόνον αναλαμπή. Με την εμφάνιση, στις αρχές του 20ου αιώνα του οξυδερκούς πολιτικού Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος, χάρη στα μεγάλα πολιτικά του προσόντα, από τη Λαμία, που ήταν τα σύνορα της χώρας, την έκανε Κράτος των πέντε θαλασσών και των τριών Ηπείρων, για να οδηγηθεί σύντομα από την κυβέρνηση Γούναρη στη μικρασιατική τραγωδία και την εθνική συρρίκνωση με τη Συνθήκη της Λωζάνης.
Και πάλι ο λαός μας παρά τα δεινά έδειξε ψυχικό σθένος, γενναιότητα και τόλμη και δημιούργησε το έπος του 1940, για να οδηγηθεί από τους ηγέτες του, μετά την απελευθέρωση από τους Ναζί, σ’ έναν εξοντωτικό αδερφοκτόνο πόλεμο, όπως πολύ παραστατικά και δραματικά, με πόνο ψυχής, περιγράφει ο μεγάλος εθνικός συγγραφέας Νίκος Καζαντζάκης στο βιβλίο του «Αδερφοφάδες», που είχε ως αποτέλεσμα το θάνατο 20 χιλ. περίπου νεαρών παιδιών και από τις δυο αντίπαλες παρατάξεις, παιδιών της μάνας Ελλάδας, διότι οι ηγέτες και από τις δύο πλευρές, φάνηκαν κατώτεροι των περιστάσεων, φανατικοί δέσμιοι των νοσηρών πολιτικών πεποιθήσεών τους, τυφλωμένοι από το πάθος, την αρχομανία και την έλλειψη διορατικότητας.
Έτσι φτάνουμε στην περίοδο των άφρονων δικτατόρων, που με τις πράξεις και τα έργα τους, παρέδωσαν το 40% της Κύπρου μας στον Αττίλα.
Δεν κατάλαβαν, οι πλείστοι των ηγετών μας, ότι τα συνθήματα κατά της ξενοκρατίας, ξενοφοβίας, ρατσισμού και οι ιδεολογικοί φανατισμοί δεν έχουν νόημα και ουσία, γιατί οι καιροί έχουν αλλάξει και ότι εξυπηρετούν μόνον οργανωμένα συμφέροντα των ισχυρών, οι οποίοι με τις συνεχείς και προκλητικές επεμβάσεις στα εσωτερικά άλλων χωρών, μόνον αυτούς εξυπηρετούν και όλοι οι μικροί και αδύναμοι λαοί να μην μπορούν να ζήσουν ειρηνικά, χωρίς μίση, αντιπαραθέσεις, αλληλοσεβασμό και αλληλεγγύη μεταξύ τους; Φτάνει πια, ως πότε θα συνεχιστούν αυτά τα αισχρά παιγνίδια, που έχουν προσδέσει στο άρμα των κομπάρσων όλο τον πλανήτη…

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΕΥΑΓ. ΤΣΙΛΗΣ