Ο «Κανόνας» στην Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου...

on .

-  Γράφει η ΝΑΤΑΛΙΑ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑ-ΜΠΕΝΕΚΟΥ, φιλόλογος

 Διανύουμε κι εφέτος, συν Θεῲ, την περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής κατά την οποία, όπως όλοι γνωρίζουμε, τις πέντε πρώτες Παρασκευές στο απόδειπνο ψάλλεται στους ναούς μας ο Ακάθιστος Ύμνος, οι κατανυκτικοί Χαιρετισμοί (τμηματικά – κατά στάσεις τις τέσσερις Παρασκευές και ολόκληρος ο Ύμνος την πέμπτη Παρασκευή).
Πριν από αρκετά χρόνια είχα επιχειρήσει με πολύ -ομολογώ- δισταγμό να αποδώσω στη νεοελληνική μας γλώσσα το μεγαλόπνοο αυτό εκκλησιαστικό ποίημα που υπάγεται στην κατηγορία των ύμνων ή κοντακίων και αναφέρεται στα μεγάλα θεϊκά γεγονότα του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου και της ενανθρωπήσεως του Χριστού, που, ομολογουμένως, σημάδεψαν την ιστορία ολόκληρης της ανθρωπότητας. Η μετάφραση αυτή είχε δημοσιευτεί στη φιλόξενη εφημερίδα «Πρωινός Λόγος» (Μάρτιος 2000).
Στα λίγα κατατοπιστικά που είχαμε γράψει τότε, είχαμε αναφερθεί και στην ιστορική σχέση του Ακαθίστου Ύμνου με τη Βυζαντινή αυτοκρατορία υπενθυμίζοντας ότι το 626 μ.Χ. (επί αυτοκράτορος Ηρακλείου) οι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης απέδωσαν τη δύσκολη νίκη τους κατά των Αβάρων και Περσών, που είχαν πολιορκήσει στενά τη Βασιλεύουσα, στη Θεοτόκο, την «Υπέρμαχο στρατηγό». Για να την ευχαριστήσουν, σύμφωνα με την παράδοση και τον συναξαριστή του Ακάθιστου Ύμνου, έψαλαν όρθιοι για πρώτη φορά σε παννυχίδα (ορθοστάδην έμελψαν) και τους 24 οίκους-στροφές του Ύμνου στην εκκλησία της Παναγίας των Βλαχερνών (εξ ου και η ονομασία Ακάθιστος Ύμνος).
Η ονομασία Χαιρετισμοί οφείλεται στα αλλεπάλληλα εγκωμιαστικά «Χαίρε», τα οποία απευθύνονται στη Θεομήτορα.
Με την πάροδο των ετών προστέθηκαν στον Ακάθιστο Ύμνο-χαιρετισμούς και άλλα τροπάρια, ψαλμοί και ευχές και έτσι προέκυψε η «Ακάθιστος ακολουθία», όπως τη γνωρίζουμε. Μεταξύ των συμπληρωματικών αυτών κειμένων εξέχουσα θέση κατέχει ο Κανόνας, με τον οποίο σήμερα θα ασχοληθούμε.
Κανόνας γενικά στην εκκλησιαστική υμνολογία ονομάζεται αριθμός τροπαρίων που έχουν συνταχθεί σύμφωνα με ορισμένο κανονισμό (γι’ αυτό και το όνομα). Το κανονικό αυτό σύστημα ήχων, που προήγαγε την ασματική ακολουθία, το βλέπουμε να εισάγεται στην υμνολογία από την εποχή του Ιωάννη Δαμασκηνού (έδρασε τον 8ο αιώνα) αντικαθιστώντας τα σποραδικά τροπάρια που συνηθίζονταν στους πρώτους χριστιανικούς αιώνες.
Ο Κανόνας αποτελείται από εννέα συνήθως τμήματα, τις λεγόμενες ωδές. Κάθε ωδή έχει αριθμό τροπαρίων που ποικίλλει από 3 έως και 6 με αποτέλεσμα ολόκληρος ο Κανόνας να έχει από 27 έως και 54 τροπάρια. Τα τροπάρια αυτά προσαρμόζονται ρυθμικά προς 8 ή 9 πρότυπα τροπάρια, τους λεγόμενους ειρμούς, οι οποίοι προηγούνται των κύριων τροπαρίων της κάθε ωδής. Οι Κανόνες συντάχθηκαν από τους υμνογράφους για να ψάλλονται στις διάφορες γιορτές και επομένως ανάλογο είναι και το περιεχόμενό τους.  
Ο Κανόνας του Ακαθίστου Ύμνου (ἀνοίξω τό στόμα μου καί πληρωθήσεται πνεύματος…) είναι από τα λυρικότερα κομμάτια της εκκλησιαστικής υμνολογίας. Στις 8 ωδές του (η δεύτερη παραλείπεται στην Ακολουθία) περιλαμβάνει 45 συνολικά τροπάρια (5 ή 6 ανά ωδή) συμπεριλαμβανομένων και των ειρμών προς την ψαλμωδία των οποίων προσαρμόζονται τα 37 κύρια τροπάρια. Και ενώ ο ποιητής του Ακαθίστου Ύμνου παραμένει ακόμα άγνωστος (αναφέρονται από τους ειδικούς αρκετά ονόματα μεταξύ των οποίων του Πατριάρχη Σεργίου, του Γ. Πισίδη, του Ρωμανού του μελωδού κλπ χωρίς να έχουν καταλήξει οριστικά), ο ποιητής του Κανόνα μάς αποκαλύπτει το όνομά του σε ακροστιχίδα που απλώνεται σε όλα τα τροπάρια με εξαίρεση τους 8 ειρμούς που δεν είναι δικοί του, αλλά τους δανείστηκε από τον μοναχό Ιωάννη Δαμασκηνό. Ο υμνογράφος δηλαδή, με βάση το πρώτο γράμμα κάθε τροπαρίου, συνθέτει, αναφερόμενος στην Παναγία, την έμμετρη σε ιαμβικό ρυθμό φράση «Χαρᾱς Δοχεῑον σοί πρέπει χαίρειν μόνη» (σ’εσένα μόνον που είσαι δοχείο της χαράς αρμόζει ο χαιρετισμός), την οποία επεκτείνει με το όνομά του: Ιωσήφ.
Πρόκειται για τον γνωστό υμνογράφο Ιωσήφ, τον επονομαζόμενο Ξένο και Σικελιώτη (γεννήθηκε στη Σικελία) που έζησε τον 9ο αιώνα. Στην Κωνσταντινούπολη, όπου πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του, ήταν σκευοφύλακας του ναού της Αγίας Σοφίας και είχε την ιδιαίτερη εκτίμηση του Πατριάρχη Φωτίου. Ασχολήθηκε αποκλειστικά με την εκκλησιαστική ποίηση συγγράφοντας πολλούς ύμνους και κανόνες. Τον συγκεκριμένο κανόνα του Ακαθίστου Ύμνου τον έγραψε κατά πάσαν πιθανότητα εμπνευσμένος από το μεγαλειώδες αυτό ποίημα, που υπήρξε προγενέστερο, για να αποτελέσει την ασματική του ακολουθία.
Αποτελεί από την αρχή ως το τέλος του ένα εγκώμιο προς τη Θεοτόκο για τον ρόλο της στη σωτηρία του ανθρώπινου γένους και ο ποιητής δεν είναι καθόλου φειδωλός στα «χαίρε» που της απευθύνει και στους χαρακτηρισμούς που της αποδίδει, πολλοί από τους οποίους είναι πολύ κοντά σ’ εκείνους του Ακαθίστου Ύμνου. Ο εγκωμιαστικός τόνος είναι εμφανής και στην ακροστιχίδα (την αλφαβητική) όπου η Παναγία αποκαλείται «δοχείον της χαράς». Παρ’όλο όμως ότι ο Κανόνας του Ιωσήφ δέχεται την επίδραση του Ακαθίστου Ύμνου, δεν μειώνεται καθόλου η λογοτεχνική του αξία. Όπως χαρακτηριστικά λέει ο καθηγητής Ν. Τωμαδάκης, ο ποιητής διασκευάζει δημιουργικά και συνδυάζοντας αρμονικά λόγο και μελωδία δημιουργεί χαρά, θρησκευτική έξαρση και ιερό ενθουσιασμό. Επισημαίνει επίσης ότι ο πλούτος των προσδιορισμών (είτε με ουσιαστικά είτε με επίθετα), που λαμβανόμενοι τόσο από τον φυσικό, όσο και τον νοητό κόσμο αποδίδονται ευθέως ή συμβολικά στην Παναγία, δείχνει την απέραντη προσδιοριστική δύναμη του ποιητή και όταν ακόμη τους σταχυολογεί από την προηγούμενη πατερική ή υμνογραφική λογοτεχνία. Έτσι η Παναγία είναι «Θεόνυμφος, Πανάμωμος, γης το θεμέλιον, πύλη, είσοδος των αγγέλων χαρμονή, τράπεζα, πηγή ακένωτος, αγνείας θησαύρισμα, περιστερά» κλπ. (Ν.Τωμαδάκη: «Ακάθιστος Ύμνος, Κανών-Ακολουθία, Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαίδεια, Αθήνα 1962»).
Επίσης ο Αρχιμανδρίτης Ναυκράτιος Τσουλκανάκης στο βιβλίο του «Ο Ακάθιστος Ύμνος και οι Χαιρετισμοί της Θεοτόκου» παρατηρεί: «Ο κανόνας του Ιωσήφ είναι ένα ποίημα μεγάλης πνοής, αντάξιο να συνοδεύσει τους οίκους του Ακαθίστου. Ο ποιητής του φαίνεται πως μελέτησε πολύ καλά τον Ύμνο αυτό και γι’ αυτό στις ωδές του Κανόνα φαίνεται να τον μεταφράζει νοηματικά και να τον ερμηνεύει ποιητικά».
Γενικά, θα μπορούσαμε να πούμε, Ακάθιστος Ύμνος και Κανόνας μέσα στην Ακάθιστο Ακολουθία συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον και παρακολουθούνται από τους πιστούς, στο ιδιαίτερο κλίμα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, με την ίδια ευλάβεια και κατάνυξη.
Ενδεικτικά αποδίδουμε στη Νεοελληνική μας γλώσσα ορισμένα αντιπροσωπευτικά τροπάρια του Κανόνα ελπίζοντας ότι συμβάλλουμε στην κατανόηση από τον αναγνώστη του λυρικότατου αυτού εκκλησιαστικού κειμένου.

Ωδή πρώτη –τροπάριο τέταρτο
Χαίρε, θησαυρέ της αγνότητας, που με τη χάρη σου σηκωθήκαμε εμείς οι πεσμένοι (στην αμαρτία)· χαίρε, Δέσποινα, μυρωμένο κρίνο που ευωδιάζεις τους πιστούς· εύοσμο θυμίαμα, πολύτιμο μύρο.
Με τα ουσιαστικά και τα επίθετα που στο παραπάνω τροπάριο καθώς και στο προηγούμενο αποδίδονται από τον υμνογράφο ως χαρακτηρισμοί της Παναγίας (μῆλον τό εὒοσμον, ἡδύπνοον κρίνον, θυμίαμα εὒοσμον, μύρον πολύτιμον) δίνεται η εντύπωση ότι διαχέεται παντού το θεϊκό της άρωμα. Ανάλογος στίχος υπάρχει και στον Ακάθιστο Ύμνο: «Χαῑρε ὀσμή τῆς Χριστοῦ εὐωδίας».

Ωδή πέμπτη –τροπάριο πέμπτο
Χαίρε, Άχραντε, που έγινες η ευρύχωρη κατοικία του Λόγου· χαίρε, Πανθαύμαστε, κογχύλι που έφερες στο φως το θεϊκό μαργαριτάρι· εσύ που οδηγείς στη συμφιλίωση με τον Θεό όσους κάθε φορά σε μακαρίζουν.
Άχραντος: αμόλυντη, άσπιλη.
Πανθαύμαστος: περισσότερο από όλους θαυμαστή.
Ο ποιητής του Κανόνα, όπως και αυτός του Ακαθίστου Ύμνοου, στη θέση επιθέτων υπερθετικού βαθμού προτιμάει επίθετα σύνθετα, πχ. ὑπέρθεος, πάντιμος, πανάχραντος, πανάμωμος, παμμακάριστος κλπ.
Ωδή έκτη -τροπάριο τρίτο
Ιδού αναφωνούμε σ’εσένα το Χαίρε και σε παρακαλούμε: γίνε λιμάνι για εμάς που ταξιδεύουμε στη θάλασσα· γίνε καταφύγιο μέσα στο πέλαγος των θλίψεών μας, αλλά και σε όλα τα σκάνδαλα του εχθρού μας (του διαβόλου).
Στο κείμενο υπάρχει η λέξη «ὁρμητήριον» που σημαίνει οχυρό μέρος από το οποίο ξεκινούν τα πλοία για να ναυμαχήσουν και στο οποίο μπορούν να καταφύγουν. Η εικόνα-μεταφορά είναι πολύ προσφιλής στους υμνογράφους: θάλασσα η ζωή του ανθρώπου, πολλές οι θλίψεις, λιμάνι και καταφύγιό του η Παναγία. Ανάλογος στίχος υπάρχει και στον Ακάθιστο Ύμνο: «Χαῑρε, λιμήν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων».

Ωδή όγδοη –τροπάριο τέταρτο
Με τη μεσιτεία σου νεκροί επανέρχονται στη ζωή, γιατί κυοφόρησες την πραγματική ζωή· αυτοί που πριν ήταν βουβοί γίνονται ομιλητικότατοι. Λεπροί καθαρίζονται, αρρώστιες καταπολεμούνται και τα πλήθη των σκοτεινών πνευμάτων έχουν ηττηθεί, Παρθένε, (από σένα) που είσαι η σωτηρία των θνητών. Ολόκληρο το τροπάριο αναφέρεται στα θαύματα που μπορούν να γίνουν «διά πρεσβειῶν» της Θεοτόκου. Επισημαίνουμε εδώ τις ωραίες αντιθέσεις: «νεκροί-ζωοποιοῦνται, ἂλαλοι-εὒλαλοι, λεπροί-αποκαθαίρονται».

Ωδή ένατη -τροπάριο τρίτο
Ας σταθούμε ευλαβικά μέσα στον οίκο του Θεού μας και ας αναβοήσουμε: χαίρε, Δέσποινα του κόσμου· χαίρε, Μαρία, Κυρία όλων μας· χαίρε εσύ, η μόνη πάναγνη και ωραία ανάμεσα στις γυναίκες· χαίρε σκεύος, που δέχτηκες μέσα σου το αστείρευτο μύρο, το οποίο ολόκληρο χύθηκε επάνω σου. Ο συμβολισμός είναι εμφανής. Η Θεοτόκος είναι το «σκεῦος» μέσα στο οποίο κενώθηκε το «ἀκένωτο μύρον», δηλ. ο Χριστός. Γενικά το τροπάριο παίρνει έναν ενθουσιώδη πανηγυρικό χαρακτήρα με τη συσσώρευση εγκωμιαστικών επιθέτων και χαρακτηρισμών της Θεοτόκου (Δέσποινα τοῦ Κόσμου, Μαρία, Κυρία πάντων ἡμῶν, ἂμωμος κλπ).
Όλα, λυρικότατα τροπάρια που με το περιεχόμενο και τη μελωδία τους μιλούν στην ψυχή και τη γαληνεύουν.