Ο Μάκης Μπαλαούρας και το παράδειγμα του Καποδίστρια

on .

Την περασμένη εβδομάδα έγινε γνωστό ότι ο Γεράσιμος (Μάκης) Μπαλαούρας, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, πήρε τη «13η σύνταξη». Όταν γνωστοποιήθηκε η πληροφορία αυτή και ρωτήθηκε ο κ. Μπαλαούρας δήλωσε τα εξής: «Η καταβολή του επιδόματος έγινε αυτόματα σε τραπεζικό λογαριασμό επειδή η σύνταξή μου είναι κάτω των 800 ευρώ. Ωστόσο, όταν το διεπίστωσα επέστρεψα αμέσως τα 300 ευρώ που είχαν πιστωθεί στο λoγαριασμό μου».
Σύμφωνα με τις πληροφορίες του, ως μέλος της εθνικής αντιπροσωπείας λαμβάνει τη βουλευτική αποζημίωση (5.135 ευρώ μηνιαίως) και είχε ανασταλεί η καταβολή της σύνταξής του, πλην όμως λάμβανε ένα μικρό επίδομα ως παράπλευρο των συντάξιμων αποδοχών του, δηλαδή επικουρικό, που η καταβολή του δεν μπορούσε να ανασταλεί. Έτσι, το σύστημα που δημιουργήθηκε για να δοθεί το έκτακτο χριστουγεννιάτικο επίδομα σε όσους συνταξιούχους λαμβάνουν σύνταξη κάτω των 800 ευρώ εντόπισε και τον μικρο - συνταξιούχο Μάκη Μπαλαούρα, ο οποίος όμως κατά τα άλλα εισπράττει μηνιαίως την εκ 5.135 ευρώ τουλάχιστον βουλευτική αποζημίωσή του. Άραγε είναι μόνο ο Μπαλαούρας που εισέπραξε το χριστουγεννιάτικο επίδομα ή είναι και άλλοι; Και όμως ο κ. Μπαλαούρας αντί να καταθέσει το αχρεωστήτως κατατεθέν ποσόν στο λογαριασμό του στο δημόσιο ταμείο, τα διέθεσε στο απεργιακό ταμείο των υπαλλήλων της Τράπεζας της Ελλάδος απ’ όπου σταδιοδρόμησε ως συνδικαλιστής της. Δηλαδή έκανε τον ευεργέτη με ξένα χρήματα!
Έτσι, παρακολουθώντας τη διαδρομή των ηγετών μας σήμερα, γιατί οι βουλευτές αυτοβούλως προσφέρθηκαν για τη σωτηρία της Πατρίδας, ο νους μας πηγαίνει στον πρώτο Κυβερνήτη μας τον Ιωάννη Καποδίστρια. Το 1822, πριν εκλεγεί κυβερνήτης μας, ήταν υπουργός εξωτερικών της Ρωσίας και ο Τσάρος εκτιμώντας τις πολύτιμες υπηρεσίες του, του προσέφερε ηγεμονική σύνταξη, την οποία δε δέχθηκε για να μη θεωρηθεί μισθοδοτούμενος από τους ξένους.
Όταν ανέλαβε κυβερνήτης της Ελλάδας του προσφέρθηκε πολυτελής κατοικία, την οποία δε δέχτηκε συμμεριζόμενος τη δυστυχία που επικρατούσε στη χώρα. Με δικά του έξοδα επιδιορθώθηκαν απλά δύο κατοικίες στην Αίγινα και στον Πόρο και ζούσε με λιτότητα. Ο Γερμανός ιστορικός Μπαρτόλντι που τον επισκέφτηκε έγραψε: «Η μοναδική διακόσμηση του κυβερνητικού μεγάρου είναι ο λαμπρός ήλιος της Ελλάδος και η λατρεία των Ελλήνων με την οποία δικαίως τον περιβάλλουν». Ο γραμματέας του, Νικόλαος Δραγούμης, διηγείται για την απλή αμφίεσή του στην πρώτη του περιοδεία στην Κόρινθο, που της πομπής προηγούνταν ο ταχυδρομικός διανομέας Καρδάρας «ενδεδυμένος με βελούδινο χρυσοκέντητο σεγκούνι και ακολουθούσε έφιππος ο κυβερνήτης ενδεδυμένος απλούστατα και κάτισχνος από την ταλαιπωρία και την κακή διατροφή. Οι συγκεντρωθέντες νόμιζαν ότι ο κυβερνήτης είναι ο πολυτελώς ενδεδυμένος και τον χειροκροτούσαν».
Ο Κολοκοτρώνης δεν άντεξε και κοίταξε τον κυβερνήτη ερωτηματικά. Ο κυβερνήτης τον ρώτησε. Τι θέλεις να κάμω Θεοδωράκη; Και ο Κολοκοτρώνης του απάντησε: «Η υπερεξοχότης σου να φορέσει την κυβερνητική στολήν» και ο κυβερνήτης σε παρακείμενο χάνι ντύθηκε τη στολή του που «ουδόλως διέφερε των δασονόμων της αντιβασιλείας».
Δύο φορές θέλησαν να του κόψουν κάποια χορηγία για να έχει τη δυνατότητα να εμφανίζεται ως αρχηγός κράτους προς τους ξένους και τις δύο φορές ο Καποδίστριας αρνήθηκε. Ξόδεψε όλη του την περιουσία για τις ανάγκες της πατρίδας. Πούλησε ακόμα και τις πολύτιμες πέτρες από τα παράσημά του και ήταν πολύ λιτοδίαιτος. Ο γιατρός του, καθώς τον έβλεπε τόσο καταβλημένο από τους αδιάκοπους μόχθους και δραστηριότητές του, του συνέστησε να βελτιώσει την τροφή του. Ο Καποδίστριας απάντησε: «ουδέποτε θα επιτρέψω εις τον εαυτόν μου να βελτιώσω την τροφήν αλλά μόνο όταν θα είμαι βέβαιος ότι δεν υπάρχει ούτε ένα ελληνόπουλο που να πεινάει»!
Εκείνο όμως που συγκλόνισε την Δ’ Εθνοσυνέλευση στο Άργος το 1829, είναι η απάντηση του Καποδίστρια στην πρότασή της για τη χορήγηση μισθού. Η απάντησή του είναι μάθημα ηθικής αλλά και απαράμιλλης ανθρωπιάς την οποία παραθέτω αυτούσια: «Είμαι ευτυχής διότι ηδυνήθην να προσφέρω… δια την εθνικήν ανεξαρτησίαν και ελευθερίαν, δι’ αυτό το τόσον θεάρεστον έργον τα λείψανα της μετρίας καταστάσεώς μου εις το θυσιαστήριον της πατρίδας. Δια τον αυτόν λόγον θέλει αποφεύγει να δεχθεί την προσδιοριζόμενη ποσότητα δια τα έξοδά μου, εν όσω τα ιδιαίτερά μου χρήματα μου επαρκούν, από το να εγγίσω μέχρι οβολού τα δημόσια χρήματα προς την ιδίαν μου χρήσιν. Ελπίζω ότι όσοι εξ υμών συμμετάσχουν εις την κυβέρνησιν θέλουν γνωρίσει μετ' εμού ότι εις τας παρούσας περιπτώσεις όσοι ευρίσκονται εις δημόσια υπουργήματα δεν είναι δυνατόν να λαμβάνουν μισθούς αναλόγους με τον βαθμόν του υπουργήματός των και τας εκδουλεύσεις των. Εφ όσον τα ιδιαίτερα εισοδήματά μου αρκούν… δια να ζήσω αρνούμαι να εγγίσω μέχρι και του οβολού τα δημόσια χρήματα ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων και ανθρώπων βυθισμένων εις την εσχάτην πενίαν».
Ας τα διαβάσει αυτά που είπε ο Καποδίστριας στην Δ’ Εθνική Συνέλευση στο Άργος στις 4 Αυγούστου 1829 ο κ. Μάκης Μπαλαούρας και κάθε Μπαλαούρας και ας φροντίσουν να πράξουν το ίδιο. Τότε ασφαλώς και η Πατρίδα θα αναρρώσει αλλά και οι ίδιοι θα τύχουν της λατρείας των Ελλήνων.