Καλοκαιρινές αποδράσεις...

on .

Έγινε παράδοση, έθιμο, ο Αύγουστος να είναι ο κατεξοχήν μήνας των διακοπών, της ξεγνοιασιάς και της επιστροφής στα πατρικά χώματα των ταξιδεμένων.
Γύρω από τον Δεκαπενταύγουστο, «της Παναγιάς», η επάνοδος για λίγες μέρες των ξενιτεμένων φτάνει στην κορύφωσή της. Είναι γνωστό, ομολογείται από όλους, ότι η ελληνική οικογένεια διατηρεί ισχυρούς δεσμούς με τα προγονικά χώματα και τα κληρονομημένα πατροπαράδοτα. Οι μεταβιβάσεις αυτών των κληρονομικών, δια μέσου των γενεών, έχει ισχυρούς αρμούς και η μεταβίβαση προς τους επιγενόμενους είναι συνεχής και ακατάπαυστη.
Οι ταξιδεμένοι, τέτοιες μέρες βρίσκουν την ευκαιρία να αποδράσουν και να επισκεφτούν τις ιδιαίτερες πατρίδες, τα χωριά της καταγωγής τους. Τους περιμένουν με ανοιχτές αγκάλες οι παππούδες, φύλακες των προγονικών εστιών, δεμένοι στέρεα με τον γυμνό και άγονο τόπο τους, θεματοφύλακες και στυλοβάτες των γονικών παραδόσεων. Εκεί, στην απόμακρη γωνιά της ελληνικής γης βρίσκουν το νόημα και τη χαρά της ζωής. Περιμένουν τα παιδιά και τα εγγόνια τους για να ξαναζωντανέψουν οι μικροί οικισμοί από παιδικές φωνές, από γέλια, τραγούδια και χορούς στο μεσοχώρι, χωριά που η μετανάστευση τα ερήμωσε.
Θα ανταμώσουν συγγενείς και φίλους, θα σταυρώσουν το πατρικό σπίτι και θα ξαναθυμηθούν τα «παλιά», θα ξαναζωντανέψουν κρυφοί καημοί και προσδοκίες, παραδοσιακά έθιμα και τραγούδια που εξυψώνουν ψυχικά και ξαναδίνουν νέες δυνάμεις για τη συνέχιση της βιοπάλης. Μια αέναη ανακύκλωση της ζωής και της εσωτερικής ανάγκης για επάνοδο στον γενέθλιο τόπο, οδυσσείς που ξαναγυρίζουν στη δική τους Ιθάκη.
Ανάγκη εσωτερική να ξαναζήσουν την απλή, την απέριττη ζωή του χωριού, μακριά από συνωστισμούς, κοινωνικές και άλλες υποχρεώσεις, χωρίς σκέψεις για το καταναλωτικό κυνήγι και τους φρενήρεις και αδιανόητους ρυθμούς των μεγαλουπόλεων. Χαρά και ανακούφιση να περπατήσουν στα γκαλντερίμια τους χωριού τους, στα στενά σοκάκια και στα γραφικά μονοπάτια των δύσβατων και ορεινών περιοχών μας, να ανάψουν ένα κερί στα ξεχασμένα ξωκλήσια του Αι-Λια, του Αι-Γιώργη, με ένα λόγο να αναβαπτιστούν στις κρυμμένες ομορφιές του τόπου τους.
Ασφαλώς, μέσα μας έχει μείνει κάτι που μας συγκινεί από τα τοπικά γιορτάσια, από άλλα κορυφαία γεγονότα των χωριών μας και προσπαθούμε να τα ξαναβρούμε. Σε αυτούς τους τόπους βρίσκει κανείς βαθιά γαλήνη και απόλυτη συμφιλίωση με τον κόσμο και το Θεό.
Η ολιγοήμερη έστω επιστροφή στην ύπαιθρο να μην εξαντλείται μόνο από φολκλορικές παραγωγές, οι οποίες, δυστυχώς, υποκαθιστούν ιστορικές μνήμες και πολύτιμο τοπικό πολιτισμό για όλες τις εκφάνσεις της ζωής. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ικανοποίηση από τις μικρές χαρές της ζωής, που βρίσκονται μακριά από τα πολύβουα αστικά κέντρα, μακριά από τα πρότυπα μιας ζωής καταθλιπτικής και συνεχούς άγχους.
Εκεί, στους γυμνούς και κακοτράχαλους τόπους, βαραίνει η κληρονομιά, ζωντανεύουν οι αναμνήσεις και ψαχουλευτά ερευνούμε την ιστορία, τον πολιτισμό και τις κληρονομημένες ρίζες μας.
Οι τέτοιες αποδράσεις από τον φόρτο της καθημερινής ρουτίνας είναι μια ευκαιρία για τον καθένα μας να αναρωτηθούμε ποιες είναι οι δικές μας πράξεις για να κρατηθεί, όσο γίνεται, ζωντανός αυτός ο τόπος. Οι προσωπικές ευαισθησίες επιβάλλουν να μην περιορίζουμε την παρουσία μας μόνο σε κριτική για τις ευθύνες  της Πολιτείας και των συλλογικών φορέων, αλλά να αναλογιστούμε τι κάναμε εμείς και να προχωρήσουμε σε μια ειλικρινή αυτοκριτική για την προσωπική μας προσφορά, ώστε ο τόπος μας να βγει από την αφάνεια και το μαρασμό.