Οι κληρικοί, ο Μακρυγιάννης και ο Κοσμάς ο Αιτωλός...

on .

- Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΕΜΟΣ

Η παγκοσμιοποίηση, η Νέα Τάξη πραγμάτων δεν άφησε ανεπηρέαστο και μέρος του κλήρου. Έτσι, βρισκόμαστε μερικές φορές προ εκπλήξεως, όταν ακούμε σε κάποια κηρύγματά τους αναφορές ευνοϊκές για τις αρχές του οικουμενισμού και σιωπούν τα επιβλαβή, όπως είναι ο αφανισμός της ιδιοπροσωπίας των λαών και πολιτισμών, των παραδοσιακών αρχών, των ηθών και εθίμων, της ιστορίας του κάθε λαού, της θρησκείας και της Παιδείας.
Ιδιαίτερη εντύπωση όμως προκαλεί, όταν αγνοούν τον Πατροκοσμά, εκεί που επιβάλλεται, ή όταν τιμάται η μνήμη του. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι, τουλάχιστον στην Ήπειρο, χωρίς τον Άγιο Κοσμά δεν θα υπήρχαν Ορθόδοξοι Χριστιανοί.
Το 2021 θα εορτάσουμε τα διακόσια χρόνια από την έναρξη της Επανάστασης του 1821. Αν εμφανισθεί μπροστά μας η Ιερή Σκιά του ήρωα και μεγάλου αγωνιστή Γιάννη Μακρυγιάννη και μας ρωτήσει για τον «κοντομερίτη του Άγιο Κοσμά», που κρατούσε τα χειρόγραφά του σαν φυλαχτό, τι θα του απαντήσουμε;
«...Ένας εδικός μου αγωνιστής μου έφερε και μου διάβασεν ένα παλαιόν χαρτί, όπου έγραψεν ο κοντομερίτης μου άγιος παπάς, ο Κοσμάς ο Αιτωλός. Τον εκρέμασαν εις ένα δένδρον Τούρκοι και Εβραίοι, ότι έτρεχεν ο ευλογημένος παντού και εδίδασκεν Ελλάδα, Πίστιν και Γράμματα. Έγραφεν ο μακάριος εκείνος ότι: «Ένας άνθρωπος να με υβρίση, να φονεύση τον πατέρα μου, τη μητέρα μου, τον αδελφό μου και ύστερα το μάτι να μου βγάλη, έχω χρέος ωσάν Χριστιανός να τον συγχωρήσω. Το να υβρίση τον Χριστόν μου και την Παναγία μου, δεν θέλω να τον βλέπω».
Το χαρτί του πατέρα Κοσμά έβαλα και μου το καθαρόγραψαν. Και το εκράτησα ως άγιον φυλαχτόν, όπου λέγει μεγάλην αλήθειαν. Θα πω να μου γράψουν καλλιγραφικά και τον άλλον τον αθάνατον λόγον του: «Τον Πάπαν να καταριέσθε ως αίτιον». Θελω να το βλέπω κοντά στα εικονίσματά μου, ότι τελευταίως κάποιοι εδικοί μας ανάξιοι λέγουν ότι αν τα φτιάξουμε με τον δικέρατον Πάπαν, θα ολιγοστέψουν οι κίντυνοι, τα βάσανα και η φτώχια μας, τρομάρα τους!
Και είπαν οι άθρησκοι λόγια άπρεπα διά τους παπάδες. Εμείς με σκιάν μας τον Τίμιον Σταυρόν, επολεμήσαμεν ολούθε, σε κάστρα, σε ντερβένια, σε μπογάζια και σε ταμπούργια. Και αυτός ο Σταυρός μας έσωσε. Μας έδωκε την νίκη και έχασε τον άπιστον Τούρκον. Τόση μικρότη στον Σταυρό, τον σωτήρα μας!
Και βρίζουν οι πουλημένοι εις τους ξένους και τους παπάδες μας, όπου του ζυγίζουν άναντρους και απόλεμους. Εμείς τους είχαμε μαζί, εις κάθε μετερίζι, εις κάθε πόνον και δυστυχίαν. Όχι μόνον διά να βλογάνε τα όπλα τα ιερά, αλλά και αυτοί με ντουφέκι και γιαταγάνι, πολεμώντας ωσάν λιοντάρια. Ντροπή Έλληνες!».
Σημείωση: Στα 400 χρόνια δουλείας και στην επανάσταση θυσιάστηκαν 10 Πατριάρχες, 100 επίσκοποι και 6.000 ιερείς, όπως παραδέχεται και ο τότε Γάλλος Πρόξενος στην Πάτρα, Πουκεβίλ.
Πάντως, ο Μακρυγιάννης μας αφήνει κατάπληκτους. Η βαθειά και ειλικρινής πίστη του είναι μοναδική. Βλέπει ότι η Ορθοδοξία απειλείται από τη Δύση, τη Φραγκιά και δακρύζει από τη θλίψη του. Πηγαίνει «στους φίλους του τους αγίους» και προσεύχεται. Τους θεωρεί φίλους του τους αγίους. Τους ομιλεί σαν να απευθύνεται σε συνεργάτες του, σε φιλικά πρόσωπα. Όταν απευθύνεται στην Παναγία συνομιλεί μαζί της σαν να πρόκειται για συγγενικό ή οικογενειακό πρόσωπο και λέει: «Θεοτόκο μου... κ.λπ.».
Την Ορθόδοξη Πίστη την ονομάζει «Τζιβαϊρικόν πολιτίμητον». Ένας σχεδόν αγράμματος, πολεμιστής του 1821 αξιολογεί άριστα την αξία της ορθοδοξίας. Οι δήθεν μορφωμένοι χλευάζουν όλα αυτά...
Ο Μακρυγιάννης θαυμάζει τον «κοντομερίτη του» Άγιο Κοσμά τον Αιτωλό και τα χειρόγραφά του τα κρατάει ως «άγιον φυλαχτόν». Και στην εποχή μας έχουμε και κληρικούς που θεωρούν απαξιωτικό να αναφέρουν απλώς το όνομά του και την ημέρα που εορτάζεται η μνήμη του, πού είναι η ημέρα του μαρτυρίου του!
Ο Μακρυγιάννης παράλληλα δίνει απάντηση και σε όλους εκείνους που, «ελαφρά τη καρδία», μιλούν περιφρονητικά και υβρίζουν τον κλήρο: «Οι παπάδες ήταν μαζί με τους αγωνιστές σε κάθε μετερίζι με το ντουφέκι και το γιαταγάνι, πολεμώντας σαν λιοντάρια». 30 ιερείς σκοτώθηκαν στη διάρκεια του αγώνα, πολεμώντας μαζί με τον Μακρυγιάννη σε διάφορες μάχες. Ας υπολογίσουμε τι έγινε σε όλα τα άλλα σώματα στη διάρκεια 9 χρόνων που κράτησε η Επανάσταση!.. Και η μαρτυρία είναι από αυτόπτη μάρτυρα και μάλιστα δικαιότατο και ειλικρινέστατο!
Είναι αδυσώπητος στους καιροσκόπους. Η ψυχή του επαναστατεί, όταν βλέπει τους ανθρώπους, οι οποίοι στη διάρκεια του αγώνα το μόνο πράγμα για το οποίο ενδιαφέρονταν ήταν η σωτηρία της οικογένειάς τους και η ζωή η δική τους. Και χωρίς να ρίξουν ντουφεκιά, μετά την απελευθέρωση πήραν την εξουσία και τα διάφορα αξιώματα και κατάτρεχαν τους αγωνιστές. Βλέπεις σε όλες τις εποχές υπάρχουν οι «παντίδιοι», οι επιτήδειοι.
Τότε που η Τουρκιά εκατέβαινε από τα ντερβένια και ολίγοι έτρεχαν με ολίγα ντουφέκια, με τριχές δεμένα, να πολεμήσουν, θέλοντας λευτεριάν, για θάνατον (ελευθερία ή θάνατος), οι φρόνιμοι ασφάλιζαν τις φαμιλιές τους εις τα νησιά κι αυτήνοι τρέχαν εις ρεματιές και βουνά, μη βλέποντας ποτέ Τούρκου πρόσωπον. Κι όταν άκουγαν τα ντισμπάρκα των Τούρκων, τρέχαν μακρύτερα. Τώρα θέλουν δικήν τους την Πατρίδα και κυνηγούν τους αγωνιστάς».
Και βλέποντας αυτή την κατάσταση ο υπέροχος αυτός πατριώτης, ο γνήσιος Έλληνας, ο αχάλαγος αυτός Χριστιανός Ορθόδοξος Γιάννης Μακρυγιάννης γράφει: «…Έκατσα εις μίαν πέτραν μόνος και έκλαιγα. Μισός άνθρωπος εκαταστάθηκα από το ντουφέκι του Τούρκου, ετζακίστηκα εις τις περιστάσεις του αγώνα και κυνηγιώμαι και σήμερον. Κυνηγιώνται και άλλοι αγωνισταί πολλά καλύτεροί μου, ότι εγώ είμαι ο τελευταίος και ο χειρότερος. Και οι πιο καλύτεροι όλων εξαφανίστηκαν».
Ο Μακρυγιάννης δεν έπαψε να αγωνίζεται και μετά την επανάσταση! Πρωταγωνιστεί στις πολιτικές εξελίξεις και γίνεται υπέρμαχος της Ορθοδοξίας. Είναι γνωστό, ότι στις 3 Σεπτεμβρίου 1843 έγινε επανάσταση κατά του βασιλιά Όθωνα με αίτημα την παραχώρηση Συντάγματος. Ο Μακρυγιάννης ήταν ανάμεσα στους πρωταγωνιστές του κινήματος. Μετά τη συγκατάθεση του Όθωνα, συγκροτήθηκε Εθνοσυνέλευση για την σύνταξη και την ψήφιση του Συντάγματος. Οι εργασίες κράτησαν μέχρι το Μάρτιο του 1844, οπότε και ψηφίστηκε το Σύνταγμα.
Κατά τις συζητήσεις έγινε λόγος και για τη θέση της Ορθοδοξίας στο Σύνταγμα. Αν θα αναφέρονταν, δηλαδή, ρητά η Ορθόδοξη παραδοχή του θρησκεύματος. Τότε οι πιστοί στον Πάπα Πρέσβεις των ευρωπαϊκών κρατών, σε συνεργασία με μερικούς Έλληνες συνεργάτες τους έκαναν το παν για να επιτύχουν το στόχο τους: Να μη γίνει καθόλου λόγος στο κείμενο του Συντάγματος για την Ορθοδοξία. Οι Πρέσβεις παρέθεταν πλούσια τραπέζια (άφθονα δείπνα και γεύματα), στη διάρκεια των οποίων η προπαγάνδα έπαιζε τον κύριο ρόλο. Παράλληλα σκορπούσαν πολύ χρήμα. Ευτυχώς, όμως, δεν πέτυχαν τίποτε.
Αλλά, ας δούμε πώς περιγράφει τα γεγονότα ο υπέροχος και ανεπανάληπτος Μακρυγιάννης: «Όταν πιαστήκαμε (=καταπιαστήκαμε) εις την Συνέλεψη διά την θρησκείαν, πριν αυτό να μιληθεί (=προτού δηλαδή να γίνει διάλογος), όλοι οι πρέσβεις θυσίασαν πλήθος τραπέζια (=παρέθεσαν άφθονα δείπνα και γεύματα) και χρήματα να μπορέσουν να κάνουν τον σκοπόν. Να μη γένει τίποτας, επιαστήκαμεν εκείνη την ημέρα πολύ. Από την φιλονικίαν την πολλήν λέγει ο Μεταξάς να το βάλομεν εις τον ψήφον. Του λέω αυτεινού και όσοι ήταν σύνφωνοι, θρησκεία δεν βαίνομεν εις τον ψήφον. Ορθόδοξοι Χριστιανοί να κομματιαστούμεν, δυτικοί και ανατολικοί, ότι σήμερα πεθαίνομεν όλοι, τους λέω, εδώ μέσα. Τότε, χωρίς να την βάλομεν εις τον ψήφον, έγινε πανψηφεί και οι περί και οι κατά δεν μπορούσαν να κάνουν αλλιώς. Τότε αυτείνοι οι βουλωμένοι, και οι ντόπιοι και οι ξένοι, μείναν πολύ νεκρωμένοι και πολύ αγανακτισμένοι εναντίον μου και ‘νέργησαν δολοφονίαν και ο Θεός τους νέκρωσε την θέλησήν τους».
Η κατοικία του Μακρυγιάννη στην Αθήνα βρισκότανε στο χώρο που οικοδομήθηκε σήμερα το Μουσείο της Ακροπόλεως. Την εποχή εκείνη (1844) οι νέοι μη έχοντας άλλη διασκέδαση συναντιότανε εκεί γύρω και άρχιζαν διάφορες συζητήσεις, οι οποίες μερικές φορές κατέληγαν σε φοβερούς καβγάδες. Τότε έβγαινε έξω ο Μακρυγιάννης και με τη βροντερή φωνή του τους ηρεμούσε και διαλύονταν.
Οι επίδοξοι δολοφόνοι του μια τέτοια αναμπουμπούλα αποφάσισαν να εκμεταλλευθούν. Ένας από τους πληρωμένους, ευτυχώς, αισθάνθηκε τύψη συνειδήσεως: «Μίαν ημέρα έρχεται ένας άνθρωπος εις το σπίτι μου και μου λέγει: «Θέλω κάτι θα σου ειπώ. Ορκίσου να μη με προδώσεις και χάνομαι». Ορκίστηκα. Μου λέγει: «Είσαι τίμιος άνθρωπος και δεν επιθυμώ να χαθής. Τούτες τις ημέρες θα γένη μια οχλαγωγία και θα γένη την νύχτα και θα πας να την ησυχάσης και είμαστε πέντε πλερωμένοι να σε δολοφονήσωμεν. Είμαι κι ένας εγώ. Ούτε τους ανθρώπους σου προδίδω, ούτε εκείνους οπού μας βάλαν. Τούτο μόνον σου λέγω: αν γένη νύχτα είτε και ημέρα, να μη πας, ότι θα χαθής και μου κακοφαίνεται».
«Εγώ το πήρα ως παραμύθι. Σε έξι ημέρες ‘νεργούνε του Ράλλη, του πρωτοΰπουργού πριν της μεταβολής και του κάνουν μπλόκο, μαζώχτη όλος ο λαός και του αφάνισαν το σπίτι απ’ όξω πετάγοντας πέτρες την νύχτα. Τότε μου παραγγέλνουν να πάγω να σβέσω το κακό. Δεν πήγα. Λυπήθηκα τον άνθρωπον κι έστειλα τον Γιάννη Κώστα και τον έσωσε…».
Ο Μακρυγιάννης, ένας αγράμματος αγωνιστής κατατρόπωσε τους ευρωπαίους διπλωμάτες και όλους εκείνους που έκαναν ό,τι μπορούσαν για να μη αναφέρεται καθόλου η Ορθοδοξία στο Σύνταγμα του Ελληνικού Κράτους.
Παράλληλα έστειλε κάποια διδάγματα στους σημερινούς Έλληνες, οι οποίοι άρχισαν να ξεχνούν εκείνους που θυσίασαν τη ζωή τους για να μας παραδώσουν αλώβητο τον πολιτισμό των προγόνων μας.
Ένας από αυτούς είναι ο Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, για τον οποίο ο Γιάννης Μακρυγιάννης γράφει: «…τον εκρέμασαν εις ένα δένδρον Τούρκοι και Εβραίοι…».