Σπ. Τσίγκος, ο Ευεργέτης της Πόβλας Φιλιατών…

on .

Στη μόνιμη στήλη «Διαδόσεις» του «Πρωινού Λόγου» της 30.11.17 επισημαίνεται η ύπαρξη έργου του «σπουδαίου γλύπτη  Μ. Τόμπρου» στην Πόβλα Φιλιατών. Πράγματι, «στην κορυφή του χωριού στήθηκε το άγαλμα του "Στρατιώτου", που αναπαριστά άνδρα του Σώματος Ορεινών Καταδρομών σε θέση εφορμήσεως και προσβλέπει προς τη Βόρειο Ήπειρο», μας πληροφορεί η Γαρουφαλλιά Φίλη στο βιβλίο της «Ο Αμπελώνας Φιλιατών» σελ 25. Το έργο αυτό κατασκευάστηκε με τη  γενναία χρηματοδότηση από τον αείμνηστο Σπύρο Τσίγκο, γνήσιο παιδί του Αμπελώνα (Πόβλα) Φιλιατών.
Το έργο αυτό κοσμεί όντως την κορυφή του χωριού και το καμαρώνουν όλοι οι χωριανοί και όσοι περνάνε από εκεί. Πράγματι, για να κατασκευάσει το περίτεχνο αυτό δημιούργημά του ο σπουδαίος γλύπτης Μ. Τόμπρος χρειάστηκε η γενναία χρηματοδότηση του Σπύρου Τσίγκου. Ο χρηματοδότης ήταν ένα γνήσιο παιδί του Αμπελώνα. Ο Σπύρος από μικρός διακρίνονταν για το ήθος και την εργατικότητά του. Σε ηλικία 14 χρονών έφυγε από το χωριό ξυπόλυτος και λένε οι χωριανοί του ότι πριν φύγει από το χωριό μπήκε στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου, έπεσε στα γόνατα και παρακάλεσε τον άγιο με τούτα τα λόγια: «Άγιέ μου, βοήθα με στην ξενιτιά που πάω και σου υπόσχομαι να σου κτίσω την εκκλησία πολύ καλύτερη».
Έφυγε και πήγε στην Αμερική, όπου εργάστηκε με πάθος και τιμιότητα και ο μικρός ξενιτεμένος από φτωχός έγινε πλούσιος. Αλλά ο πλούτος δεν ήταν για τον Σπύρο νεκρό κεφάλαιο κατατεθειμένο στις τράπεζες της Αμερικής. Τον μετέβαλε σε έργα για να ωφεληθούν και να χαρούν οι χωριανοί του, ο τόπος που τον γέννησε και σήμερα τον καμαρώνει. Θυμήθηκε λοιπόν το χωριό του και αποφάσισε να το βοηθήσει. Έστειλε αμέσως χρήματα για να κτίσουν την εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Κατεδαφίστηκε η παλιά και ανοικοδόμησαν μια περίλαμπρη εκκλησία, που δεσπόζει σε όλο το χωριό, πραγματικό αριστούργημα τέχνης και ασύγκριτης ομορφιάς, Βυζαντινού ρυθμού, που αξίζει να την επισκεφθεί κανένας για να θαυμάσει την τέλεια τέχνη και τη μεγαλειώδη αγιογραφία της.
Μόλις τελείωσε η εκκλησία του Αγίου Νικολάου, δόθηκε εντολή από τον ευεργέτη να φέρουν  στο χωριό νερό πολύ, άφθονο, γιατί η βρύση του με το λιγοστό νερό της δεν επαρκούσε. Έκτισαν πάνω από το χωριό μια γιγαντιαία δεξαμενή 300 κ.μ. και  κάτω από το χωριό υπήρχε μια πηγή με άφθονο νερό. Εκεί τοποθετήθηκε μια μηχανή με σωλήνες που ανέβαζε το νερό στη μεγάλη δεξαμενή. Από εκεί με δίκτυο σωλήνων μοιράζεται άφθονο νερό σε όλο το χωριό. Μόλις τελείωσε το έργο της υδρεύσεως του χωριού, ο ευεργέτης έδωσε εντολή να κετεδαφίσουν την  ερειπωμένη κεντρική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου και να κτίσουν άλλη καλύτερη. Δύο χρόνια χρειάστηκαν για να γίνει η εκκλησία αυτή με τους ίδιους μαστόρους από τη Βούρμπιανη Κονίτσης που εργάστηκαν και στον Άγιο Νικόλαο. Οι κτίστες δούλεψαν με ζήλο και παρουσίασαν έργο αθάνατο και μνημειώδες στο πέρασμα των χρόνων. Ολόγυρα δημιούργησαν ένα μεγάλο προαύλιο που το κλείνει ένας υπέροχος πελεκητός τοίχος.
Στους πρόποδες του χωριού έκτισε ο ευεργέτης την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, στο προαύλιο της οποίας κάθε 26η Ιουλίου γίνεται λαμπρό πανηγύρι.
Στα πρόθυρα του χωριού χτίστηκε, με χρήματα επίσης του Σπ. Τσίγκου το εκκλησάκι του Αγίου Κοσμά. Και στην κορυφή του χωριού, στην άκρη του δρόμο που  περνάει για τον Τσαμαντά και τα άλλα χωριά της Μουργκάνας, στήθηκε το  περίλαμπρο έργο του  Γλύπτη  Μ. Τόμπρου, το «άγαλμα του  Στρατιώτη», για το οποίο ο ευεργέτης δαπάνησε μεγάλο χρηματικό ποσό.
Πολλοί ξένοι περνώντας για τα χωριά της Μουργκάνας σταματούν στην Πόβλα για να θαυμάσουν το άγαλμα του στρατιώτη και τις περίλαμπρες εκκλησίες. Στο άγαλμα αυτό τις εθνικές εορτές ανεβαίνει ο ιερέας του  χωριού και οι λιγοστοί του κάτοικοι και κάνουν τρισάγιο για τους ηρωικούς στρατιώτες που έπεσαν στις διάφορες μάχες για να είναι ο τόπος αυτός  ελεύθερος και να μπορούν οι  χωριανοί να καμαρώνουν  το χωριό τους.
Για τον Σπύρο Τσίγκο, τον ευεργέτη του χωριού αυτού και για όσα έκαμε και ποιος ξέρει ακόμα τι είχε στο νου του να κάμη, οι Ποβλιώτες πρέπει να νοιώθουν αληθινή υπερηφάνεια και ευγνωμοσύνη.