Η ελληνική… γονιμοποίησε τις ευρωπαϊκές γλώσσες

on .

Είναι γνωστό ότι η ελληνική γλώσσα είναι η αρχαιότερη από όσες ομιλούνται στην Ευρώπη. Οι διάφορες πινακίδες που έφερε στο φως η αρχαιολογική σκαπάνη μαρτυρούν του λόγου το αληθές: Ότι η ελληνική εγγραφή έχει ιστορία τεσσάρων χιλιάδων χρόνων... Πολύ σημαντική είναι η ανασκαφή που έγινε στο Δισπηλιό της Καστοριάς το 1993. Ο επί της ανασκαφής υπεύθυνος καθηγητής Γ. Χουρμουζιάδης, στη σελίδα 46 του βιβλίου του «Το Δισπηλιό της Καστοριάς», γράφει ότι «υπάρχει παρουσία ενδείξεων πρώιμης γραφής που η ενδεχόμενη αποκρυπτογράφησή της μπορεί να σημαίνει ιστορικής σημασίας αποκαλύψεις».
Είναι πασίγνωστο και αναμφισβήτητο, ότι όλες οι Τέχνες και οι Επιστήμες γεννήθηκαν, αναπτύχθηκαν στην Ελλάδα. Και όλα αυτά την εποχή που στην Ευρώπη οι λέξεις Τέχνη, Επιστήμη ήταν άγνωστες...
Επομένως ήταν φυσικό η Ελληνική Γλώσσα να έχει ενδύσει λεκτικά τις επιστήμες και τις περισσότερες αφηρημένες έννοιες: Ακούστικς, Ανάτομυ, Αντρωπόλοζυ, Μπαϊοκέμιστρυ (= Βιοχημεία), Μπαϊόλοτζυ (Βιολογία), Μπαϊοτεκνόλοτζι, Μπότανυ (Βοτανική), Κιροπράκτικ (Χειροπρακτική), Ντένιστρι (Οδοντιατρική), Νταϊαγνόστικ (Διαγνωστική), Ραντιόγκραφυ, Εντομόλοτζυ, Τζενέτικς (Γενετική), Χαϊματόλοτζυ (Αιματολογία: και εδώ η δασεία, το αι (με δασεία) έγινε χαϊ. Το χ είναι η δασεία.
Κοσμέτικς. Μαϊκρο-μπαϊόλοτζυ, Όπτικς και Οφθάλμικ, Παθόλοτζυ, Φαρμακόλοτζυ κ.λπ., Αστρόνομυ, Αστροφύζικς, Κέμιστρι (Χημεία), Μαθημάτικς κ.ά.
Στους θεωρητικούς κλάδους υπάρχει, βέβαια, η Αρκεόλοτζυ, το Ντράμα (Δράμα), η Χίστορυ (το Χι είναι η δασεία που εμείς καταργήσαμε!), η Φιλόζοφυ, η Πόλιτικς και πολλά άλλα.
Υπάρχει και άλλη πλευρά. Υπάρχουν λέξεις στις ευρωπαϊκές γλώσσες που εκ πρώτης όψεως δεν αναγνωρίζονται ως ελληνικές, λόγω των μεγάλων αλλοιώσεων που έχουν υποστεί ή λόγω του ότι κατάγονται από πολύ - πολύ αρχαίες ελληνικές λέξεις και ονόματα που, λησμονημένα, έχουν ξεχαστεί. Με μια ετυμολογική ανάλυση όμως μπορεί να ευρεθεί ότι είναι ελληνικές. Πολλές φορές οι ελληνικές αυτές λέξεις επιστρέφουν στην Ελλάδα ως «ξενικές». Είναι τα λεγόμενα «αντιδάνεια». Τα αντιδάνεια είναι λέξεις ελληνικές που τις πήραν οι ξένοι από το λεξιλόγιό μας, τις αλλοίωσαν, τις «μεταμφίεσαν» και μετά τις πήραμε εμείς πίσω, ως αντιδάνεια και τις χρησιμοποιούμε, χωρίς να γνωρίζουμε ότι είναι δικές μας, ελληνικές. Για παράδειγμα οι «ζάντες» των αυτοκινήτων, που είναι oι άντυγες των αρχαίων αρμάτων («περίδρομοι άντυγες» Ιλιάδα Ε 728), αλάνι, από το ρήμα αλάομαι – αλώμαι = περιπλανώμαι.
Είναι να αναρωτιέται κανείς με ποιο θαύμα ένας μικρός λαός, περιβαλλόμενος από βαρβαρικά πολεμικά έθνη, μπόρεσε πριν από δυόμιση με τρεις χιλιάδες χρόνια να δημιουργήσει τις πρώτες επιστήμες και να τους δώσει ονόματα που ισχύουν ακόμα και σήμερα!
Ο μεγάλος ουμανιστής και θερμός φιλέλληνας Έρασμος έλεγε για την γλώσσα των Ελλήνων: «Αν εξαφανιστεί η Ελληνική Γλώσσα, θα φτωχύνει η παγκόσμια διανόηση».
* * *
Υπάρχει, όμως, και άλλη πλευρά του θέματος η οποία και αποτελεί και το κύριο θέμα αυτής της αναφοράς μας. Είναι μία αρκετά μεγάλη κατηγορία λέξεων, οι οποίες μέσα από τη δική τους ιστορία προβάλλουν την άγνωστη προϊστορία, που συγχέεται με τη Μυθολογία.
Από αυτές αποδεικνύεται ότι η Μυθολογία και η ιστορία μας έχουν εμπλουτίσει τη λατινική και μέσω αυτής εμπλούτισαν τις δυτικές γλώσσες, με όρους και λέξεις των οποίων τις περισσότερες φορές αγνοούμε την ελληνικότητα. Για παράδειγμα, η λέξη Παλάτι, η οποία έγινε διεθνής με διάφορη προφορά σε κάθε περίπτωση: Palace, Palazzo, Palacio, Palast.
Όλοι γνωρίζουμε ότι η λέξη Παλάτι προέρχεται από τον Παλλαντίνο ή Παλλατίνο, λόφο της Ρώμης. Ο Παλατίνος λόφος (Mons Palatinus) είναι ένας από τους επτά λόφους της Ρώμης (Επτάλοφος). Όμως, δεν μας λένε από πο;y ονομάστηκε έτσι ο λόφος αυτός της Ρώμης.
Ο Παλατίνος λόφος οφείλει το όνομά του στον ήρωα Πάλλαντα από την Αρκαδία. Ήταν γιος του Ευάνδρου από την Αρκαδία, ο οποίος στα μέσα της δευτέρας χιλιετίας προ Χριστού έθεσε εκεί τα θεμέλια του πρώτου οικισμού της Ρώμης. Τον ύμνησε ιδιαίτερα ο Βιργίλιος, γιατί έθαψε εκεί τον πατέρα του. Ήταν σύμμαχος του Αινεία και έπεσε εκεί ο Πάλλαντας μαχόμενος για την εγκατάσταση του Αινεία.
Γι’ αυτό και ο αυτοκράτορας Αντώνιος Πίος (Ευσεβής) ανακήρυξε αργότερα το Παλλάντιον της Αρκαδίας «Πόλιν Ελευθέραν», απαλλάσσοντάς την, ως ιστορικήν μητρόπολιν της Ρώμης, από την καταβολήν φόρων...
Άλλη χαρακτηριστική περίπτωση, κατά τη «μυθολογική» παράδοση, είναι ο διεθνής όρος του χρήματος «μονέδα», μάνεϋ κ.λπ. και φυσικά έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε ξένη την προέλευσή της. Μένουμε έκπληκτοι, όμως, όταν πληροφορούμαστε ότι είναι ελληνική η προέλευσή της και ότι συνδέεται με τη θεά Ήρα. Σύμφωνα με την Ελληνική Μυθολογία κάποτε ο Δίας ετιμώρησε την Ήρα «εις απομόνωσιν». Είναι η τιμωρημένη Ήρα, δηλαδή, «Ήρα Μονία». Στη Ρώμη υπήρχε η ονομασία «Ήρα Μονήτα», όπου υπήρχε και ναός της από το 344 π.Χ.. Στο ναό αυτό ετοποθετούνταν και εφυλάσσονταν τα πολύτιμα μέταλλα, από τα οποία εκπόπτονταν τα νομίσματα. Γι’ αυτό και οι Ρωμαίοι έκοψαν νομίσματα στα οποία εικονίζονταν η «Ήρα Μονήτα». Τα νομίσματα αυτά οι Λατίνοι τα ονόμασαν moneta. Έτσι, προήλθαν οι ονομασίες moneta, monnaie, moneda, moneten, μονέδα.
Στο λατινοελληνικό λεξικό έχουμε: Monet, ae = Μονήτα (επίκλησις της Ήρας). Το εν Ρώμη τέμενος της Μονή της Ήρας (= της τιμωρημένης από τον Δία Ήρας). Στο τέμενος ήταν το αργυροκοπείον, δηλ. το νομισματοκοπείον.
Τελικά η λέξη αυτή μονέτα εσήμαινε νόμισμα.
Στα αγγλικά είναι γνωστό το money (= μόνεϋ). Έτσι δημιουργήθηκε στην Οικουμένη, η πανίσχυρη σημερινή «αξία» το ΜΟΝΕΥ, που η εκφορά του θυμίζει την ελληνική λέξη «μόνη». Η Ήρα μας έδωσε και την ονομασία του μηνός Ιουνίου. Και αυτό γιατί στα λατινικά η ήρα λέγεται Juno (= Γιούνο). Ο Ιούνιος ήταν αφιερωμένος στην Ήρα (Γιούνο). Από το Γιούνο = Ιούνιος.
Τελικά, είναι δύσκολο να βρει κανείς βασικούς όρους σε όλα τα επίπεδα στις δυτικές γλώσσες χωρίς να έχουν ελληνική πατρότητα. Στη σελ. 80 των Πρακτικών του Γ’ Παγκοσμίου Γλωσσικού Συνεδρίου διαβάζουμε: Η γονιμοποίηση του ευρωπαϊκού λόγου από την Ελληνική γλώσσα συνετελέσθη τμηματικά μέσα από διάφορες φάσεις και σταθμούς της ιστορίας των λαών της ηπείρου μας. Η απαρχή αυτών των εισροών μπορούμε να πούμε ότι χάνεται στα βάθη των αιώνων, στα βάθη της προϊστορίας, τότε που οι Έλληνες πρωτοσκαπανείς της Δύσεως πλημμύριζαν με τη διαλεκτολογική τους ποικιλία τα λιμάνια της Εσπερίας (πρώτος, δεύτερος αλλά καιπρώιμος αποικισμός).
Ο Ντέηβιντ Ριτζγουαίη στην πραγματεία του «Οι Πρώτοι Έλληνες στη Δύση» τονίζει: «Οι σχέσεις με τη Δύση υπήρξαν ένα εκπληκτικό κατόρθωμα των Ελλήνων, για το οποίο καμία πραγματεία δεν μπορεί να θεωρηθεί ως η τελευταία λέξη... ο όγκος αρχαιολογικών μαρτυριών πολλαπλασιάζεται συνεχώς στις Πιθηκούσες (νησάκια της Ιταλίας στις ακτές της Καμπανίας. Σήμερα Ίσκια και Πρότσιδα)... είναι δυνατόν νεώτερες ανασκαφές να καταστήσουν ξεπερασμένα ανά πάσαν στιγμήν τα όσα γράφονται. Η ταξινόμηση των μυκηναϊκών θραυσμάτων και των μινωικών κεραμεικών που ανασύρονται είναι πολύ δύσκολη. Κατά τον Στράβωνα: «Πλείστα ίχνη της ελληνικής ενταύθα σώζεται. Γυμνάσιά τε και Εφηβεία και φατρίαι και ονόματα Ελληνικά...».
Στους χρόνους του Οκταβιανού Αυγούστου το λατινικό λεξιλόγιο πήρε δέκα χιλιάδες (10.000) ελληνικές λέξεις. Το γεγονός ότι τα Ευαγγέλια και γενικά η Καινή Διαθήκη, καθώς και η Μετάφραση των Εβδομήκοντα της Παλαιάς Διαθήκης, ήταν γραμμένα στην Ελληνική, είχε ως αποτέλεσμα να «ορμήσουν» στρατιές ελληνικών λέξεων στις δυτικές γλώσσες: Λατινική, Γερμανική, Αγγλική, Γαλλική κ.λ.π.
Πολύ χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η λέξη παραβολή, η οποία κυριαρχεί στο Ευαγγέλιο. Στην αρχή χρησιμοποιήθηκε αυτούσια από τη Θεολογία και τη Γεωμετρία, Parabola, Parabole κ.τ.λ.
Κατόπιν έχασε τη μεσαία συλλαβή (RA) και έγινε Parole, Parola, Parler, Parlare (δηλαδή εσήμαινε λόγος, ομιλία, ομιλώ κ.λπ.).
Έτσι, γεννήθηκε πλήθος από παράγωγα, σύνθετα και καινούργιες έννοιες, όπως το Παρλεμάν, Παρλαμέντο κ.ά., δηλαδή, το Κοινοβούλιο.
Ο καθηγητής της Λατινικής Φιλολογίας Κων. Ηλιόπουλος στο σύγγραμμά του «Η πολιτική της Ρώμης και οι Λατίνοι συγγραφείς» αναπτύσσει το «Πώς η γη της Ιταλίας, ήδη κατά την εποχή του Αρκάδος Ευάνδρου (που είδαμε πιο πάνω), ήτο πλήρης λειψάνων μιας παλαιάς αρχαιότητας... ο δε Οδυσσεύς Πρόδρομος του Ελληνισμού στην Ιταλική Χερσόνησο».
Επιβεβαίωση όλων αυτών έχουμε στην εισαγωγή του λατινικού ετυμολογικού λεξικού Ernout Meilnet: «Το λατινικό λεξιλόγιο είναι μετάφρασις του αντίστοιχου ελληνικού. Η λατινική γλώσσα λαού αγροτικού, επήρε από την ελληνική όλο το αφηρημένο και τεχνικό λεξιλόγιο. Σε κάθε χρονική στιγμή της ιστορίας διακρίνονται νέες εισροές εκ της ελληνικής.
Αυτό ακριβώς που είχε επισημάνει ο λατίνος ρήτορας και φιλόσοφος Κικέρων: «Οι λατίνοι, λαός αγροτικός, ξεκίνησαν με διακόσιες πενήντα (250) περίπου αγροτικές λέξεις, αντλώντας σωρηδόν λεξιλόγιον εκ της ελληνικής».
Αυτή είναι η εγκυρότερη μαρτυρία ότι οι γλώσσες της Δυτικής Ευρώπης είναι θυγατέρες της Ελληνικής...
ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΕΜΟΣ