Τα Αγαθοεργά δεν πρέπει να γίνουν εκκλησιαστικό ίδρυμα!

on .

- Γράφει ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΔΑΛΛΑΣ*

Με τον Α.Ν. του 1926 καθιερώθηκε το περίφημο «πλην Ιωαννίνων», δηλαδή ιδρύθηκε τότε ένα νομικό πρόσωπο (Ν.Π.Δ.Δ.) στο οποίο ανετέθη η διαχείριση των κληροδοτημάτων της πόλεως των Ιωαννίνων. Η ίδια διάταξη περιελήφθη τόσο στον Ν.2039/1939, ενώ και στον πρόσφατο Ν. 1482/2015 «περί κληροδοτημάτων». προστέθηκε, την τελευταία στιγμή, μία διάταξη με την οποία διατηρήθηκε το «πλην Ιωαννίνων»
Στην περί τα κληροδοτήματα ατελέσφορη διαμάχη των τελευταίων δεκαετιών προβλήθηκε, ως κυρίαρχο αίτημα, η αλλαγή του νομικού καθεστώτος και η κατάργηση των Αγαθοεργών Καταστημάτων. Όμως, εξετάζοντας κάποιος την υφισταμένη κατάσταση και αναλύοντας ψύχραιμα τα δεδομένα του προβλήματος καταλήγει αβίαστα στο συμπέρασμα ότι το μείζον πρόβλημα δεν είναι το νομικό καθεστώς του φορέα, αλλά το ότι: α) η διαχείριση των κληροδοτημάτων δεν γίνεται με πιστή εφαρμογή της βούλησης των διαθετών, β) η μη αυστηρή εφαρμογή των διαχειριστικών κανόνων των διαθηκών οδήγησε σε διοικητική αποδιοργάνωση του φορέα και σε σταδιακή απαξίωση των περιουσιών και γ) από το 1980 και μετά, με την καταστρατήγηση ακόμα και αυτών των θεσμοθετημένων κανόνων εκλογής της Διοίκησης των Αγαθοεργών, επιχειρείται σταδιακά η μετατροπή των Αγαθοεργών από κοσμικό ίδρυμα (Ν.Π.Δ.Δ.) υπό τον έλεγχο της πόλεως και των δημοτών της, σε Εκκλησιαστικό ίδρυμα υπό τον απόλυτο έλεγχο του Μητροπολίτη.
Ο Κανονισμός Λειτουργίας των Αγαθοεργών Καταστημάτων Ιωαννίνων εγκρίθηκε το 1926, δεκατρία (13) μόλις χρόνια μετά την απελευθέρωση της Ηπείρου από σκλαβιά πέντε αιώνων, συντάχθηκε δε με διάθεση διασταλτικής ερμηνείας της βούλησης των διαθετών και με σκοπό την ικανοποίηση των μεγάλων εθνικών και κοινωνικών αναγκών εκείνης της εποχής. Εξ αυτού του λόγου ο νομοθέτης όρισε ότι οι διατάξεις του Κανονισμού δεν αποτελούν σταθερές και αναλλοίωτες διατάξεις (όπως ισχύει για τις διατάξεις διαθηκών ή κληροδοσιών), και α) προσέθεσε την ακροτελεύτια διάταξη, σύμφωνα με την οποία ο Κανονισμός «δύναται να τροποποιηθεί μετά παρέλευσιν ενός έτους αναλόγως των παρουσιαζομένων αναγκών και των εκ πείρας διδαγμάτων» και β) όρισε τον Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων αρμόδιο για την εποπτεία της Εφοροεπιτροπείας και την εφαρμογή του Κανονισμού.
Έτσι λοιπόν παράλληλα με το αναλλοίωτο του νομικού χαρακτήρα των Αγαθοεργών (δηλαδή το «πλην Ιωαννίνων») νομοθετήθηκε και η ρητή υποχρέωση τροποποίησης του Καταστατικού τους ώστε αυτό να είναι απόλυτα εναρμονισμένο με τη βούληση των διαθετών και των εκ της πείρας διδαγμάτων. Αυτή η ρητή υποχρέωση περιλαμβάνεται τόσο στον Α.Ν. του 1926 όσο και στους Ν.2039/1939 και Ν. 4182/2013.
Από τότε που εγκρίθηκε ο πρώτος Κανονισμός (Καταστατικό) των Αγαθοεργών παρήλθαν ενενήντα ένα (91) χρόνια και σ’ αυτό το χρονικό διάστημα επήλθαν ριζικές μεταβολές γεγονός που καθιστά επιβεβλημένη την τροποποίηση του Κανονισμού των Αγαθοεργών. Συγκεκριμένα: α) έχει αλλάξει άρδην το εθνικοκοινωνικό περιβάλλον εφαρμογής του Κανονισμού του 1926 και  οι έκτακτες ανάγκες τις οποίες καλούνταν, αυτός, να καλύψει δεν υφίστανται πλέον. β) Από το 1983 σταμάτησε η ανέγερση νέων διδακτηρίων, οπότε εξέλιπε και η τελευταία προσχηματική δικαιολογία για την βίαιη καταστρατήγηση των διατάξεων του Άρθρου Ε’ της διαθήκης Ν. Ζωσιμά. γ) Όταν το δημόσιο κατήργησε, το 1985, την Πρότυπο Ζωσιμαία Σχολή η Εφοροτροπεία των Αγαθοεργών όχι μόνο δεν υπερασπίσθηκε την εκπαιδευτική παράδοση της Σχολής, αλλά, δια της σιωπής της, συνέβαλε στην σταδιακή αποξένωση του ιδρύματος από το Κληροδότημα Ν. Ζωσιμά. Επί πλέον, και κατά παράβαση των κανόνων δικαίου και των χρηστών διαχειριστικών ηθών, συνέχισε –και εξακολουθεί μέχρι σήμερα- να παρέχει την ακίνητη περιουσία της στο δημόσιο για χρήση, άνευ ουδενός ανταλλάγματος. δ) Λόγω της αδυναμίας επιλογής ικανών στελεχών διοίκησης  και της, εξ αυτού του λόγου, στελεχιακής αποδυνάμωσης η κρίση των τελευταίων ετών αντιμετωπίστηκε πλημμελώς, γεγονός που είχε σαν συνέπεια την οριστική απώλεια της άυλης (μετοχές) περιουσίας των Αγαθοεργών. ε) Η ακίνητη περιουσία των Αγαθοεργών Καταστημάτων παραμένει απροστάτευτη και κινδυνεύει να απαξιωθεί καθ’ όσον το καθεστώς  συντήρησης και επισκευής της είναι απόλυτα ασαφές και δεν υπάγεται σε κάποιους κανόνες αμοιβαίων υποχρεώσεων μεταξύ ιδιοκτήτη και χρήστη (Ελληνικού Δημοσίου). στ) Πολλά από τα ιδρύματα που αναφέρονται στον Κανονισμό δεν υφίστανται σήμερα ή δεν υπάγονται πλέον στην δικαιοδοσία των Αγαθοεργών (Νοσοκομείο Χατζηκώστα, Φαρμακείο των Ελεών, Κοινόν Νοσομείον - Σπιτάλια κ.α). Και ζ) ο Κανονισμός δεν εφαρμόζεται πλέον με την δέουσα αυστηρότητα, αλλά με μία διασταλτική ερμηνεία των διατάξεων του και με ένα τρόπο ο οποίος εγγίζει –εάν δεν τα υπερβαίνει- τα όρια της νομιμότητας.
Συγκεκριμένα: τα Αγαθοεργά Καταστήματα τείνουν να μετατραπούν από Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου σε Εκκλησιαστικό Ίδρυμα καθ’ όσον η διοίκησή τους, όχι μόνο δεν ασκείται από σώμα Εφόρων εκλεγμένων με τον τρόπο που όρισαν οι διαθέτες (“σε γενική συνέλευση των Δημογερόντων των Ιωαννίνων, των πιο έγκριτων και των πιο έμπειρων Ιωαννιτών.”), αλλά ούτε καν με τις διατάξεις που καθιερώθηκαν με τον Κανονισμό του 1926. Η κοινωνία των Ιωαννίνων αποξενώθηκε παντελώς από την διαδικασία επιλογής Εφόρων και πλέον η διοίκηση των Αγαθοεργών εκλέγεται από ένα εκλεκτορικό σώμα στο οποίο πλειοψηφούν, σε ποσοστό 61%, οι εκλέκτορες οι οποίοι διορίζονται –έμμεσα- από τον εκάστοτε Μητροπολίτη βάσει των διατάξεων του Κανονισμού της Ιεράς Συνόδου της Ελλάδος 8/1979 «Περί Ιερών Ναών και Ενοριών»     
 Κατά συνέπεια, για λόγους ηθικής τάξεως (σεβασμός της βούλησης των διαθετών), διαχειριστικής τάξεως (συστηματική συντήρηση και επικερδής εκμετάλλευση της ακίνητης περιουσίας) και προσαρμογής στις σύγχρονες ανάγκες βάσει των «εκ πείρας διδαγμάτων» απαιτείται η άμεση και χωρίς καμία χρονοτριβή αναθεώρηση του Κανονισμού Λειτουργίας των Αγαθοεργών Καταστημάτων Ιωαννίνων, ώστε αυτός να είναι απόλυτα εναρμονισμένος με την βούληση των διαθετών και τις σύγχρονες ανάγκες της κοινωνίας των Ιωαννίνων.

* Ο Αθανάσιος Δάλλας είναι πρ. Πρόεδρος του Συλλόγου Αποφοίτων Ζωσιμαίας Σχολής Ιωαννίνων.