Ηπειρώτες Ευεργέτες, Ε.Μ.Π. και το χρέος της Πολιτείας!

on .

Ολοκληρώθηκαν τον περασμένο Δεκέμβριο, οι εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν με την ευκαιρία της συμπλήρωσης το έτος 2017, 180 χρόνων από την ίδρυση, το 1837, του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Τέτοιου είδους επετειακές εκδηλώσεις προσφέρονται για τις απαραίτητες ιστορικές αναδρομές από τις οποίες θα καταδεικνύεται η μεγάλη συνεισφορά του Ιδρύματος στην ανάπτυξη του τόπου, όπως ακριβώς την οραματίστηκε ο δημιουργός του, αυτό το εκλεκτό τέκνο του Μετσόβου, και μεγάλος Ηπειρώτης Εθνικός Ευεργέτης, ο Νικόλαος Στουρνάρης και οι άλλοι δυο μεγάλοι Μετσοβίτες Εθνικοί Ευεργέτες, ο Γεώργιος Αβέρωφ και ο Μιχαήλ Τοσίτσας, στους οποίους οφείλεται η σύσταση και η λειτουργία του ανώτατου αυτού Τεχνολογικού Ιδρύματος της Χώρας με την αναμφισβήτητη προσφορά του προς το Έθνος.
Προσφέρονται επίσης αυτού του είδους οι εκδηλώσεις για να αναλογιστούμε οι μεταγενέστεροι, ιδιαίτερα αυτοί που είχαν, σε πολιτικό και εκπαιδευτικό επίπεδο, την ευθύνη της λειτουργίας του, αν αξιοποιήσαμε κατά τρόπο αποφασιστικό τους οραματισμούς των πρωτεργατών του και αν ακολουθήσαμε με συνέπεια το δρόμο που χάραξαν οι αγνές μορφές τους. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το βαθύτερο νόημα αυτών των εκδηλώσεων.
Αξίζει με την ευκαιρία αυτών των εκδηλώσεων να επισημάνουμε μερικά βασικά στοιχεία της ζωής και της δράσης του Νικόλαου Στουρνάρη, που βοηθούν στο να κατανοήσουμε τις συνθήκες εκείνες που υπήρξαν και η γενεσιουργός αιτία της ιδέας της δημιουργίας του λαμπρού αυτού εκπαιδευτικού ιδρύματος στη χώρα μας.
Στο Μέτσοβο ολοκλήρωσε τη βασική εγκύκλιο εκπαίδευσή του και στην συνέχεια μετανάστευσε στο Λιβόρνο της Ιταλίας όπου υπήρχε ακμάζουσα Ελληνική Κοινότητα με πρωτοπόρους τους Ηπειρώτες και εργάστηκε στον εμπορικό οίκο των θείων του αδελφών Τοσίτσα. Η έντονη και αποδοτική επιχειρηματική του δραστηριότητα στον τομέα της ναυτιλίας και του εμπορίου, τον έπεισε πως για να ανταποκριθεί κανείς στις απαιτήσεις της απαιτείται, μαζί με την πρακτική πείρα και η συστηματική πνευματική καλλιέργεια.
Νιώθει έτσι την ανάγκη να στηρίξει την πρακτική πείρα που του εξασφάλιζε η επιχειρηματική δραστηριότητα, πάνω σε στέρεες επιστημονικές βάσεις. Μεταβαίνει στο Παρίσι, φοιτά εκεί σε Ειδικό Επαγγελματικό Σχολείο, στο οποίο παρακολουθεί όλα εκείνα τα μαθήματα, θεωρητικά και πρακτικά, που του προσπόρισαν όλα τα εφόδια, με τα οποία αφοσιώθηκε μεθοδικά και αποτελεσματικά στον επιχειρηματικό - πρακτικό τομέα.
Από το Παρίσι στην Αλεξάνδρεια όπου αναλαμβάνει διευθυντής του εμπορικού οίκου του θείου του Μιχαήλ Τοσίτσα. Φύση ανήσυχη και δημιουργική, καθώς ήταν στρέφει το ενδιαφέρον του στη γεωργία. Επισκέπτεται γεωργικά και βιομηχανικά κέντρα της Ευρώπης, αποκτάει νέες πρακτικές γνώσεις, καινούριες αντιλήψεις παραγωγής και μεταποίησης προϊόντων, καθιστά τη διά βίου μάθηση κανόνα της ζωής και της δραστηριότητάς του, αναπτύσσει πρωτόγνωρη για την εποχή του και την ηλικία του επιχειρηματική δραστηριότητα και δημιουργεί τεράστια περιουσία.
Η ψυχή όμως του πολύπειρου αυτού Οδυσσέα φλογίζεται συνεχώς από την αγάπη του για την πατρίδα. Την επισκέπτεται επανειλημμένα, γνωρίζει από κοντά την κατάστασή της, θλίβεσαι για όσα διαπιστώνει, ενδιαφέρεται για τα προβλήματά της και για την πρόοδό της. Εδώ στην Ελλάδα συνειδητοποιεί πλήρως πως ανάπτυξη και ευδαιμονία σε μια χώρα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς Παιδεία.
Παιδεία σε όλα τα επίπεδα, όχι βέβαια αυτή που συνάντησε στην Ελλάδα, στα μέσα του 19ου αιώνα, αλλά αυτή που είχε γνωρίσει στην Ευρώπη και στηριζόταν στη σύζευξη της θεωρητικής γνώσης και της συστηματικής τεχνικής κατάρτισης. Η τελευταία έλειπε τότε σχεδόν εντελώς στην πατρίδα μας.
Με αυτές τις σκέψεις και με αυτές τις διαπιστώσεις συνέλαβε την ιδέα της δημιουργίας ενός λαμπρού Ανώτατου Τεχνολογικού Ιδρύματος με περιωπή που άρμοζε σε ένα Ανώτατο Μορφωτικό Ίδρυμα, πνευματικό και θετικό συγχρόνως και τέτοιο Ίδρυμα υπήρξε το Πολυτεχνείο.
Και είναι αλήθεια -που τονίστηκε άλλωστε κατά τις εορταστικές εκδηλώσεις- πως η συμβολή του Πολυτεχνείου στην ουσιαστική ανάπτυξη της πατρίδας μας υπήρξε ανεκτίμητη. Τόνισε αυτή την προσφορά του, με άρθρο της σε αθηναϊκή εφημερίδα πρόσφατα η Ομότιμη Καθηγήτρια του Ε.Μ.Π., κυρία Μαρία Μιμίκου αναφέροντας πως «το πρώτο τεχνολογικό ίδρυμα της χώρας εκπαίδευσε γενεές Ελλήνων και Ελληνίδων μηχανικών προσελκύοντας τα καλύτερα μυαλά. Οι απόφοιτοί του που βρέθηκαν να συνεχίσουν σπουδές στα καλύτερα πανεπιστήμια του κόσμου, αλλά και αυτοί που ασχολήθηκαν στην πράξη, δυνάμωσαν ακόμα περισσότερο τη φήμη του».
Δε διστάζει όμως η κ. Μιμίκου να επισημάνει και ορισμένα αρνητικά στοιχεία -πράγμα που πιστεύω πως είναι μέσα στο νόημα των εορταστικών εκδηλώσεων και αποσκοπούν στην αποφυγή τους- τις αιτίες των οποίων αποδίδει «στο σφιχτό κρατικό - κομματικό εναγκαλισμό, στον ιδιόρρυθμο κομματικό και συντεχνιακό συνδικαλισμό, στον οικονομικό μαρασμό και σε μια εκρηκτική καθημερινότητα με καταλήψεις, διακοπές μαθημάτων και συνεδριάσεων», καθώς και μερικά άλλα νοσηρά φαινόμενα γνωστά από τα όσα συμβαίνουν, κάθε τόσο, γύρω από το χώρο του ιστορικού κτιρίου του Πολυτεχνείου. Και αυτά που συμβαίνουν τα βλέπουμε χρόνια τώρα, στις τηλεοράσεις.
Χρέος, ιερό μάλιστα, της Πολιτείας που απορρέει από στοιχειώδη σεβασμό στη μνήμη των τριών εκλεκτών τέκνων του Μετσόβου, του Στουρνάρη, του Αβέρωφ και του Τοσίτσα, που δημιούργησαν το λαμπρό αυτό Ίδρυμα, να αποκαταστήσει άμεσα το ιστορικό Κτίριο και το γύρω από αυτό χώρο και, σε συνεννόηση με τη Διοίκηση του Ιδρύματος, να το αξιοποιήσει και να το καταστήσει, ως ιστορικό μνημείο, προσβάσιμο στους πολίτες, χώρο τιμής και μνήμης. Η μέχρι τώρα αδιαφορία της Πολιτείας, ιδιαίτερα για τους Ηπειρώτες Ευεργέτες και τα Κληροδοτήματά τους, υπήρξε εγκληματική. Και το τραγικό είναι πως, κατά τα χρόνια της μεταπολίτευσης, ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας, τρεις Υπουργοί, αρμόδιοι για τα Κληροδοτήματα και ο σημερινός Πρωθυπουργός προέρχονται από την Ήπειρο και δεν έχουν κάνει τίποτε.

ΣΠΥΡΟΣ ΕΡΓΟΛΑΒΟΣ