Από το ωσαννά στο πάθος…

on .

- Του ΜΙΧΑΗΛ  Γ. ΤΡΙΤΟΥ, Καθηγητή Α.Π.Θ.

Η Κυριακή των Βαΐων ή Βαϊοφόρος Κυριακή ή Βαϊοφόρος εορτή, μας θυμίζει την θριαμβευτική είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, την οποία είχε προείπει τον δ’ αιώνα π.Χ. ο προφήτης Ζαχαρίας με την εξής εντυπωσιακή προφητεία: «Χαίρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ Ιερουσαλήμ· ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι δίκαιος και σώζων αυτός, πραύς και επιβεβηκώς επί υποζύγιον και πώλον νέον» (Ζαχ. Θ’, 9).
Ο Χριστός καθήμενος «επί πώλου όνου», ειρηνικός, εισέρχεται στην Αγία Πόλη. Δεν έρχεται όπως οι άλλοι βασιλείς. Δεν συνοδεύεται από υπασπιστές και στρατιώτες. Διαβλέπει το μεγάλο λάθος του ισραηλιτικού λαού, που περιμένει το Μεσσία για να τον ελευθερώσει από τη ρωμαϊκή κυριαρχία. Ο Βασιλευς Ιησούς δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τη νοοτροπία του όχλου και τις εγκόσμιες μεσσιανικές του προσδοκίες, γιατί μια τέτοια κοσμικού τύπου αντίληψη είναι ξένη στο χαρακτήρα της Βασιλείας του Θεού, που είναι «δικαιοσύνη και άσκησις συν αγιασμώ». Ο Ιησούς είναι ο Βασιλεύς του νέου Ισραήλ της χάριτος. Ο ιδρυτής της πνευματικής Βασιλείας, η οποία αρχίζει από την αναγεννημένη καρδιά του πιστού και εκτείνεται στην άληκτη μεταφυσική πραγματικότητα.
Η Βαϊοφόρος, όπως αλλιώς ονομάζεται η Κυριακή των Βαΐων, συνδέεται άμεσα με την Ανάσταση του Λαζάρου. Παλιότερα στην Ανατολή οι δυο γιορτές γιορτάζονταν την ίδια μέρα. Για καθαρά όμως πρακτικούς λειτουργικούς λόγους, επειδή από την Παρασκευή που τέλειωνε η Μεγάλη Τεσσαρακοστή μέχρι την Κυριακή μεσολαβούσε το Σάββατο, στο οποίο δεν υπήρχε ούτε νηστεία ούτε κάποια γιορτή, διαχωρίστηκαν οι δύο γιορτές και η Ανάσταση του Λαζάρου τοποθετήθηκε το Σάββατο. Απόδειξη του παλιότερου κοινού τους γιορτασμού αποτελεί το απολυτίκιο «Την κοινήν Ανάστασιν» που ψέλνεται μέχρι σήμερα και στις δύο γιορτές και προσδίδει στο γιορταστικό αυτό διήμερο έναν νικητήριο πανηγυρικό χαρακτήρα, που είναι το προανάκρουσμα της μεγάλης εορτής της Αναστάσεως. Άλλωστε τα βαΐα που κρατάμε την Κυριακή των Βαΐων είναι σύμβολα νίκης και θριάμβου για την Ανάσταση του Λαζάρου και κατά προέκταση για την Ανάσταση του Χριστού και την κοινή Ανάσταση όλων μας.
Στα χρόνια της ακμής του Μοναχισμού την παραμονή της Κυριακής των Βαΐων, οι ασκητές επέστρεφαν στα μοναστήρια από τα ασκητήριά τους, όπου είχαν εγκατασταθεί την ημέρα της γιορτής του Αγίου Αντωνίου (17 Ιανουαρίου). Με την ευκαιρία αυτής της επανασυναθροίσεως για τον κοινό γιορτασμό της Μεγάλης Εβδομάδος και της Αναστάσεως του Χριστού, έψελναν όλοι μαζί το θαυμάσιο ιδιόμελο του εσπερινού της Κυριακής των Βαΐων «Σήμερον η χάρις του Αγίου Πνεύματος ημάς συνήγαγε· και πάντες αίροντες τον Σταυρόν σου λέγομεν…». Σε άλλον ύμνο της γιορτής αναφέρεται: «Οι εν τοις ερήμοις και σπηλαίοις ήκατε· αθροίσθητε συν ημίν βαϊοφόροι υπαντήσαι τω βασιλεί και Δεσπότη».
Η Κυριακή των Βαΐων ειναι μια ημέρα πανηγυρική, που προαναγγέλλει τη νίκη που έρχεται. Τη νίκη ως θρίαμβο της Βασιλείας του Θεού και ως αποδοχή από τον κόσμο του μόνου Βασιλέως, του Ιησού Χριστού. Κρατώντας στα χέρια μας τους κλάδους των Βαΐων γινόμαστε ένα με το λαό της Ιερουσαλήμ και διακηρύσσουμε το μεγαλείο της Βασιλείας του Θεού, που μόνο αυτή δίνει νόημα και σκοπό στην ανθρώπινη ζωή. Κυρίως «ομολογούμε ότι το κάθε τι στη ζωή μας και στον κόσμο ανήκει στο Χριστό, γιατί δεν υπάρχει περιοχή της ζωης όπου Εκείνος δεν κυβερνά, δεν σώζει, δεν λυτρώνει. Διακηρύσσουμε την παγκόσμια, την καθολική ευθύνη της εκκλησίας για την ανθρώπινη ιστορία και επιβεβαιώνουμε την παγκόσμια αποστολή της».
Όπως παρατηρεί ο πρωτοπρεσβύτερος Αλέξανδρος Σμέμαν τα γεγονότα της διπλής αυτής γιορτής, δηλ. της αναστάσεως του Λαζάρου και της εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, αναφέρονται στα λειτουργικά κείμενα ως «προοίμιον του Σταυρού». Γιατί μας εισαγάγουν στην Εβδομάδα των Παθών, που είναι η δυναμικότερη σε θρησκευτικά βιώματα περίοδος του εκκλησιαστικού χρόνου.
Τα σωστικά γεγονότα αυτών των ημερών δεν είναι μία απλή ανάμνηση ή ένας στείρος συναισθηματισμός, αλλά μια συγκλονιστική ζωντανή παρουσία, που έχει να δώσει για τον καθένα μας μία ουσιαστική πρόταση ζωής. Οι ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος, όπως τις τηρεί το ορθόδοξο τυπικό, είναι συνθέσεις υψίστης χριστιανικής εμπνεύσεως. Είναι οι πλέον συμπυκνωμένες σε υψηλά νοήματα γιορταστικές ημέρες του χρόνου, η «ουσιωδέστερη στιγμή των μυστηρίων της ορθοδόξου λατρείας», όπως παρατηρεί ο διαπρεπής ρώσος θεολόγος Bulgacov.
Η Εκκλησία μας προσκαλεί στη μυσταγωγία της Μεγάλης Εβδομάδος για να μας κάνει κοινωνούς των υψηλών βαθμών της κατανύξεώς της. Καλούμαστε όχι ως θεατές, αλλά ως συμμέτοχοι του Πάθους. Ο συναισθηματικός παροξυσμός αυτών των ημερών πρέπει από παροδικό συγκινησιακό φαινόμενο να μετατραπεί σε μια ουσιαστική και μόνιμη σχέση με τον Σταυρωθέντα και Αναστάντα Ιησού.