Γιατί μένει άλυτο το πρόβλημα με τα Ηπειρωτικά Kληροδοτήματα…

on .

Με αφορμή την συζήτηση του γνωστού θέματος των Ηπειρωτικών Κληροδοτημάτων στο Δημοτικό Συμβούλιο της πόλης μας, είδαν το φώς της δημοσιότητας αρκετά δημοσιεύματα που θα πρέπει να προβληματίσουν όλους μας και ιδιαίτερα τους οικονομικά και πολιτικά υπεύθυνους, για την απαράδεκτη πλέον κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, εξ αιτίας ενός προβλήματος, που παραμένει άλυτο επί πολλές δεκαετίες.
Επανέρχεται λοιπόν για άλλη μια φορά το θέμα των παλαιών κληροδοτημάτων της πόλης και της περιοχής των Ιωαννίνων και κυρίως των κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας γνωστών κληροδοτημάτων του Νικ. Ζωσιμά, Γεωργ. Σταύρου, Ζ. Καπλάνη πού έχουν άμεση σχέση με την πόλη των Ιωαννίνων και το Τούλειο Κληροδότημα τού Μετσόβου- τα οποία όπως είναι γνωστό, ευρίσκονται παράνομα και αντισυνταγματικά στα χέρια των λεγομένων "Αγαθοεργών Καταστημάτων της Μητροπόλεως Ιωαννίνων" από τα οποία και διοικούνται για αρκετές 10ετίες μέχρι και σήμερα παρά τον νόμο και ενάντια στη θέληση των διαθετών ως και των συστατικών τους πράξεων.
Το πρόβλημα αυτό έχει εξελιχθεί δυστυχώς σε μείζον πολιτικό πρόβλημα λόγω των σχέσεων διαπλοκής Κράτους και Εκκλησίας και λόγω της σκόπιμης απροθυμίας όλων σχεδόν των μέχρι σήμερα κυβερνήσεων να εφαρμόσουν το Σύνταγμα και τους νόμους, με αποτέλεσμα τα κληροδοτήματα αυτά να παραμένουν παράνομα στα χέρια εκκλησιαστικών παραγόντων και φορέων, χωρίς κανένα διοικητικό και οικονομικό κρατικό έλεγχο.
Έτσι φτάσαμε στο σημείο τοπική εφημερίδα, μετά την γνωστοποίηση του από 21-9-2018 εγγράφου του Μητροπολίτη Ιωαννίνων, ως προέδρου των Αγαθοεργών Καταστημάτων των Ιωαννίνων, προς τον Δήμο Ιωαννιτών, με πρωτοσέλιδο τίτλο… «Έτσι βούλιαξαν τα Αγαθοεργά» να διεκτραγωδεί την οικτρή κατάσταση των πιο πάνω, άλλοτε ανθηρών οικονομικά κληροδοτημάτων, εξ αιτίας της κακοδιαχείρισης, όλων των προηγουμένων ετών, προς μεγάλη ζημία των ευεργετούμενων από αυτά και της πόλης γενικότερα σύμφωνα με την βούληση των διαθετών. Ενώ θα περίμενε κανείς εν όψει της συνεδρίασης του Δημ. Συμβουλίου για την κατάσταση αυτή των Αγαθοεργών, κάποια διάθεση συγκατάβασης και συνεργασίας, το έγγραφο που στάλθηκε στον Δήμο από τον πιο πάνω Μητροπολίτη οξύνει ακόμη περισσότερο την υπάρχουσα άσχημη κατάσταση –οικονομική και διοικητική.
Το περίεργο εν προκειμένω είναι ότι αντί ο πρόεδρος των Αγαθοεργών να προσπαθήσει να αναζητήσει τα αίτια και τους υπεύθυνους για την κατάσταση αυτή, εμμέσως πλην σαφώς κηρύσσει «πόλεμο» έναντι πάντων, ακόμη και στον Δήμο Ιωαννιτών, υπαινισσόμενος ότι κακώς επεμβαίνει στα «χωράφια» της Εκκλησίας και ότι τα Αγαθοεργά Καταστήματα είναι ανεξάρτητο ΝΠΙΔ και ότι «δεν έχουν υποχρέωση να παρέχουν πληροφορίες για την οικονομική και την εν γένει κατάσταση αυτών, παρά μόνο στα αρμόδια κρατικά όργανα».
Αλλά και εδώ ατύχησε ο νέος Μητροπολίτης μας, διότι δυστυχώς φαίνεται ότι δεν είναι επαρκώς ενημερωμένος για την κατάσταση που επικρατούσε –και δυστυχώς συνεχίζεται- στα Αγαθοεργά πριν από την ανάληψη των καθηκόντων του.
Ακόμη από το εν λόγω κείμενο αποδεικνύεται και εμμέσως πλην σαφώς συνομολογείται ότι ο ιδιωτικός αυτός Φορέας των Αγαθοεργών δεν έχει κανένα νόμιμο έρεισμα και εξακολουθεί να λειτουργεί μέχρι σήμερα παράνομα, ως προς τα προαναφερθέντα εθνικά κληροδοτήματα, αφ’ ετέρου δε υπεραμύνεται ενός αναχρονιστικού θεσμού, που ίσχυε αναγκαστικά εις βάρος του υπόδουλου γένους στα χρόνια της τουρκοκρατίας.
Είναι γνωστό ότι κατά την διάρκεια της Τουρκοκρατίας ίσχυε ιδιαίτερο νομικό καθεστώς επί των περιουσιών, τις οποίες άφηναν Έλληνες πολίτες (εθνικοί ευεργέτες) για κοινωφελείς σκοπούς υπέρ των Ελλήνων υποδούλων, διότι ο Σουλτάνος δεν ανεγνώριζε Εθνικές Κοινότητες, αλλά μόνον Θρησκευτικές, λόγω των γνωστών προνομίων τα οποία είχαν παραχωρηθεί στο Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης.
Είναι επίσης γνωστό ότι μετά την απελευθέρωση των Ιωαννίνων και της Ηπείρου και το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων και συγκεκριμένα το 1920, το επίσημο Ελληνικό Κράτος (Κυβέρνηση Ελ. Βενιζέλου) αποφάσισε με το Ν. 2508/1920 να ρυθμίσει όλα τα θέματα τα σχετικά με τις περιουσίες που προέρχονταν από διαθήκες, κληροδοτήματα και δωρεές, τις οποίες κατά την Τουρκοκρατία διαχειρίζονταν η Δημογεροντία και οι Εφοροεπιτροπείες των Χριστιανικών Κοινοτήτων. Έτσι λοιπόν με τον νόμο αυτό κατηργήθησαν οι Χριστιανικές Κοινότητες των Νέων Χωρών και διαλύθηκαν οι Διοικήσεις και Εφοροεπιτροπείες (άρθρον 1), καθορίστηκε δε και ο τρόπος με τον οποίο θα γίνονταν στο εξής η εκκαθάριση, η διοίκηση και η διαχείριση των περιουσιών που ανήκαν, σ' αυτά τά Κληροδοτήματα ή τα αυτοτελή Ιδρύματα, ανάλογα με τα προβλεπόμενα στις συστατικές ιδρυτικές πράξεις αυτών. (Αρθρα 2,11 κλπ).
Συγκεκριμένα, ο νόμος Βενιζέλου προέβλεπε ότι "από 1-4-1921 καταργούνται και θεωρούνται αυτοδίκαια διαλελυμένες όλες οι από τουρκοκρατίας στις νέες Χώρες υφιστάμενες Ορθόδοξες Χριστιανικές Κοινότητες και οι Διοικούσες αυτών Αντιπροσωπείες, Εφορίες και άλλες Επιτροπείες", επί πλέον δε προέβλεψε και την διαδικασία σύμφωνα με την οποία οι επί μέρους περιουσίες των Κληροδοτημάτων και Ιδρυμάτων αυτών κατατάσσονταν σύμφωνα με τον σκοπό και τη βούληση του διαθέτου σε 5 κατηγορίες θα εκκαθαρίζονταν εντός ενός έτους και στη συνεχεία θα περιέρχονταν στο φυσικό Διοικητή και Διαχειριστή τους, κατά τά οριζόμενα στη συστατική πράξη και τον νόμο. Συγκεκριμένα οι περιουσίες αυτές διακρίνονται σύμφωνα με το άρθρο 3 τού ιδίου νόμου σε: 1) Σχολικές, 2) Ενοριακές, 3) Εκκλησιαστικές, 4) Ευαγών και κοινωφελών Ιδρυμάτων και 5) Κοινοτικές.
Ο Νόμος αυτός δεν εφαρμόσθηκε μόνο στα... Γιάννενα, διότι ο τότε πανίσχυρος Μητροπολίτης Ιωαννίνων Σπυρίδων, σφόδρα αντιβενιζελικός και εκμεταλλευόμενος τις προσβάσεις πού είχε -ιδιαίτερα σε περιόδους ανωμαλίας και συνταγματικής εκτροπής- στην πολιτική εξουσία, αρνήθηκε να εφαρμόσει το νόμο του Βενιζέλου. Βρήκε μάλιστα την ευκαιρία, το 1926, με τη δικτατορία του Παγκάλου και κατέφερε να εκδοθεί: 1) Διάταγμα -άρθρο μόνο- "Περί διαχειρίσεως των περιουσιών των επί Τουρκοκρατίας Χριστιανικών κοινοτήτων της περιφέρειας του Νομού Ιωαννίνων" (ΦΕΚ 153/14-5-1926), με το οποίο "..αί διατάξεις τού Ν.2508/1920 δεν εφαρμόζονται στην Περιφέρεια των Ιωαννίνων, η δε διαχείριση των περιουσιών των επί Τουρκοκρατίας τέως Χριστιανικών Κοινοτήτων ενεργείται επί τη βάσει Κανονισμού.. εκδοθησομένου εντός 20 ημέρων... κλ.π." Το Διάταγμα αυτό, με το οποίο καθιερώνεται το γνωστό "πλην Ιωαννίνων" αποτελεί νομικά, συνταγματικά, ηθικά και κοινωνικά στίγμα το οποίο θα σημαδεύσει για 10ετίες τα Γιάννενα και ολόκληρη την περιφέρεια των Ιωαννίνων.
Επακολούθησε στη συνέχεια το Διάταγμα "Περί Κανονισμού διαχειρίσεως περιουσιών των επί Τουρκοκρατίας Χριστιανικών Κοινοτήτων της πόλεως των Ιωαννίνων" (ΦΕΚ 218/1-7-1926 τευχ.Α), το οποίο επικαλείται στην απάντησή του ο Μητροπολίτης Ιωαννίνων και το οποίο αποτέλεσε και την "πέτρα τού σκανδάλου" για την γνωστή απαράδεκτη Γνωμοδότηση τού ΝΣΚ για την οποία θα αναφερθώ πιο κάτω. Να σημειωθεί εδώ ότι αυτός ο Κανονισμός, όπως προανέφερα, δεν είχε καμία σχέση με τον προαναφερθέντα αυτοδιοικητικό «Κανονισμό της Πόλης και της Επαρχίας Ιωαννίνων» του 1908.
Ο εν λόγω "Κανονισμός", ο οποίος έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με το Σύνταγμα, τους νόμους και τις θελήσεις των διαθετών Ευεργετών, αποτελεί θλιβερό κατάλοιπο απαραδέκτου αναχρονισμού και προσβάλει το κύρος μιας συντεταγμένης Πολιτείας, αφού από το άρθρον 1 προβλέπεται ότι: "Η διαχείριση των περιουσιών των επί Τουρκοκρατίας τέως Χριστιανικών Κοινοτήτων, ενεργείται και εφ' εξής υπό τής Εφοροεπιτροπείας της πόλεως Ιωαννίνων εκπροσωπούσης το νομικό πρόσωπο των "Ελεών ή Αγαθοεργών Καταστημάτων Ιωαννίνων", εχούσης υπό την δικαιοδοσία αυτής όλους τούς ιερούς Ναούς, Νεκροταφεία, Εξωκλήσια και πάντα τα κοινωφελή, ευαγή, φιλανθρωπικά και άλλα ιδρύματα, άτινα υπήγοντο μέχρι τούδε υπό την τέως Εφοροεπιτροπείαν των Ελεών ή Αγαθοεργών Καταστημάτων της πόλεως Ιωαννίνων".
Πέραν αυτού, τα Διατάγματα αυτά ακυρώθηκαν αυτοδικαίως στη συνέχεια, δεδομένου ότι, ερχόταν σε πλήρη αντίθεση και με το άρθρο 20 του Συντάγματος του 1927, διότι με τον ως άνω παράνομο Κανονισμό -τον οποίο επικαλούνται μέχρι σήμερα- που είχε συντάξει με παράνομο και ανεπίτρεπτο τρόπο η επανασυσταθείσα Εφοροπεριτροπεία, καταργούσε την αυτοτέλεια των κληροδοτημάτων αυτών και δεν ελάμβανε υπ’ όψη την βούληση των διαθετών και όσον αφορά στους όρους της διοικήσεως και διαχειρίσεως ενός εκάστου κληροδοτήματος και ως προς τους σκοπούς αυτών, στοιχεία δηλαδή της βουλήσεως των διαθετών, τα οποία τελούν υπό αυστηρή συνταγματική προστασία.
Το ίδιο δυστυχώς ανώμαλο καθεστώς συνεχίστηκε με δύο ακόμη δικτατορικά καθεστώτα. Είναι γεγονός ότι η Εκκλησία και κύρια το ανώτατο Ιερατείο της –πλην ελαχίστων εξαιρέσεων- δεν μας έχουν πείσει για την δημοκρατικότητά τους, διότι είναι ιστορικά γνωστό ότι δεν παρέλειψαν να "ευλογήσουν" κάθε αντιδημοκρατική εκτροπή στην Πατρίδα μας και κάθε Δικτατορία. Άνθρωποι και θεσμοί όπως η Εκκλησία πού εξ ορισμού διεκδικούν το αλάθητο και την μοναδικότητα του απόλυτου δόγματος και πού ανάγουν σε "αίρεση" και την πλέον απλή έκφραση άλλης άποψης, νομίζω ότι δεν δικαιούνται να μιλούν για Δημοκρατία.
Συγκεκριμένα: 1) Η δικτατορία της 4ης Αυγούστου, τού Ι. Μεταξά, η οποία με τον Α.Ν. 2039/1939 (Κεφ. Θ άρθρα 113- 124) εξαίρεσε και πάλι την πόλη των Ιωαννίνων και όρισε τα Κληροδοτήματα να διοικούνται με βάση τον παράνομο και καταργημένο ήδη Κανονισμό του 1926. Παρά το γεγονός ότι όλες οι πιο πάνω διατάξεις, αν. νόμοι, Διατάγματα και Κανονισμοί καταργήθηκαν για άλλη μία φορά με τον πιο σαφή και κατηγορηματικό τρόπο από το Σύνταγμα του 1952, δυστυχώς και πάλι συνεχίστηκε για την πόλη μας το παράνομο αυτό καθεστώς.
Συγκεκριμένα: α) Στο άρθρο 3 του Συντάγματος του 1952 ορίζεται ότι “Οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου”. Δυστυχώς όμως το άρθρο αυτό δεν εφαρμόστηκε για τους κατοίκους της πόλης των Ιωαννίνων, δεδομένου ότι το άρθρο 113 Α.Ν. 2039/1939 εξαιρεί την πόλης των Ιωαννίνων από τις ρυθμίσεις που επιβάλλει στις υπόλοιπες πόλεις και διατηρεί ένα αντισυνταγματικό καθεστώς –το γνωστό «πλην Ιωαννίνων».
β) Επίσης στο άρθρο 105 του Συντάγματος του 1952 ορίζεται ότι: “Όλοι σι νόμοι και τα διατάγματα, καθόσον αντιβαίνουσιν εις το παρόν Σύνταγμα καταργούνται”: Το από 30 -4-1926 Ν.Δ. το από 1-7-1926 Ν.Δ., το από 11-11-1927 Ν.Δ., και τα άρθρα 113-124 του Α.Ν. 2039/1939, αντιβαίνουν στο άρθρο 106 του Συντάγματος του 1952 που ορίζει ότι “δεν επιτρέπεται η μεταβολή του περιεχομένου ή των όρων διαθήκης ή δωρεάς κατά τας υπέρ του δημοσίου ή κοινωφελούς σκοπούς διατάξεις αυτής”, άρα, σύμφωνα με το άρθρο 105 του Συντάγματος, καταργούνται.
Συνεπώς το καθεστώς των Αγαθοεργών Καταστημάτων της Μητρόπολης Ιωαννίνων και με βάση το Σύνταγμα του 1952, είχε ήδη καταργηθεί και είναι συνταγματικά και νομικά ανύπαρκτο. Δηλαδή κατά τρόπο παράνομο και αντισυνταγματικό (άρθρο 109 τού ισχύοντος Συντάγματος) καταστρατηγείται η βούληση των διαθετών και ως προς τα πρόσωπα και τον φορέα της διοίκησης καθώς και ως προς τους ευρύτερους κοινωνικούς σκοπούς των ευαγών και κοινωφελών αυτών Ιδρυμάτων, τα οποία δεν είχαν καμία σχέση με τα καθαρά εκκλησιαστικά και ενοριακά κληροδοτήματα. Η διαχρονικότητα και η ισχύς της συνταγματικής αυτής διάταξης, συμφώνα με την οποία "απαγορεύεται η μεταβολή του περιεχομένου ή των όρων της διαθήκης, κωδίκελλου ή δωρεάς κατά τας διατάξεις αυτής υπέρ τού Δημοσίου ή υπέρ κοινωφελούς σκοπού..." αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι αύτη η διάταξη πέρασε σχεδόν αυτούσια σε όλα τά Συντάγματα τής Πατρίδος μας, ήτοι και στο Σύνταγμα τού 1927 (άρθρον 20) και στο Σύνταγμα τού 1952 (άρθρα 105 και 106) και στα Συντάγματα τού 1975 και 2001 (άρθρο 109).
(αύριο η συνέχεια)